Δευτέρα 10 Ιουλίου 2023

Σέλβα Αλμάδα: «Για μένα η γραφή μοιάζει με μια άβυσσο ευτυχίας»

 

Σέλβα Αλμάδα (Φωτογραφία: Vale Fiorini)

Πολυσυζητημένο, βραβευμένο και διασκευασμένο για το θέατρο, τον κινηματογράφο και την όπερα, το μυθιστόρημα της Αργεντίνας συγγραφέως Σέλβα Αλμάδα, Ο άνεμος που σαρώνει, είναι ένα πυκνό ηθικό/υπαρξιακό «road movie».

Εκτυλισσόμενο σε έναν αρχικά άνυδρο, κι έπειτα σαρωμένο από κατακλυσμιαία βροχή ερημότοπο, το βιβλίο μάς συστήνει μια ξεχωριστή συγγραφέα. Μια συνομιλία μαζί της.

Eίστε διηγηματογράφος, μυθιστοριογράφος και ποιήτρια. Ποιες είναι οι απαιτήσεις, οι προκλήσεις και οι χαρές της καθεμιάς φόρμας ξεχωριστά;

Θα λέγατε πως αισθάνεστε πιο οικεία εντός ενός πιο πυκνού και περιεκτικού αφηγηματικού πλαισίου;

Παρ’ όλο που το πρώτο βιβλίο το οποίο εξέδωσα ήταν μια ποιητική συλλογή, ουσιαστικά δεν αισθάνομαι ποιήτρια. Και όντως αυτά ήταν τα μόνα ποιήματα που έγραψα στη ζωή μου.

Ναι, είμαι μυθιστοριογράφος και από αυτήν την άποψη δε μου αρέσει να κατηγοριοποιώ τα βιβλία... Προτιμώ τις υβριδικές φόρμες, και τα κείμενα που ρέουν, όπου ενστικτωδώς ψήγματα της φαντασίας συναντούν πραγματικά στιγμιότυπα.

Το μυθιστόρημα Ο άνεμος που σαρώνει αποτελεί το πρώτο μέρος μιας τριλογίας, επονομαζόμενης και «τριλογίας των ανδρών».

Είναι ακριβής αυτός ο χαρακτηρισμός; Κι αν ναι, τι σας ώθησε να αφηγηθείτε τις ιστορίες αυτής της τριλογίας από τη σκοπιά ανδρικών χαρακτήρων;

Όχι, εκ των υστέρων μετάνιωσα για αυτόν τον χαρακτηρισμό. Όταν έγραφα το Ο άνεμος που σαρώνει ούτε καν σκεφτόμουν να γράψω άλλο μυθιστόρημα, πόσο μάλλον τρία.

Οπότε θα προτιμούσα οι νέοι αναγνώστες να μπουν στο βιβλίο χωρίς αυτές τις ετικέτες που καταλήγουν λίγο σαν οδηγίες χρήσεως ανάγνωσης του βιβλίου.

Πολυσυζητημένο, βραβευμένο και διασκευασμένο για το θέατρο, τον κινηματογράφο και την όπερα, το πρόσφατα μεταφρασμένο και στα ελληνικά μυθιστόρημά σας είναι ένα πολυδιάστατο ηθικό και υπαρξιακό «road movie».

Το βιβλίο έγινε όπερα και μάλιστα σε μια πολύ καλή διασκευή. Βρίσκεται στο στάδιο της post-production της κινηματογραφικής μεταφοράς, αλλά δεν έχω δει τίποτε μέχρι στιγμής.

Ναι, όταν το έγραφα το είχα στο μυαλό μου ως ένα υπαρξιακό μάλλον road movie παρά ηθικό, που διερευνά τη δύναμη της φύσης vs. της δύναμης της θρησκείας, τα πιστεύω μας και τις αμφιβολίες μας.

Εδώ αναμετρώνται ένας βαθιά θρησκευόμενος ιερέας, η σκεπτικίστρια κόρη του, ένας απαθώς άθεος ηλικιωμένος μηχανικός και ο ιδεαλιστής και «εύπλαστος» βοηθός του.

Οι χαρακτήρες και οι ηθικές τους ανησυχίες υπήρξαν η αφετηρία της μυθοπλασίας;

Το μυθιστόρημα έχει κυρίως αυτά τα δύο αντρικά πρόσωπα, ο κάθε ένας δυνατός με τον τρόπο του, δυο διαφορετικοί τύποι πατρότητας.

Είναι πρόσωπα που εναντιώνονται ο ένας στον άλλον, δεν παύουν όμως να είναι ο ένας καθρέφτης του άλλου. Και οι κόντρες τους κι οι διαφωνίες τους διαμορφώνουν την ιστορία. Αλλά και το βλέμμα των δύο εφήβων βαραίνει στην πλοκή.

Εντέλει, κατ’ εσάς, μια ηθική χωρίς Θεό είναι εξίσου «έγκυρη» με μια ένθεη ηθική- και αντιστρόφως;

Ναι, η συνάντηση είναι τυχαία. Τουλάχιστον αυτό ισχύει για μένα, που δεν πιστεύω σε κάποιον θεό.

Και η ίδια η πίστη -είτε σε κάτι γήινο, εγκόσμιο, είτε σε κάτι μεταφυσικό-, πότε γίνεται πράξη απελευθερωτική και πότε πράξη αυτοχειριασμού;

Δεν πιστεύω ότι οι θρησκείες -καμία θρησκεία- έχουν κάτι το απελευθερωτικό. Αλλά γνωρίζω ανθρώπους που πιστεύουν, δεν ξέρω αν είναι απελευθερωτικό.

Το ότι υπάρχει, όμως, ένας βαθμός εμπιστοσύνης σε μια ανώτερη δύναμη που μας βοηθάει να βρούμε κάποια εξήγηση ή λογική στις καταστάσεις που μας συμβαίνουν, το ότι υπάρχει στους πιστούς μια παράδοση σε αυτόν τον άλλο που μας προστατεύει, κάποιες φορές μου φαίνεται συγκινητικό.

Αυτές οι άλλοτε αλληλοαναιρούμενες, άλλοτε συγκλίνουσες ανησυχίες διαχέονται στον αχανή, θαρρείς εγκαταλελειμμένο, αρχικά άνυδρο, κατόπιν σαρωμένο από κατακλυσμιαία βροχή ερημότοπο όπου τυχαία οι τέσσερις συνυπάρχουν.

Ποιος είναι ο ρόλος που διαδραματίζουν και η σπουδαιότητα που φέρουν ο χώρος και οι μεταβολές του καιρού στη μυθοπλασία σας;

Από τη στιγμή που άρχισα να γράφω το βιβλίο, αμέσως το τοπίο, ο φυσικός χώρος εμφανίστηκε σαν ένα ακόμα πρόσωπο, εξίσου ισχυρό όπως ο Πίρσον ή ο Μπράουερ.

Θέλω να πω ότι δεν τα βλέπω σαν ένα απλό σκηνικό, αλλά σαν ένα ακόμα ήρωα που αλληλοεπιδρά με τα άλλα πρόσωπα.

Η γλώσσα που χρησιμοποιείτε, πυκνή και απέριττη, εντυπωσιάζει, προβληματίζει και συγκινεί, θυμίζοντας συχνά Κάρβερ, Φόκνερ και Χέμινγουεϊ. Πόσο επίπονη είναι η διαδικασία συγγραφής αυτή καθαυτή για εσάς;

Είναι επίπονη με την έννοια ότι η γραφή προϋποθέτει δουλειά και μάλιστα σκληρή δουλειά.

Εκτός αυτού όμως, για μένα η γραφή μοιάζει με μια άβυσσο ευτυχίας, αφού νιώθω πολύ καλύτερα όταν γράφω, πιο πλήρης... με την έννοια ότι νιώθω πως αντιλαμβάνομαι τον κόσμο και τους άλλους καλύτερα.

Αλλά, αν πάμε σε πιο τεχνικά θέματα, αυτό που με δυσκολεύει περισσότερο είναι ο τόνος της αφήγησης και δεν μπορώ να ησυχάσω μέχρι να τον βρω.

Και επιπλέον, διορθώνω πολύ, αυτό είναι για μένα το καλύτερο κομμάτι της γραφής, να διαβάζω δυνατά αυτά που έγραψα καθώς προχωράει η πλοκή και να τα διορθώνω.

Συνειδητά ή μη, αποτελείτε κομμάτι μιας ποικιλόμορφης και παλλόμενης -πολιτισμικά, πολιτικά, ταξικά- λογοτεχνικής παράδοσης, τόσο στην αργεντίνικη όσο και στην ευρύτερα λατινοαμερικάνικη εκδοχή της.

Έχετε βρει ή εξακολουθείτε να αναζητάτε τη θέση σας σ’ αυτή την παράδοση και ως γυναίκα συγγραφέας;

Θα ήταν παράξενο να μην αισθάνομαι μέρος της παράδοσης, θα ήταν ματαιοδοξία.

Ασφαλώς και είμαι μέρος μιας παράδοσης της λογοτεχνίας μιας χώρας και μιας γλώσσας και μου αρέσει αυτό.

Μου αρέσει να ξέρω ότι η γραφή μου συνομιλεί με άλλες, προηγούμενες ή ακόμα και τις ανταγωνίζεται, αλλά πως δεν είμαι μόνη, ούτε η γραφή μου αναδύεται από κάποια αυτόκλητη γενιά.

Όταν λέμε ότι η γραφή είναι μοναχικό επάγγελμα -κι εγώ η ίδια το έχω πει κατ’ επανάληψη-, ψευδόμαστε. Γράφουμε περιστοιχισμένοι από τα έργα των άλλων, αυτών που πια δεν υπάρχουν· γράφουμε πάντα συντροφεμένοι.

Ευχαριστώ θερμά την Μαργαρίτα Ζούλη, Διευθύντρια Μάρκετινγκ των Εκδόσεων Κλειδάριθμος, για την πολύτιμη συμβολή της στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.

Την ευχαριστώ, εξάλλου, για την παραχώρηση της φωτογραφίας της συγγραφέως που συνοδεύει το κείμενο.

Ευχαριστώ, επίσης, ιδιαιτέρως την Αγγελική Βασιλάκου για τη φροντισμένη μετάφραση των ερωτήσεών μου στα ισπανικά και των απαντήσεων της συγγραφέως στα ελληνικά.

Το μυθιστόρημα της Σέλβα Αλμάδα Ο άνεμος που σαρώνει κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Κλειδάριθμος σε μετάφραση της Αγγελικής Βασιλάκου.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου