Διανθισμένο
με «πινελιές» «μαύρου» χιούμορ, το μυθιστόρημα του Χάλιντ Χαλίφα, ενός από τους επιφανέστερους
σύγχρονους Άραβες συγγραφείς, Ο θάνατος
είναι ζόρικη δουλειά είναι μια σπαρακτική μαρτυρία για την τραγωδία
της Συρίας.
Εν μέσω αυξανόμενων κρουσμάτων κορονοϊού και
στη Συρία, ο συγγραφέας μάς ανοίγει την καρδιά του. Το μυθιστόρημά του κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις
Εκδόσεις Καστανιώτη.
Ξεκινήσατε
να γράφετε το μυθιστόρημα Ο θάνατος είναι
ζόρικη δουλειά κλινήρης στο νοσοκομείο μετά από καρδιακή προσβολή.
Να
εικάσω ότι αυτός είναι ο λόγος που περιβάλλεται από μια «αύρα» θανάτου
-σωματικού και ψυχικού-, ερημιάς και ήττας;
Αυτό συνέβη κυρίως λόγω
των συνθηκών που εκείνη την περίοδο του 2013 επικρατούσαν γύρω μου, τόσο στο
νοσοκομείο όσο και στην πόλη.
Ο πόλεμος βρισκόταν σε
απόσταση αναπνοής από το νοσοκομείο όπου νοσηλευόμουν, όπως και από το σπίτι
όπου ζούσα. Όλα όσα με περιέβαλλαν απέπνεαν θάνατο και ερημιά.
Οι διεθνείς εξελίξεις
απομόνωσαν τη Συρία και ξαφνικά η χώρα βρέθηκε στον αέρα. Κανείς δε νοιάζεται
για τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα, ο κόσμος καθορίζει τις ισορροπίες του
πολέμου.
Η απόφαση ήταν να μην
αφήσουν το καθεστώς να πέσει, με οποιοδήποτε κόστος. Ναι, ένιωθα μια πρωτόγνωρη
πίκρα, ένιωθα μια ερημιά και μια ήττα που συνεχίζουν να με συντροφεύουν μέχρι
τώρα.
«Το χειρότερο στον πόλεμο είναι πως το
παράλογο γίνεται κοινότοπο κι η τραγωδία καθημερινότητα», γράφετε στις
πρώτες σελίδες της υπαρξιακής «οδύσσειας» μιας οικογένειας και μιας χώρας σε
καιρό πολέμου.
Είναι
παράλογοι και τραγικοί οι ήρωες κι οι ηρωίδες σας;
Δεν κατηγοριοποιώ τους
ήρωές μου, αλλά στον πόλεμο όλοι μας μεταμορφωνόμαστε. Ο θαρραλέος μπορεί να
γίνει δειλός και η έννοια του ηρωισμού οπωσδήποτε αλλάζει.
Γι’ αυτό δε σκέφτομαι ότι
οι ήρωές μου έχουν σταθερά και αμετάβλητα χαρακτηριστικά, αλλά ζυμώνονται μέσα
σε μια ζωή γεμάτη αλλαγές και αντιφάσεις.
Γι’ αυτό και η υπαρξιακή
οδύσσεια αυτής της οικογένειας ίσως είναι μια αφορμή για να αποτινάξουμε τον
μισό αιώνα φόβου και απώλειας που ζήσαμε εμείς οι Σύροι υπό τον ζυγό ενός και
μοναδικού καθεστώτος, και τη δικτατορία που έβαλε πάλι τη χώρα σ’ ένα τούνελ
από όπου δεν είναι καθόλου εύκολο να βγει.
Στον πόλεμο τα μεγαλύτερα
γεγονότα πράγματι μετατρέπονται σ’ ένα συνηθισμένο γεγονός.
Δεν ξέρω για ποιον λόγο,
αλλά πιστεύω πως ο οποιοσδήποτε πόλεμος είναι πάντα μεγαλύτερος από το
οποιοδήποτε γεγονός και τα απρόοπτα του πολέμου κανείς δεν τα γνωρίζει ούτε και
μπορεί να τα αποφύγει.
«Το πραγματικό νόημα της αγάπης είναι αυτό
που χάνουμε και όχι αυτό που ζούμε», σκέφτεται ο Μπούλμπουλ, ο νεότερος
γιος. Γιατί συμβαίνει αυτό, κατά τη γνώμη σας;
Θα έπρεπε να ρωτήσουμε
τον Μπούλμπουλ γιατί συμβαίνει αυτό, αφού το μυθιστόρημα γράφτηκε κατά κύριο
λόγο από τον χαρακτήρα του Μπούλμπουλ.
Συγχρόνως, αποτέλεσε μια
απόπειρα αποτίναξης μισού αιώνα ζωής μέσα στην καταπίεση, την αδικία και τον
φόβο.
Ο Μπούλμπουλ, μέσα από
τις απώλειές του, επινόησε μια παράλληλη ζωή ώστε να αντισταθμίσει το μπουκέτο
τριαντάφυλλα που έχασε μην μπορώντας να το αρπάξει την κατάλληλη στιγμή.
Ίσως μια μέρα
ανακαλύψουμε ότι ο Μπούλμπουλ έχει δίκιο, και η αγάπη είναι όντως αυτό που
χάνουμε και όχι εκείνο που καυχιόμαστε πως ζήσαμε και ζούμε.
«Το να παραδοθεί κανείς στη μνήμη είναι το
καλύτερο που μπορεί να κάνει για να απαλλαγεί από τις πληγές των αναμνήσεων»,
γράφετε κάπου αλλού. Ανακαλείτε και ανακουφιστικές, αναζωογονητικές αναμνήσεις;
Κάθε μυθιστόρημα είναι
μια μάχη με τη μνήμη.
Όταν έγραφα το βιβλίο μου
Δεν υπάρχουν μαχαίρια στις κουζίνες αυτής
της πόλης, δεν είχα φανταστεί πόσες εικόνες θα αναδύονταν από το μακρινό
παρελθόν και θα απαιτούσαν το μερίδιό τους από τη γραφή, θα απαιτούσαν να
αποκτήσουν παρουσία.
Οι περισσότερες ήταν
αναμνήσεις επώδυνες και τραυματικές.
Δυστυχώς οι
αναζωογονητικές αναμνήσεις χάνονται ή μοιάζουν σκόρπιες σε σημείο που νιώθω ότι
δεν είχα ποτέ καμία αναζωογονητική ανάμνηση.
Αυτό δεν είναι αλήθεια,
καθώς έζησα μια ζωή θυελλώδη και μέσα σε αυτήν πολλές υπέροχες στιγμές, για τις
οποίες ελπίζω μια μέρα να γράψω.
Η
Νιβίν, η σύζυγος του Αμπντελατίφ, «είχε
πειστεί πως ο καλύτερος τρόπος για να νικήσεις τον πόλεμο ήταν να πάψεις να
μιλάς γι’ αυτόν». Το πιστεύετε;
Ναι, πιστεύω ότι το να
πάψεις να μιλάς για τον πόλεμο μετριάζει κάπως τον πόνο του όμως δεν σβήνει τις
ουλές του ούτε θεραπεύει τις βαθιές πληγές του.
Το να πάψεις να μιλάς γι’
αυτόν βοηθά στο να περνά ο χρόνος με λιγότερο πόνο, όμως αυτός ο πόνος δεν
τελειώνει.
Υπάρχει,
πάντως, και αρκετό χιούμορ -«μαύρο» μεν, αλλά σίγουρα χιούμορ- στο βιβλίο σας.
«Ενδημεί» στην αραβική και τη συριακή ψυχοσύνθεση ή/και σας χαρακτηρίζει
προσωπικά;
Ναι, πιστεύω ότι η συριακή
ψυχοσύνθεση διαθέτει τους δικούς της μηχανισμούς του χιούμορ, παρόλο που η
εικόνα που έχει ο κόσμος για τους Σύρους είναι ότι είναι ένας «βαρύς» λαός.
Στην πραγματικότητα, μέσα
στην ψυχοσύνθεση και την Ιστορία μας, όπως και σε κάθε λαό, υπάρχει ένα μακρύ
παρελθόν στο χιούμορ.
Ακόμα και στις στιγμές
της μεγαλύτερης θλίψης και του σφοδρότερου πόνου, ξεπηδούν ασυγκράτητοι
χείμαρροι αστείων.
«Είναι δουλειά των σκεπτόμενων ανθρώπων να μη
βρίσκονται στην πλευρά των δημίων», υπογραμμίζει ο Αλμπέρ Καμί στο Ούτε θύματα ούτε δήμιοι.
Διαβάζοντας
το Ο θάνατος είναι ζόρικη δουλειά τείνω
να συμπεράνω πως επιλέγετε την πλευρά των θυμάτων. Ισχύει;
Σε όλα μου τα βιβλία
ήμουν, συνεχίζω να είμαι και θα παραμείνω στην πλευρά των θυμάτων.
Είναι αδύνατον κανείς να
γράφει υπό συνθήκες ή υπό τον όρο να βρίσκεται στην πλευρά των δολοφόνων και
των δυναστών. Η Ιστορία αυτού του τόπου γράφτηκε από ισχυρούς που εκ προθέσεως
αγνόησαν τον πόνο των θυμάτων.
Αν
και δεν πρόκειται για «στρατευμένα» αντικαθεστωτικό μυθιστόρημα, σίγουρα
εμπεριέχει γενναία δόση κριτικής στις βαναυσότητες του καθεστώτος του Μπασάρ αλ
Άσαντ. Ποια είναι η σχέση σας με την εξουσία; Σας ανέχεται;
Σε όλη μου τη ζωή τάχθηκα
εναντίον της δικτατορίας και προέρχομαι από μια οικογένεια που δεν ασπάστηκε
ούτε μια μέρα τη δικτατορία.
Ως οικογένεια πληρώσαμε
το τίμημα, όπως όλες οι οικογένειες της συριακής αντίστασης.
Και παρόλο που δεν είχε
έρθει ακόμα η ώρα για να μιλήσει κανείς για το τι συνέβη, ο πόνος και ο φόβος
ήταν κομμάτι της ζωής μου και της ζωής της οικογένειάς μου.
Έτσι, η ακανθώδης σχέση
μου με την εξουσία κρατά από παλιά κι εκείνο που με σώζει είναι ότι δεν
εμπλέκομαι με άμεσο τρόπο στην πολιτική.
Παρόλα αυτά, όμως, δε
γλίτωσα, όπως νομίζουν όλοι, καθώς σχεδόν όλα μου τα βιβλία είναι απαγορευμένα
και οι παρενοχλήσεις δε σταμάτησαν παρά τους τελευταίους μήνες.
Τι
είδους πολιτιστική ζωή υπάρχει σε μια χώρα ρημαγμένη από έναν γενικευμένο
πόλεμο με διεθνείς διαστάσεις, που πλέον έχει εισέλθει στον δέκατο χρόνο του;
Στη διάρκεια των
τελευταίων δέκα χρόνων η κυβέρνηση ενέτεινε τη χειραγώγηση όλων των
πολιτιστικών δραστηριοτήτων με σκοπό να προωθήσει τη δική της εκδοχή για όσα
συνέβησαν.
Απέτυχε, όμως, παταγωδώς,
αφού παρουσίαζε μία εσφαλμένη και ψευδή αφήγηση μέσα από ανθρώπους χωρίς
ταλέντο και από μισθοφόρους.
Απέμειναν να εργάζονται
ορισμένοι άνθρωποι που ασχολούνταν με άλλες μορφές τέχνης.
Όπως κάποιοι δραματουργοί
που δε σταμάτησαν να δουλεύουν, με κύριο εκπρόσωπό τους τον Σύρο σκηνοθέτη
Οσάμα Γάναμ και τους πειραματισμούς του στο θέατρο μαζί με τους σπουδαστές του.
Επίσης, συνέχισαν να
δουλεύουν και αρκετοί καλλιτέχνες των πλαστικών τεχνών που δε διέκοψαν την
παραγωγή τους, παρόλο που η αγορά έκλεισε.
Όμως η εικόνα σε γενικές
γραμμές είναι αξιοθρήνητη, ειδικά μετά τον διαχωρισμό των Σύρων διανοούμενων σε
εκείνους του εξωτερικού και αυτούς του εσωτερικού.
Ο
θάνατος είναι, αναμφίβολα, ζόρικη δουλειά - κι η ζωή ακόμα περισσότερο, θα
πρόσθετα. Κι εσείς, επίμονα, εξακολουθείτε να ζείτε και να δημιουργείτε στη
Συρία και τη Δαμασκό. Τι σας κρατάει εκεί; Και τι προσδοκάτε από το μέλλον;
Είναι απλό, εδώ είναι το
σπίτι μου και η χώρα μου για την οποία συνεχίζω να νοιάζομαι, να αγαπώ κάθε της
πέτρα. Κι ως τώρα συνέχισα να είμαι εδώ παρά τη δυσκολία, παρόλο που ήταν
σχεδόν ακατόρθωτο.
Δε θα σας μιλήσω για τις
συνθήκες ζωής που μοιράζομαι με είκοσι εκατομμύρια Σύρους, αλλά θα σας δώσω ένα
μικρό παράδειγμα:
Εδώ και δέκα χρόνια δε
ζήσαμε ούτε μια ολόκληρη μέρα με ηλεκτρικό ρεύμα κι εδώ και δέκα μέρες το
αυτοκίνητό μου είναι σταματημένο γιατί δεν υπάρχει βενζίνη... και πολλές άλλες
δυσκολίες.
Νιώθω ότι πήρα τη σωστή
απόφαση όταν αποφάσισα να μοιραστώ με τον λαό μου τον πόνο του. Το
σημαντικότερο είναι πως τα κατάφερα, ενώ κάποιοι από τους φίλους μου δεν
μπόρεσαν να αντέξουν τις πιέσεις που υπέστησαν αυτοί και οι οικογένειές τους.
Και αναγκάστηκαν να
φύγουν.
Ευχαριστώ
θερμά την Ισμήνη
Κουρούπη από το Γραφείο Τύπου & Επικοινωνίας των Εκδόσεων Καστανιώτη για την πολύτιμη συνδρομή της στη διοργάνωση της συνέντευξης.
Ευχαριστώ,
επίσης, ιδιαιτέρως την Αγγελική Σιγούρου, η οποία επιμελήθηκε τη μετάφραση των ερωτήσεών
μου στα αραβικά και των απαντήσεων του συγγραφέα στα ελληνικά.
Το μυθιστόρημα του Χάλιντ
Χαλίφα Ο θάνατος είναι ζόρικη
δουλειά κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Καστανιώτη σε μετάφραση της Αγγελικής Σιγούρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου