Στο
διεισδυτικά αμοραλιστικό νουάρ Τύποι
σχεδόν εντάξει, ο Ρουμάνος μυθιστοριογράφος Μπογκντάν
Τεοντορέσκου ανατέμνει με αστείρευτο σαρκασμό τη διαφθορά
που κυριαρχεί στη χώρα του- και όχι μόνο.
Η
πρόσφατη κυκλοφορία του βιβλίου στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Βακχικόν στάθηκε η αφορμή για μια
σε βάθος επικοινωνία με τον συγγραφέα.
Δημοσιογράφος, μυθιστοριογράφος,
δοκιμιογράφος, ποιητής, καθηγητής-ακόμα και πολιτικός, αν και για λίγο.
Παλεύετε με τις λέξεις σε πολλά διαφορετικά «μέτωπα». Επί πόσο και γιατί;
Άρχισα να γράφω πολύ
νωρίς.
Σε ηλικία 14 ετών ξεκίνησα
με στίχους στο σημαντικότερο ρουμανικό λογοτεχνικό περιοδικό και ανακάλυψα το
μυθιστόρημα ως μια μορφή έκφρασης νωρίς - στα 23 μου κέρδισα ένα λογοτεχνικό
βραβείο με το πρώτο μου μυθιστόρημα.
Εκδοτικά, όμως,
εμφανίστηκα μετά την Επανάσταση λόγω της λογοκρισίας.
Η ζωή μου, όπως και η ζωή
πολλών άλλων Ρουμάνων, χωρίζεται σε δύο - πριν και μετά την πτώση του
κομμουνισμού.
Πριν, η λέξη ήταν μια
μορφή αντίστασης εναντίον του καθεστώτος.
Έγραφα κείμενα που δεν εγκρίνονταν
για δημοσίευση, τα διαβάζαμε μεταξύ μας στις λογοτεχνικές λέσχες και ήμασταν
ευτυχείς αν, περιοδικά, κατορθώναμε να ξεγελάσουμε τη λογοκρισία.
Μετά το 1989, η λέξη
έγινε δύναμη, ειδικά στην πρώην κομμουνιστική Ανατολή.
Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης
άρχισαν να μετράνε, οι δημόσιες ομιλίες, οι πολιτικές ρητορείες, ακόμα και το
λογοτεχνικό κείμενο, κέρδισαν βάρος σε μια κοινωνία ξεμουδιασμένη,
απροετοίμαστη και ξαφνιασμένη από αυτό που της συνέβαινε.
Αν είναι να μιλήσουμε με
ορολογία της ειδικότητάς μου, της πολιτικής επικοινωνίας, είχε γίνει το πέρασμα
από την ενιαία προπαγάνδα σε πολυκαναλική προπαγάνδα, με το κράτος να χάνει το
μονοπώλιό του σε ό,τι αφορά τη χειραγώγηση.
Αφού ήμουν δημοσιογράφος
γραπτού τύπου και τηλεόρασης, έχοντας εργαστεί σε πολιτική συμβουλευτική και σε
εκλογικές εκστρατείες, επέστρεψα στη λογοτεχνία.
Επιθυμία μου ήταν να
περιγράψω πώς είναι αυτός ο «θαυμαστός καινούριος κόσμος» που αναπτύσσεται στην άκρη της Ευρώπης και ο οποίος είναι
γεμάτος από ιστορίες και έννοιες.
Τείνετε να χαρακτηρίζεστε
ως μυθιστοριογράφος «νουάρ». Πώς αντιλαμβάνεστε τη νουάρ λογοτεχνία, ιδίως εντός
του ρουμανικού πλαισίου; Υπάρχει κάτι διακριτό σ’ αυτή;
Πάντα θεωρούσα τον εαυτό μου πολιτικό συγγραφέα. Η λογοτεχνία μου -τα μέχρι
στιγμής έξι μυθιστορήματα, τα διηγήματα και τα άλλα κείμενα- αναφέρονται στο ρουμανικό πολιτικό φαινόμενο. Αλλά όχι μόνο...
Όπως έλεγα σε
μια συνέντευξη που έδωσα πριν από δύο χρόνια στη Γαλλία, το
πολιτικό είναι νουάρ. Δεν κάνω αυτή τη δήλωση σε μια παρανοϊκή ή υποτιμητική νότα απέναντι στους πολιτικούς ή στην πολιτική πράξη. Αντίθετα.
Πιστεύω ότι συχνά εκείνοι δε λαμβάνουν την προσοχή που τους αξίζει και ότι
συχνά αντιμετωπίζονται στερεότυπα
και βάσει κλισέ.
Πέρα από ηθικές αξίες ή επαγγελματικές δεξιότητες, ο πολιτικός είναι ένας
σύνθετος και πολύ πρόσφορος χαρακτήρας και ο κόσμος στον οποίο γυρίζει
εκείνος, άγνωστος στην
πραγματικότητα,
είναι για την πλειονότητα γεμάτος από όλα εκείνα τα συστατικά που
αποτελούν τη βάση της νουάρ λογοτεχνίας:
Παιχνίδια συμφερόντων, παραπλανητικές επιφάσεις, πολύ υψηλά στοιχήματα, συγκρούσεις ομάδων επιρροής, ένταση, προδοσία, ψέματα και μερικές φορές δολοφονία.
Αυτό που με ώθησε πάντα στην περιγραφή αυτού του κόσμου είναι το διπλό
παιχνίδι ανάμεσα στην πραγματικότητα και την εικόνα, ανάμεσα σε αυτό που είσαι
και σε αυτό που μεταδίδεις στο κοινό ότι είσαι.
Επειδή, σε
αντίθεση με τους περισσότερους ήρωες του νουάρ, ο πολιτικός είναι ένας χαρακτήρας υπό το φως
των φακών που έχει πάντοτε
κατά νου την επικείμενη προεκλογική εκστρατεία.
To Tύποι σχεδόν εντάξει, μεταφρασμένο στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Βακχικόν, είναι μια δηκτικά αμοραλιστική εξερεύνηση της σύγχρονης ρουμανικής κοινωνίας, όπου η διαφθορά κυριαρχεί. Είναι όντως τόσο κακή η κατάσταση;
Η κατάσταση δεν είναι ούτε κακή ούτε καλή.
Η Ρουμανία κινείται εδώ και 30 χρόνια από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς που έχει γίνει
διάσημο -ο Τσαουσέσκου εξακολουθεί να είναι ένας από τους πιο γνωστούς
Ρουμάνους σε ολόκληρο το υφήλιο- σε ένα δημοκρατικό μοντέλο που έχει μάθει στη
διάρκεια της διαδρομής αυτής.
Αν κοιτάς απ’ έξω, αυτός ο κόσμος είναι όπως τον περιγράψατε...
Αυτό που ενδιαφέρει εμένα είναι να τον αναλύω από μέσα και να βρω ότι οι ήρωες που τον συνθέτουν έχουν ανθρώπινες, ηθικές και πνευματικές αξίες και ότι -πολύ σημαντικό- ενεργούν στο όνομα αυτών.
Ψάχνουν για το καλύτερο για τον εαυτό τους και για
τους δικούς τους. Όπως όλοι μας. Οι μέθοδοι φυσικά είναι αμφισβητήσιμες,
ειδικά αν προκαλούν θύματα. Πάντα μ’ έχει ελκύσει η κατανόηση του κακού και όχι μόνο να το καταλογίσω.
Επειδή έχουμε αρκετά το βλέμμα στυλωμένο στο καλό. Ο καλός άνθρωπος είναι το φως που διαπερνά το σκοτάδι,
οι πράξεις του παινεύονται, μαθεύονται και προωθούνται.
Κοιτάζοντας τον, εξαπατώμαστε ότι το αύριο θα είναι καλύτερο. Αλλά όταν
ζούμε, ζούμε αντιμετωπίζοντας
το κακό. Και συχνά, προκαλώντας το.
Δε χαρίζεστε στους χαρακτήρες σας, κι είστε αρκετά σαρκαστικός απέναντί τους. Ποιο είναι το κύριο ενδιαφέρον
σας όταν αναπτύσσετε έναν χαρακτήρα; Να «βυθιστείτε» στη «βρομιά»/αδυναμία/κοινοτοπία
του;
Προσπαθώ να μην προτείνω
απλούς χαρακτήρες. Προσπαθώ να μη διευκολύνω το έργο του αναγνώστη και να μην
τον αφήσω να αποφασίσει από την πρώτη στιγμή ποιος είναι καλός και ποιος είναι
κακός.
Αλλά πάνω απ' όλα,
προσπαθώ να κάνω τους χαρακτήρες συνεπείς με τον εαυτό τους, όχι με τις ιδέες
μέσα στο κεφάλι μου αλλά με τον κόσμο στον οποίο ζουν εκείνοι στο συγκεκριμένο
μυθιστόρημα.
Θέλω οι ήρωες μου να
έχουν ζωή, να μην είναι μόνο οι φορείς κάποιων
θέσεων, κάποιων ιδεών, κάποιων μηνυμάτων. Η αδυναμία/κοινοτοπία για τις οποίες
μιλούσατε πρέπει να φαίνονται λογικές στο πλαίσιο του χαρακτήρα που τις
κουβαλάει.
Το ίδιο και η ανοησία, το
ίδιο και το θάρρος, το ίδιο και το μίσος, το ίδιο
και η εκδίκηση, το ίδιο και η εξαπάτηση.
Μου αρέσει να κάθομαι στο
τραπέζι με τους ήρωες μου, να πίνω ένα κρασί, να τρώω ένα ψάρι και να τους
παρατηρώ καθώς ζουν τη φανταστική τους ύπαρξη.
Αν, όταν γράφω, δεν νιώθω
ότι ο ήρωας αναπνέει δίπλα μου, αν δεν αντιληφθώ τις χειρονομίες του, δεν ακούω
τα λόγια του και δε βλέπω τις γκριμάτσες του, αυτό σημαίνει ότι δεν είναι καλά
δομημένος.
Πολύ συχνά, το κακό
απεικονίζεται ως κάτι απόλυτο. Το τέλειο σκοτάδι. Και τότε είναι τρομακτικό,
αλλά όχι απαραίτητα πιστευτό.
Εγώ ψάχνω για το ένζωο
κακό. Το κακό που μπορείς να συναντήσεις αύριο στο δρόμο, στη δουλειά, μέσα στο
σπίτι ή στην τηλεόραση. Το καθημερινό κακό. Το κακό με χαμόγελο, με χαρές, με
γλυκύτητα, με γεύση, με νοημοσύνη, με τρυφερότητα...
Αλλά τελικά, και πάλι
κακό.
Δε με ενδιαφέρει ο κατά
συρροήν δολοφόνος που σκοτώνει γιατί έχει θολωμένα τα μυαλά του. Αλλά εκείνος
που το κάνει επειδή έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτό είναι απαραίτητο για
το σχέδιό του.
Και ο οποίος, γενικά,
συνεχίζει τη ζωή του σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.
Καθώς διάβαζα το μυθιστόρημά
σας, συχνά έβρισκα τον εαυτό μου να γελάει ανεξέλεγκτα κι έπειτα να γελάω με αυτόν επειδή το είχε κάνει. Τι θέλετε
να προκαλέσετε στους αναγνώστες σας; Αναστοχασμό, αμηχανία, ενόχληση, χαρά;
Νομίζω ότι ο ρόλος ενός μυθιστοριογράφου είναι να λέει τις ιστορίες που
γνωρίζει και έτσι να βοηθήσει τους αναγνώστες του να είναι μέρος αυτών των
ιστοριών.
Μερικές μεγαλύτερες,
μερικές μικρότερες, ανάλογα με το εύρος της εμπειρίας και του ταλέντου του
συγκεκριμένου μυθιστοριογράφου.
Πιστεύω επίσης ότι η
Ανατολική Ευρώπη έχει να πει πολλές ιστορίες που πηγάζουν από μια μοναδική
εμπειρία. Ούτε καλύτερη, ούτε χειρότερη από εκείνη που ανήκει σε άλλες γεωπολιτικές χώρες.
Όμως, μια εμπειρία πολλές φορές γεμάτη με ενδιαφέροντα παραδείγματα και απροσδόκητες
εξελίξεις. Εγώ νιώθω
ότι
εδώ εντάσσομαι. Ένα είδος αφηγητή των
ιστοριών από αυτό το μέρος του
κόσμου.
Ο κύριος ήρωας του
μυθιστορήματος Τύποι σχεδόν εντάξει έχει μια αυτού του είδους φράση: «Επιτρέψτε μου να σας πω μια ιστορία».
Αναφέρετε το Ο
χορευτής του επάνω πατώματος του Nίκολας Σαίξπηρ, το Τρεις πινακίδες έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι του Μάρτιν Μακντόνα και το έργο του Ελρόι ανάμεσα στα αγαπημένα σας νουάρ σημεία αναφοράς. Γιατί ειδικά αυτά;
Είμαι οπαδός του νουάρ που προέρχεται από κοινωνική, πολιτική ή και οικογενειακή συγκυρία, όχι από ψύχωση.
Το βιβλίο του Nίκολας Σαίξπηρ είναι ένα εικονικό διήγημα της επιχείρησης σύλληψης του ηγέτη του Περού Sendero
Luminoso.
Η ταινία Οι τρεις πινακίδες έξω από το Έμπινγκ, στο
Μιζούρι αναφέρεται στην
προσπάθεια μιας γυναίκας να βρει την αλήθεια για το θάνατο της κόρης της
ενάντια στην επιθυμία της κοινότητας στην οποία ζούσε.
Τα μυθιστορήματα του Τζέιμς Ελρόι, ειδικά αυτά του Η
τετραλογία του Λος Άντζελες,
είναι αριστουργήματα του είδους όπου το
νουάρ αναπτύσσεται αργά, αλλά μαζικά,
από κάθε στιγμή της ζωής
της κοινότητας την
οποία αναλύει ο συγγραφέας.
Φυσικά, υπάρχουν πολλά άλλα βιβλία και ταινίες που μου αρέσουν. Πρόκειται εδώ για μόνο μια λίστα ανάμεσα σε άλλες.
Έχουν περάσει 10 χρόνια από τότε που το Τύποι σχεδόν εντάξει πρωτοεκδόθηκε στη Ρουμανία. Παραμένει αμετάβλητο το πολιτικό,
κοινωνικό και πολιτισμικό σκηνικό ή εντοπίζετε κάποιες «ρωγμές»;
Όπως είπα, τα βιβλία μου
είναι ιστορίες. Δεν υπάρχουν κοινωνικές/οικονομικές/πολιτικές αναλύσεις σχετικά
με την πραγματικότητα μιας χώρας, ακόμη κι αν πρόκειται για τη Ρουμανία.
Θα μπορούσα να γράψω και
άλλες ιστορίες γι' αυτήν, ορισμένες, φωτεινές. Αλλά δεν είναι αυτό που θέλω.
Υπάρχουν ακόμα αρκετοί άλλοι Ρουμάνοι συγγραφείς. Επειδή διάβασα και διαβάζω Ιστορία,
τείνω να μην είμαι αισιόδοξος.
Το μόνο που μπορώ να σας
πω είναι ότι και τα άλλα δύο μυθιστορήματα που δημοσιεύθηκαν μετά από αυτό
έχουν περίπου τον ίδιο τόνο. Φυσικά, προσεγγίζοντας πολύ διαφορετικά θέματα.
But
the
noir
remains
the
same
(στα αγγλικά).
Είναι η Ρουμανία ακόμα ένα
μέρος όπου τα πάντα είναι «εμπορεύσιμα»- αν η τιμή είναι σωστή, θα πρόσθετα;
Δεν θέλω να φανώ αγενής,
αλλά νομίζω ότι γενικά αυτή είναι μια πραγματικότητα του σύγχρονου ανθρώπου,
όχι μόνο του πολίτη μιας συγκεκριμένης χώρας.
Έχω την εντύπωση πως στην
παγκόσμια συζήτηση για τη διαφθορά -αυτός είναι ένας από τους όρους στη μόδα-,
οι διαφορές μεταξύ των κρατών βρίσκονται περισσότερο στο ύψος της «δίκαιης
τιμής» παρά στη συχνότητα του φαινομένου.
Πράγματα που σε μια χώρα
θεωρούνται εγκληματικά σε μια άλλη θεωρούνται πράξεις επιχειρηματικότητας ή επιχειρηματικής
διοίκησης. Κάπου υπάρχει ρουσφετολογία, κάπου αλλού αυτή θεωρείται λόμπι.
Όπως έλεγα παλαιότερα σε
μια έκθεση βιβλίου στη Γαλλία: “Everything is noir. Just take a closer look”. Χαιρετισμούς
και ευχαριστώ!
Ευχαριστώ
θερμά την Πηνελόπη
Πετράκου από τις Εκδόσεις Βακχικόν
για τη συμβολή της στην πραγματοποίηση της συνέντευξης και την Άντζελα
Μπράτσου για τη μετάφραση των
ερωτήσεων στα ρουμανικά και των απαντήσεων στα ελληνικά.
Το μυθιστόρημα του Μπογκντάν
Τεοντορέσκου Τύποι
σχεδόν εντάξει κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Βακχικόν σε μετάφραση της Άντζελας Μπράτσου.