Δευτέρα 23 Μαρτίου 2020

Μπογκντάν Τεοντορέσκου: «Πάντα θεωρούσα τον εαυτό μου πολιτικό συγγραφέα»


Στο διεισδυτικά αμοραλιστικό νουάρ Τύποι σχεδόν εντάξει, ο Ρουμάνος μυθιστοριογράφος Μπογκντάν Τεοντορέσκου ανατέμνει με αστείρευτο σαρκασμό τη διαφθορά που κυριαρχεί στη χώρα του- και όχι μόνο.


Η πρόσφατη κυκλοφορία του βιβλίου στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Βακχικόν στάθηκε η αφορμή για μια σε βάθος επικοινωνία με τον συγγραφέα.


Δημοσιογράφος, μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος, ποιητής, καθηγητής-ακόμα και πολιτικός, αν και για λίγο. Παλεύετε με τις λέξεις σε πολλά διαφορετικά «μέτωπα». Επί πόσο και γιατί; 


Άρχισα να γράφω πολύ νωρίς. 


Σε ηλικία 14 ετών ξεκίνησα με στίχους στο σημαντικότερο ρουμανικό λογοτεχνικό περιοδικό και ανακάλυψα το μυθιστόρημα ως μια μορφή έκφρασης νωρίς - στα 23 μου κέρδισα ένα λογοτεχνικό βραβείο με το πρώτο μου μυθιστόρημα. 


Εκδοτικά, όμως, εμφανίστηκα μετά την Επανάσταση λόγω της λογοκρισίας. 


Η ζωή μου, όπως και η ζωή πολλών άλλων Ρουμάνων, χωρίζεται σε δύο - πριν και μετά την πτώση του κομμουνισμού. 


Πριν, η λέξη ήταν μια μορφή αντίστασης εναντίον του καθεστώτος.


Έγραφα κείμενα που δεν εγκρίνονταν για δημοσίευση, τα διαβάζαμε μεταξύ μας στις λογοτεχνικές λέσχες και ήμασταν ευτυχείς αν, περιοδικά, κατορθώναμε να ξεγελάσουμε τη λογοκρισία. 


Μετά το 1989, η λέξη έγινε δύναμη, ειδικά στην πρώην κομμουνιστική Ανατολή. 


Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης άρχισαν να μετράνε, οι δημόσιες ομιλίες, οι πολιτικές ρητορείες, ακόμα και το λογοτεχνικό κείμενο, κέρδισαν βάρος σε μια κοινωνία ξεμουδιασμένη, απροετοίμαστη και ξαφνιασμένη από αυτό που της συνέβαινε. 


Αν είναι να μιλήσουμε με ορολογία της ειδικότητάς μου, της πολιτικής επικοινωνίας, είχε γίνει το πέρασμα από την ενιαία προπαγάνδα σε πολυκαναλική προπαγάνδα, με το κράτος να χάνει το μονοπώλιό του σε ό,τι αφορά τη χειραγώγηση. 


Αφού ήμουν δημοσιογράφος γραπτού τύπου και τηλεόρασης, έχοντας εργαστεί σε πολιτική συμβουλευτική και σε εκλογικές εκστρατείες, επέστρεψα στη λογοτεχνία. 


Επιθυμία μου ήταν να περιγράψω πώς είναι αυτός ο «θαυμαστός καινούριος κόσμος» που αναπτύσσεται  στην άκρη της Ευρώπης και ο οποίος είναι γεμάτος από ιστορίες και έννοιες.


Τείνετε να χαρακτηρίζεστε ως μυθιστοριογράφος «νουάρ». Πώς αντιλαμβάνεστε τη νουάρ λογοτεχνία, ιδίως εντός του ρουμανικού πλαισίου; Υπάρχει κάτι διακριτό σ’ αυτή; 


Πάντα θεωρούσα τον εαυτό μου πολιτικό συγγραφέα. Η λογοτεχνία μου -τα μέχρι στιγμής έξι μυθιστορήματα, τα διηγήματα και τα άλλα κείμενα- αναφέρονται στο ρουμανικό πολιτικό φαινόμενο. Αλλά όχι μόνο...


Όπως έλεγα σε μια συνέντευξη που έδωσα πριν από δύο χρόνια στη Γαλλία, το πολιτικό είναι νουάρ. Δεν κάνω αυτή τη δήλωση σε μια παρανοϊκή ή υποτιμητική νότα απέναντι στους πολιτικούς ή στην πολιτική πράξη. Αντίθετα. 


Πιστεύω ότι συχνά εκείνοι δε λαμβάνουν την προσοχή που τους αξίζει και ότι συχνά αντιμετωπίζονται στερεότυπα και βάσει κλισέ


Πέρα από ηθικές αξίες ή επαγγελματικές δεξιότητες, ο πολιτικός είναι ένας σύνθετος και πολύ πρόσφορος χαρακτήρας και ο κόσμος στον οποίο γυρίζει εκείνος, άγνωστος στην πραγματικότητα, είναι για την πλειονότητα γεμάτος από όλα εκείνα τα συστατικά  που αποτελούν τη βάση της νουάρ λογοτεχνίας:


Παιχνίδια συμφερόντων, παραπλανητικές επιφάσεις, πολύ υψηλά στοιχήματα, συγκρούσεις ομάδων επιρροής, ένταση, προδοσία, ψέματα και μερικές φορές δολοφονία. 


Αυτό που με ώθησε πάντα στην περιγραφή αυτού του κόσμου είναι το διπλό παιχνίδι ανάμεσα στην πραγματικότητα και την εικόνα, ανάμεσα σε αυτό που είσαι και σε αυτό που μεταδίδεις στο κοινό ότι είσαι. 


Επειδή, σε αντίθεση με τους περισσότερους  ήρωες του νουάρ, ο πολιτικός είναι ένας χαρακτήρας υπό το φως των φακών που έχει πάντοτε κατά νου την επικείμενη προεκλογική εκστρατεία.


To Tύποι σχεδόν εντάξει, μεταφρασμένο στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Βακχικόν, είναι μια δηκτικά αμοραλιστική εξερεύνηση της σύγχρονης ρουμανικής κοινωνίας, όπου η διαφθορά κυριαρχεί. Είναι όντως τόσο κακή η κατάσταση; 


Η κατάσταση δεν είναι ούτε κακή ούτε καλή. 


Η Ρουμανία κινείται εδώ και 30 χρόνια από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς που έχει γίνει διάσημο -ο Τσαουσέσκου εξακολουθεί να είναι ένας από τους πιο γνωστούς Ρουμάνους σε ολόκληρο το υφήλιο- σε ένα δημοκρατικό μοντέλο που έχει μάθει στη διάρκεια της διαδρομής αυτής


Αν κοιτάς απ έξω, αυτός ο κόσμος είναι όπως τον περιγράψατε...


Αυτό που ενδιαφέρει εμένα είναι να τον αναλύω από μέσα και να βρω ότι οι ήρωες που τον συνθέτουν έχουν ανθρώπινες, ηθικές και πνευματικές αξίες και ότι -πολύ σημαντικό- ενεργούν στο όνομα αυτών


Ψάχνουν για το καλύτερο για τον εαυτό τους και για τους δικούς τους. Όπως όλοι μας. Οι μέθοδοι φυσικά είναι αμφισβητήσιμες, ειδικά αν προκαλούν θύματα. Πάντα μ’ έχει ελκύσει η κατανόηση του κακού και όχι μόνο να το καταλογίσω


Επειδή έχουμε αρκετά το βλέμμα στυλωμένο στο καλό. Ο καλός άνθρωπος είναι το φως που διαπερνά το σκοτάδι, οι πράξεις του παινεύονται, μαθεύονται και προωθούνται


Κοιτάζοντας τον, εξαπατώμαστε ότι το αύριο θα είναι καλύτερο. Αλλά όταν ζούμε, ζούμε αντιμετωπίζοντας το κακό. Και συχνά, προκαλώντας το.


Δε χαρίζεστε στους χαρακτήρες σας, κι είστε αρκετά σαρκαστικός απέναντί τους. Ποιο είναι το κύριο ενδιαφέρον σας όταν αναπτύσσετε έναν χαρακτήρα; Να «βυθιστείτε» στη «βρομιά»/αδυναμία/κοινοτοπία του; 


Προσπαθώ να μην προτείνω απλούς χαρακτήρες. Προσπαθώ να μη διευκολύνω το έργο του αναγνώστη και να μην τον αφήσω να αποφασίσει από την πρώτη στιγμή ποιος είναι καλός και ποιος είναι κακός. 


Αλλά πάνω απ' όλα, προσπαθώ να κάνω τους χαρακτήρες συνεπείς με τον εαυτό τους, όχι με τις ιδέες μέσα στο κεφάλι μου αλλά με τον κόσμο στον οποίο ζουν εκείνοι στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα. 


Θέλω οι ήρωες μου να έχουν ζωή, να μην είναι μόνο οι φορείς κάποιων θέσεων, κάποιων ιδεών, κάποιων μηνυμάτων. Η αδυναμία/κοινοτοπία για τις οποίες μιλούσατε πρέπει να φαίνονται λογικές στο πλαίσιο του χαρακτήρα που τις κουβαλάει.


Το ίδιο και η ανοησία, το ίδιο και το θάρρος, το ίδιο και το μίσος, το ίδιο και η εκδίκηση, το ίδιο και η  εξαπάτηση. 


Μου αρέσει να κάθομαι στο τραπέζι με τους ήρωες μου, να πίνω ένα κρασί, να τρώω ένα ψάρι και να τους παρατηρώ καθώς ζουν τη φανταστική τους ύπαρξη. 


Αν, όταν γράφω, δεν νιώθω ότι ο ήρωας αναπνέει δίπλα μου, αν δεν αντιληφθώ τις χειρονομίες του, δεν ακούω τα λόγια του και δε βλέπω τις γκριμάτσες του, αυτό σημαίνει ότι δεν είναι καλά δομημένος. 


Πολύ συχνά, το κακό απεικονίζεται ως κάτι απόλυτο. Το τέλειο σκοτάδι. Και τότε είναι τρομακτικό, αλλά όχι απαραίτητα πιστευτό. 


Εγώ ψάχνω για το ένζωο κακό. Το κακό που μπορείς να συναντήσεις αύριο στο δρόμο, στη δουλειά, μέσα στο σπίτι ή στην τηλεόραση. Το καθημερινό κακό. Το κακό με χαμόγελο, με χαρές, με γλυκύτητα, με γεύση, με νοημοσύνη, με τρυφερότητα... 


Αλλά τελικά, και πάλι κακό. 


Δε με ενδιαφέρει ο κατά συρροήν δολοφόνος που σκοτώνει γιατί έχει θολωμένα τα μυαλά του. Αλλά εκείνος που το κάνει επειδή έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτό είναι απαραίτητο για το σχέδιό του. 


Και ο οποίος, γενικά, συνεχίζει τη ζωή του σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.


Καθώς διάβαζα το μυθιστόρημά σας, συχνά έβρισκα τον εαυτό μου να γελάει ανεξέλεγκτα κι έπειτα να γελάω με αυτόν επειδή το είχε κάνει. Τι θέλετε να προκαλέσετε στους αναγνώστες σας; Αναστοχασμό, αμηχανία, ενόχληση, χαρά; 


Νομίζω ότι ο ρόλος ενός μυθιστοριογράφου είναι να λέει τις ιστορίες που γνωρίζει και έτσι να βοηθήσει τους αναγνώστες του να είναι μέρος αυτών των ιστοριών


Μερικές μεγαλύτερες, μερικές μικρότερες, ανάλογα με το εύρος της εμπειρίας και του ταλέντου του συγκεκριμένου μυθιστοριογράφου. 


Πιστεύω επίσης ότι η Ανατολική Ευρώπη έχει να πει πολλές ιστορίες που πηγάζουν από μια μοναδική εμπειρία. Ούτε καλύτερη, ούτε χειρότερη από εκείνη που ανήκει σε άλλες γεωπολιτικές χώρες


Όμως, μια εμπειρία πολλές φορές γεμάτη με ενδιαφέροντα παραδείγματα και απροσδόκητες εξελίξεις. Εγώ νιώθω ότι εδώ εντάσσομαι. Ένα είδος αφηγητή των ιστοριών από αυτό το μέρος του κόσμου. 


Ο κύριος ήρωας του μυθιστορήματος Τύποι σχεδόν εντάξει έχει μια αυτού του είδους φράση: «Επιτρέψτε μου να σας  πω μια ιστορία».


Αναφέρετε το Ο χορευτής του επάνω πατώματος του Nίκολας Σαίξπηρ, το Τρεις πινακίδες έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι του Μάρτιν Μακντόνα και το έργο του Ελρόι ανάμεσα στα αγαπημένα σας νουάρ σημεία αναφοράς. Γιατί ειδικά αυτά


Είμαι οπαδός του νουάρ που προέρχεται από κοινωνική, πολιτική ή και οικογενειακή συγκυρία, όχι από ψύχωση. 


Το βιβλίο του Nίκολας Σαίξπηρ είναι ένα εικονικό διήγημα της επιχείρησης σύλληψης του ηγέτη του Περού Sendero Luminoso. 


Η ταινία Οι τρεις πινακίδες έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι αναφέρεται στην προσπάθεια μιας γυναίκας να βρει την αλήθεια για το θάνατο της κόρης της ενάντια στην επιθυμία της κοινότητας στην οποία ζούσε.


Τα μυθιστορήματα του Τζέιμς Ελρόι, ειδικά αυτά του Η τετραλογία του Λος Άντζελες, είναι αριστουργήματα του είδους όπου το νουάρ αναπτύσσεται αργά, αλλά μαζικά, από κάθε στιγμή της ζωής της κοινότητας την οποία αναλύει ο συγγραφέας. 


Φυσικά, υπάρχουν πολλά άλλα βιβλία και ταινίες που μου αρέσουν. Πρόκειται εδώ για μόνο μια λίστα ανάμεσα σε άλλες.


Έχουν περάσει 10 χρόνια από τότε που το Τύποι σχεδόν εντάξει πρωτοεκδόθηκε στη Ρουμανία. Παραμένει αμετάβλητο το πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό σκηνικό ή εντοπίζετε κάποιες «ρωγμές»; 


Όπως είπα, τα βιβλία μου είναι ιστορίες. Δεν υπάρχουν κοινωνικές/οικονομικές/πολιτικές αναλύσεις σχετικά με την πραγματικότητα μιας χώρας, ακόμη κι αν πρόκειται για τη Ρουμανία. 


Θα μπορούσα να γράψω και άλλες ιστορίες γι' αυτήν, ορισμένες, φωτεινές. Αλλά δεν είναι αυτό που θέλω. Υπάρχουν ακόμα αρκετοί άλλοι Ρουμάνοι συγγραφείς. Επειδή διάβασα και διαβάζω Ιστορία, τείνω να μην είμαι αισιόδοξος. 


Το μόνο που μπορώ να σας πω είναι ότι και τα άλλα δύο μυθιστορήματα που δημοσιεύθηκαν μετά από αυτό έχουν περίπου τον ίδιο τόνο. Φυσικά, προσεγγίζοντας πολύ διαφορετικά θέματα. But the noir remains the same (στα αγγλικά).


Είναι η Ρουμανία ακόμα ένα μέρος όπου τα πάντα είναι «εμπορεύσιμα»- αν η τιμή είναι σωστή, θα πρόσθετα; 


Δεν θέλω να φανώ αγενής, αλλά νομίζω ότι γενικά αυτή είναι μια πραγματικότητα του σύγχρονου ανθρώπου, όχι μόνο του πολίτη μιας συγκεκριμένης χώρας. 


Έχω την εντύπωση πως στην παγκόσμια συζήτηση για τη διαφθορά -αυτός είναι ένας από τους όρους στη μόδα-, οι διαφορές μεταξύ των κρατών βρίσκονται περισσότερο στο ύψος της «δίκαιης τιμής» παρά στη συχνότητα του φαινομένου. 


Πράγματα που σε μια χώρα θεωρούνται εγκληματικά σε μια άλλη θεωρούνται πράξεις επιχειρηματικότητας ή επιχειρηματικής διοίκησης. Κάπου υπάρχει ρουσφετολογία, κάπου αλλού αυτή θεωρείται λόμπι. 


Όπως έλεγα παλαιότερα σε μια έκθεση βιβλίου στη Γαλλία: “Everything is noir. Just take a closer look”. Χαιρετισμούς και ευχαριστώ!


Ευχαριστώ θερμά την Πηνελόπη Πετράκου από τις Εκδόσεις Βακχικόν για τη συμβολή της στην πραγματοποίηση της συνέντευξης και την Άντζελα Μπράτσου για τη μετάφραση των ερωτήσεων στα ρουμανικά και των απαντήσεων στα ελληνικά.


Το μυθιστόρημα του Μπογκντάν Τεοντορέσκου Τύποι σχεδόν εντάξει κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Βακχικόν σε μετάφραση της Άντζελας Μπράτσου.

Σάββατο 21 Μαρτίου 2020

Διώξεις 11 Τούρκων και Κούρδων αγωνιστών και αγωνιστριών με βάση τον «τρομονόμο»


Άλλο ένα επεισόδιο στην πολυετή στοχοποίηση των Τούρκων και Κούρδων αγωνιστών που συνδέονται με την Επιτροπή αλληλεγγύης για τους πολιτικούς κρατούμενους στην Τουρκία και το Κουρδιστάν και το Λαϊκό Μέτωπο από τους εγχώριους διωκτικούς μηχανισμούς εξελίσσεται από την Πέμπτη 19 Μαρτίου.


Πιο συγκεκριμένα, τις πρωινές ώρες εκείνης της μέρας πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονη επιχείρηση της Αντιτρομοκρατικής στα γραφεία τους στην οδό Τζαβέλλα 3 στα Εξάρχεια και σε σπίτι στην οδό Αυλώνος στα Σεπόλια.  


Στην επιχείρηση της οδού Τζαβέλλα, που παρέμεινε αστυνομοκρατούμενη επί ώρες, συμμετείχε πλήθος αστυνομικών των ΕΚΑΜ, των ΜΑΤ, καθώς και των ομάδων ΟΠΚΕ, ΔΙ.ΑΣ και ΔΡΑΣΗ. 


Κατέληξε με την προσαγωγή 15 ατόμων, τα οποία βρίσκονταν εκεί, και με την πρόκληση σοβαρών υλικών ζημιών στο χώρο των γραφείων. 


Οι 7 αλληλέγγυες και αλληλέγγυοι που είχαν σπεύσει να συμπαρασταθούν στους 15 προσήχθησαν επίσης λίγο πριν τη μία το μεσημέρι, για να αφεθούν αργότερα μέσα στη μέρα. Οι 15 προσαχθέντες αφέθηκαν ελεύθεροι αργά το βράδυ της 19ης Μαρτίου.


Εξ αυτών, ο ένας, σε βάρος του οποίου εκκρεμούσε ένταλμα της Ιντερπόλ, πέρασε από Εισαγγελέα στο Εφετείο και αφέθηκε τελικά ελεύθερος. 


Ο δεύτερος, δικηγόρος και μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Κωνσταντινούπολης, είχε έρθει στην Ελλάδα στα τέλη Φεβρουαρίου, προκειμένου να αιτηθεί άσυλο λόγω των διώξεων που υφίστατο στην Τουρκία.


Εξαιτίας, όμως, της αναστολής της διαδικασίας κατάθεσης αιτήσεων λόγω των γεγονότων στον Έβρο, δεν είχε τη δυνατότητα να υποβάλει κι εκείνος και παραμένει κρατούμενος στο Αλλοδαπών. 


Τα 11 άτομα, 9 που διέμεναν στο σπίτι στα Σεπόλια, καθώς και άλλα 2 που θεάθηκαν σε δρόμο κοντά σ’ αυτό, συνελήφθησαν βίαια και διώκονται βάσει του άρθρου 187Α του Ποινικού Κώδικα, του διαβόητου «τρομονόμου».


Σύμφωνα με τη δικογραφία, όπως μέχρι στιγμής έχει διαμορφωθεί, οι 11 κατηγορούνται για «συγκρότηση, ένταξη και διεύθυνση τρομοκρατικής οργάνωσης».


Δε διευκρινίζεται, ωστόσο, ποια είναι αυτή η οργάνωση, όπως μας επεσήμανε η εκ των συνηγόρων τους, Αλέκα Ζορμπαλά, ούτε αν πρόκειται για εγχώρια ή μη.


Τους αποδίδονται, εξάλλου, η κακουργηματική πράξη του νόμου περί όπλων και τα αδικήματα της βίας κατά υπαλλήλων και της οπλοφορίας.  


Οι 11 οδηγήθηκαν την Παρασκευή 20 Μαρτίου στις 12:25 το μεσημέρι στα Δικαστήρια της οδού Ευελπίδων, όπου πέρασαν από Ανακριτή και Εισαγγελέα, και έλαβαν προθεσμία για να απολογηθούν την Τρίτη 24 Μαρτίου στις 10 το πρωί.


Ενδεικτικό της εκδικητικότητας και του μένους των διωκτικών μηχανισμών είναι το ότι οι 11 παρέμειναν πισθάγκωνα δεμένες και δεμένοι από την ώρα της  μεταγωγής τους από τη ΓΑΔΑ μέχρι και την επιστροφή τους σ’ αυτή στις 19:30.


Έξω από το χώρο των Δικαστηρίων βρίσκονταν συγκεντρωμένοι τουλάχιστον 20 αλληλέγγυες και αλληλέγγυοι, που έκαναν αισθητή την παρουσία τους φωνάζοντας συνθήματα.


Γεγονός εξαιρετικά παρήγορο, σε μια συγκυρία κατά την οποία λόγω της πανδημίας έχει επιβληθεί στην κοινωνία ένα ιδιότυπο καθεστώς «γύψου», ενώ θεμελιώδη εργασιακά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα τελούν υπό αναστολή ή κατάργηση.

Κυριακή 15 Μαρτίου 2020

David Park: «Η φαντασία χρειάζεται να καλλιεργείται, να διεγείρεται και να τρέφεται»


Η αγάπη, η απώλεια, η ενοχή, το πένθος και η κάθαρση βρίσκονται στον «πυρήνα» του βραβευμένου και βαθιά συγκινητικού μυθιστορήματος του Ιρλανδού David Park Ταξιδεύοντας σε ξένη γη, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Gutenberg.


Ψυχικά γενναιόδωρος όσο και το βιβλίο του, ο συγγραφέας μοιράζεται αγωνίες, βιώματα και σκέψεις για μια πλειάδα ζητημάτων.


Το πρώτο σας βιβλίο, Πορτοκάλια από την Ισπανία, εκδόθηκε 30 χρόνια πριν, όταν διδάσκατε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Σε ποιο βαθμό έχει η διδακτική εμπειρία σας επηρεάσει ή εμπλουτίσει το γράψιμό σας; 


Ναι, ήμουν καθηγητής. Δεν είμαι σίγουρος ότι η σταδιοδρομία μου στη διδασκαλία με βοήθησε ιδιαιτέρως ως συγγραφέα- ως επί το πλείστον απλώς με έφθειρε! 


Υποθέτω, ωστόσο, πως όταν έχεις μια τάξη με τριάντα εφήβους την τελευταία ώρα ένα απόγευμα Παρασκευής, αυτό σου διδάσκει το όφελος μιας καλής ιστορίας. Μου έδωσε επίσης μια ιδιαίτερα οξεία ευαισθησία απέναντι στη βαριεστημάρα. 


Αυτό είναι πιθανόν βοηθητικό για έναν συγγραφέα που ψάχνει για κοινό. 


Το πιο πρόσφατο, βραβευμένο μυθιστόρημά σας Ταξιδεύοντας σε ξένη γη, θίγει οικουμενικά συναισθήματα και ζητήματα, όπως η αγάπη, η απώλεια, η ενοχή, το πένθος, η κάθαρση. Ταυτόχρονα, φαντάζει πολύ προσωπικό. Υπάρχουν όντως προσωπικά στοιχεία συνυφασμένα στην αφήγηση


Νομίζω ότι ένα βιβλίο πρέπει πάντα να φαντάζει προσωπικό, επειδή οι απαρχές του προέρχονται από βαθιά μέσα. 


Καθετί που γράφω τελικά προέρχεται από τη φαντασία, αλλά αυτή η φαντασία χρωματίζεται και διαμορφώνεται από την εμπειρία, πραγματική και έμμεση. 


Όντως είχα έναν γιο στο Πανεπιστήμιο του Σάντερλαντ που ήταν άρρωστος και δεν μπορούσε να έρθει στο σπίτι πριν τα Χριστούγεννα γιατί τα αεροδρόμια είχαν κλείσει λόγω του χιονιού. 


Δεν ταξίδεψα, όμως, για να τον παραλάβω. Ήμασταν κι εμείς αποκλεισμένοι- το αμάξι μου δεν μπορούσε να βγει έξω από το δρόμο μας. Έτσι, στη φαντασία μου η ιστορία ξεκίνησε ως «κι αν ένας πατέρας έπρεπε να κάνει αυτό το ταξίδι...»


Το μυθιστόρημά σας δημιουργεί την εντύπωση ενός προσκυνήματος, αν και ο αφηγητής δηλώνει πως δεν είναι θρησκευόμενος. Θα λέγατε ότι οι δικές σας θρησκευτικές/πνευματικές αγωνίες/ανησυχίες εισήλθαν σ’ αυτό; 


Αυτή είναι μια πολύ οξυδερκής ερώτηση. Μεγάλωσα στο περιβάλλον μιας Ευαγγελικής Προτεσταντικής Εκκλησίας, οπότε είμαι πολύ εξοικειωμένος με τη Βίβλο. 


Αν και δεν έχω κάποια παραδοσιακή θρησκευτική πίστη τώρα, έχω βαθιά επίγνωση πως κάποια από εκείνα τα θρησκευτικά στοιχεία διεισδύουν στη δουλειά μου- η πιθανότητα της κάθαρσης, του θαύματος, και κυρίως η ιδέα της μεταμόρφωσης. 


Αυτό που προσπαθώ να κάνω ως συγγραφέας είναι να φωτίσω ή να μεταμορφώσω, οσοδήποτε εφήμερα, την ανθρώπινη εμπειρία, να βρω τη στιγμιαία ομορφιά σ’ αυτό που μπορεί να θεωρηθεί συνηθισμένο ή κοινότοπο. 


Έχω επίσης την επίγνωση ότι αναζητώ πνευματικές εικόνες σ’ ένα μη θρησκευτικό κόσμο- κάτι προς το οποίο μπορούμε να ανασηκώσουμε το βλέμμα μας με ελπίδα. 


Στο μυθιστόρημα υπάρχουν τα χριστουγεννιάτικα φώτα και βεβαίως ο Άγγελος των τελευταίων σελίδων. 


Το χιόνι -εγγενώς αγνό, επικίνδυνο και παραισθησιακό ταυτόχρονα- κυριαρχεί στην αφήγηση. Τι σηματοδοτεί για σας, κυριολεκτικά και μεταφορικά, τι είδους μνήμες και φόβους ανακαλεί; 


Μια από τις καθοριστικές εμπειρίες που είχα ως παιδί ήταν το 1963, όταν βιώσαμε αυτό που αποκαλούσαμε «Το Μεγάλο Χιονιά»- ένα από τα μυθιστορήματά μου εκτυλίσσεται σ’ αυτό το πλαίσιο. 


Ζούσα στο Μπέλφαστ, μια ρυπαρή βιομηχανική πόλη που ξαφνικά κατέστη όμορφη. Όλη η ζωή σταμάτησε για βδομάδες


Μια νύχτα τόλμησα να βγω από το σπίτι, και στάθηκα και κοίταξα. Ο κόσμος έμοιαζε έντονα όμορφος, μυστηριώδης, τα αστέρια δεν είχαν ποτέ υπάρξει πιο πολυάριθμα στη βαθιά διάχυτη σιωπή.

Ήταν η πιο δυνατή συνειδητοποίησή μου της απεραντοσύνης του σύμπαντος. 


Στη σκέψη μου το χιόνι έχει διαφορετικές σημασίες- ναι, είναι όμορφο, αλλά είναι και ζοφερό, διαχωρίζοντας τον κόσμο από αυτό, κρατώντας τον παγωμένο και σιωπηλό. 


Και από το θρησκευτικό μου υπόβαθρο σκέπτομαι τη φράση από τη Βίβλο «αν οι αμαρτίες σας είναι κατακόκκινες, θα γίνουν λευκές σαν το χιόνι». Επομένως, έχει επίσης να κάνει με τον εξαγνισμό και τον καθαρισμό. 


Υπάρχει πληθώρα προσεκτικά ενσωματωμένων αναφορών στη μουσική, τη φωτογραφία, τη ζωγραφική, τη λογοτεχνία. Λειτουργούν αυτές οι διαφορετικές μορφές τέχνης ως πηγές έμπνευσης στην καθημερινή σας ζωή; 


Με ενδιαφέρουν όλες οι μορφές τέχνης και τις απολαμβάνω. Πάντα γράφω με τη συνοδεία μουσικής, αν και έπειτα από λίγο σταματώ να την ακούω. Καθετί που βλέπουμε και βιώνουμε μας βοηθά να είμαστε δημιουργικοί με τον τρόπο μας. 


Θα πάω στη συναυλία του Nick Cave αργότερα μέσα στο χρόνο και πραγματικά ανυπομονώ. Έχει χάσει έναν γιο και με είχε συγκινήσει πολύ το CD του Skeleton Tree.


Καθώς διάβαζα το βιβλίο σας, μπορούσα να οπτικοποιήσω και να ακούσω ό,τι συνέβαινε λόγω της χρήσης της εικόνας και του ήχου με τρόπο που τα καθιστά χειροπιαστά. Πώς δουλεύετε με την κατασκευή αυτών των στοιχείων


Φοβάμαι ότι δεν μπορώ να σε βοηθήσω με πληροφορίες σχετικά με την πραγματική διαδικασία της συγγραφής, γιατί όταν γράφω είναι σε μεγάλο βαθμό μια ενστικτώδης δημιουργική πράξη. Δεν μπορώ να την αναλύσω, δεν μπορώ να εξηγήσω τι κάνω. 


Υπάρχουν προφανώς συνειδητές αποφάσεις αναφορικά με την αφήγηση, το ρυθμό, τους χαρακτηρισμούς, αλλά η καρδιά της συγγραφής προέρχεται από κάπου αλλού. Δεν ξέρω το όνομα αυτού του μέρους, αλλά εμπιστεύομαι αυτό που μου λέει. 


Ένα μικρό παράδειγμα, λοιπόν. Στην αρχή του βιβλίου, ο Τομ τοποθετεί το αντίσκηνο της κόρης του στο πορτ-μπαγκάζ του αυτοκινήτου. 


Όταν το έγραψα, δεν είχα ιδέα γιατί το είχα περιλάβει, αλλά στο τέλος γίνεται απίστευτα σημαντικό- ένα απρόσμενο σύμβολο συμπόνιας. 


Πρέπει να ξέρω την αρχή και το τέλος μιας ιστορίας, αλλά δεν ξέρω τίποτα για το ενδιάμεσο όταν ξεκινώ. Καθετί απλά συμβαίνει, τίποτα δεν είναι προσχεδιασμένο


Απ’ όσο ξέρω, έχετε γράψει εκτενώς για τις «Ταραχές». Πώς αξιολογείτε την τρέχουσα πολιτική κατάσταση στη Βόρεια Ιρλανδία, ιδίως μετά τις πρόσφατες εκλογές που σηματοδότησαν μια αύξηση στη δημοτικότητα του Σιν Φέιν; 


Έχουμε διανύσει πολύ δρόμο πολιτικά, αλλά, αν και οι «Ταραχές» τερματίστηκαν δεκαετίες πριν, το παρελθόν μάς στοιχειώνει ακόμα. 


Συνεχίζουμε να έχουμε δύο διαφορετικές εθνικές βλέψεις στο Βορρά όπου ζω και δύο διαφορετικές αφηγήσεις του παρελθόντος. 


Πριν ποτέ αποθεραπευτούμε πλήρως ή χτίσουμε ένα καλύτερο μέλλον, χρειάζεται να βρούμε ένα τρόπο να καταπιαστούμε με το παρελθόν. 


Είναι μια προσωπική γνώμη, αλλά νομίζω ότι η θεραπεία θα βρεθεί μόνο όταν μπορέσουμε να δημιουργήσουμε μια κοινή εικόνα που θα συμβολίζει τον πόνο που έχουμε προκαλέσει ο ένας στον άλλο, αλλά και θα μας επιτρέπει να κοιτάξουμε προς το μέλλον. 


Kαι σχετικά με το Brexit -επίσημο πλέον-, που, σύμφωνα με τον αφηγητή σας, «έχει καταστρέψει τις προοπτικές όλων των παιδιών μας»; 


Το Brexit είναι μια τραγωδία. Ποτέ δεν πρόκειται να εγκαταλείψω το να είμαι Ευρωπαίος. Η λογοτεχνία και όλες οι μορφές τέχνης δεν μπορούν ποτέ να περιοριστούν από επιβεβλημένα σύνορα.


Το Brexit είναι στενόμυαλο, εσωστρεφές, η απόλυτη αντίθεση της τέχνης, η οποία πάντα μας ενθαρρύνει να απλωνόμαστε πέρα από τους εαυτούς μας. 


Τελικά, μοιάζει η συγγραφή -και, κατά καιρούς, ακόμα κι η ίδια η ζωή- με ταξίδι σε ή προς μια μια ξένη γη, κατά τη γνώμη σας; 


Η φαντασία είναι μια παράξενη γη, αλλά το να ταξιδεύουμε σ’ αυτή είναι για όλους μας, όποια κι αν είναι τα ταλέντα μας και όπου κι αν βρίσκονται, ζωτικό κομμάτι τού να είμαστε ζωντανοί και υγιείς. 


Η φαντασία χρειάζεται να καλλιεργείται, να διεγείρεται και να τρέφεται. Βρίσκεται στην καρδιά των πιο σπουδαίων ανθρώπινων επιτευγμάτων. Οι άνθρωποι που λένε πως δεν έχουν φαντασία αδικούν τον εαυτό τους και περιορίζουν τις δυνατότητές τους. 


Επιπλέον προσφέρει -ή μπορεί να προσφέρει- κάποια ανακούφιση, παρηγοριά και ίσως μια σταλιά ελπίδας, κατά τον τρόπο που το κάνει το μυθιστόρημά σας; 


Υπάρχει πάντα μια σταλιά ελπίδας, λύτρωσης, συγχώρεσης, σύνδεσης με άλλες ανθρώπινες ψυχές, αν μπορέσουμε να βρούμε κάτι πέρα από τους περιορισμούς μας προς το οποίο μπορούμε να στρέψουμε το βλέμμα μας. Ίσως τελικά αυτό είναι η αγάπη


Αφιερώνετε το μυθιστόρημά σας στα παιδιά σας. Είναι αυστηροί αναγνώστες της δουλειάς σας;


Τα παιδιά μου, που είναι νεαροί έφηβοι, έχουν διαβάσει το Ταξιδεύοντας σε ξένη γη, αλλά γενικά δεν είναι αναγνώστες της δουλειάς μου, κι είμαι απολύτως ευτυχής μ’ αυτό. Ποιο παιδί θέλει να ξέρει καθετί που υπάρχει στο μυαλό του πατέρα του; 


Η σύζυγός μου τους δίνει ένα αντίτυπο κάθε βιβλίου που γράφω και ίσως κάποια μέρα στο μέλλον η περιέργειά τους θα τους οδηγήσει στο να τα διαβάσουν. 


Γιάννη, σ’ ευχαριστώ και πάλι για το ενδιαφέρον σου σχετικά με τη δουλειά μου. Το εκτιμώ πολύ!


Photo credit (David Park): Sophie Park.


Ευχαριστώ θερμά την Rebekah McDermott, υπεύθυνη για τα δικαιώματα του βιβλίου στην Ελλάδα, για την καθοριστική συμβολή της στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.


Το μυθιστόρημα του David Park Ταξιδεύοντας σε ξένη γη κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Gutenberg σε μετάφραση του Νίκου Μάντη