Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2019

Ναντάβ Λαπίντ: «Κάθε εθνική Ιστορία είναι συνώνυμη με την άλλη»


Ένας νεαρός Ισραηλινός επανεπινοεί τον εαυτό του μέσω της γαλλικής γλώσσας στην πολυσυζητημένη αυτοβιογραφική ταινία του Ναντάβ Λαπίντ Συνώνυμα, που απέσπασε τη Χρυσή Άρκτο στη φετινή Μπερλινάλε.


Μετά την πανελλήνια «πρώτη» τους στις φετινές Νύχτες Πρεμιέρας, τα Συνώνυμα συναντούν το κοινό τους από τις 17 Οκτωβρίου, κι εγώ τον σκηνοθέτη.


Γιατί Συνώνυμα, και γιατί αυτή η ιδιαίτερη εμμονή με τη γλώσσα, την οποία υποθέτω ότι μοιράζεσαι με τον πρωταγωνιστή του φιλμ, μιας κι είναι ένα alter ego σου;


Υπάρχουν διάφορες ερμηνείες.


Η ταινία είναι βασισμένη πολύ στη δικιά μου εμπειρία. Ο πρωταγωνιστής δεν αποστασιοποιείται μόνο σωματικά από τη χώρα του, αλλά και από τη συνολική πολιτισμική ταυτότητα που διατρέχει την προηγούμενη ζωή του.


Αυτη η αποστασιοποίηση περνάει λογικά μέσα από τη γλώσσα, κι έπειτα, ξαφνικά, βλέπουμε έναν άνθρωπο χωρίς λέξεις, που από πρόθεση αποφάσισε να εγκαταλείψει τις λέξεις του. 


Και να βρει καινούριες ή καινούριες συνδέσεις με τη γλώσσα.


Ακριβώς.


Πρέπει, λοιπόν, να επινοήσει εκ νέου τον εαυτό του στη Γαλλία σε μια νέα γλώσσα. Σ’ αυτό το επίπεδο, θα έλεγα πως οι λέξεις στα γαλλικά πηγαίνουν πολύ πιο μακριά από το λειτουργικό ρόλο τους. 




Είναι ένα πραγματικό μονοπάτι προς μια πιθανή λύτρωση, και αποτελούν ένα μικρό θρίαμβο, μια μικρή νίκη έναντι του πρότερου εαυτού του.


Ασφαλώς, αφού αποφάσισα να πεθάνω και να θαφτώ στο Παρίσι, κατάλαβα ότι τα γαλλικά μου έπρεπε να πάνε πέρα από τις ανάγκες της επιβίωσης. Κατά κάποιο τρόπο, θέλεις να είσαι πιο Γάλλος από τους Γάλλους. 


Τι σηματοδοτεί κάθε λέξη;


Κάθε λέξη είναι κάτι μαθηματικό, μετατρέπεται σε έξι ή επτά ή οκτώ, και μπορείς να εντυπωσιάσεις τους ανθρώπους με μια λίστα από συνώνυμα. Έτσι το αντιλήφθηκα με το μυαλό μου.


Ήμουν πολύ μόνος, και δεν είχα πολλές ευκαιρίες να εξασκώ τη γλώσσα με ανθρώπους. Κάθε φορά που είχα αυτή τη δυνατότητα, τούς εκσφενδόνιζα μια λίστα από συνώνυμα. 


Κάθε συζήτηση διαρκούσε μια ώρα, γιατί κάθε πρόταση πολλαπλασιαζόταν στην εβδόμη. Η κατάσταση με τα συνώνυμα έγινε τα γαλλικά μου. Κι ίσως όλες οι χώρες είναι συνώνυμα. Κάθε εθνική Ιστορία είναι συνώνυμη με την άλλη. 


Πιστεύεις, λοιπόν, ότι μέσω αυτής της εξερεύνησης των γαλλικών επανασυνδέθηκες με την ισραηλινή ή την εβραϊκή διάσταση της ταυτότητάς σου ή αναθεώρησες τη στάση σου έναντι του ισραηλινού κράτους;


Υπάρχει κάτι από τον περιπλανώμενο Ιουδαίο στον Γιοάβ. Εγκαταλείπει την εθνική γλώσσα του, για να μελετήσει τα γαλλικά, και πρέπει να σαγηνεύσει τους ντόπιους, για να του ρίξουν ένα νόμισμα ή ένα κομμάτι ψωμί.


Χωρίς πατρίδα, χωρίς γλώσσα, υιοθετεί την τοπική ταυτότητα. Κατά κάποιο τρόπο, αυτό είναι κάτι πολύ εβραϊκό. Ονειρεύεται τη Γαλλία με τον τρόπο που οι Εβραίοι ονειρεύονταν τον Ισραήλ, με μια σχεδόν μεσσιανική στάση έναντι της Γαλλίας. 




Και σίγουρα υπάρχει κάτι που θυμίζει Γκοντάρ από την άποψη της κινηματογραφικής γλώσσας που χρησιμοποιείς. Εντοπίζεις ίχνη επιρροών από τον γκονταρικό τρόπο τού να κάνεις σινεμά;


Οποτεδήποτε εξερευνάς τη σχέση ανάμεσα στη γλώσσα και την εικόνα, βρίσκεσαι σε μια γκονταρική περιοχή. 


Η ταινία, εξάλλου, «παίζει» με τα γαλλικά αρχέτυπα, τα γαλλικά σύμβολα με τη χρήση της δικιάς της «γραμματικής», κι αυτό το ζευγάρι νεαρών Γάλλων που συναντά είναι όσο πιο γαλλικό γίνεται. Σαν να έχουν ξεπηδήσει από γαλλικό φιλμ.


Ταυτόχρονα, η ταινία «φλερτάρει» με τα αρχέτυπα του γαλλικού σινεμά, με τη Νουβέλ Βαγκ και τον Γκοντάρ, ιδιαιτέρως, και τα καταστρέφει, σαν να τα καλεί σε μονομαχία. Υπονοεί ένα αντίθετο σύστημα. 


Καλεί και το κοινό σε μια διανοητική, αισθητική, ακόμη και κινηματογραφική «μονομαχία». Δεν είναι από τα φιλμ που μπορούν εύκολα να «χωνευτούν», και σίγουρα όχι βλέποντάς το μια φορά. Συμφωνείς;


Δεν μπορεί να «χωνευτεί» εύκολα, αλλά την ίδια στιγμή η διχοτομία ανάμεσα σ’ εκείνους που το αγαπούν κι εκείνους δεν το αγαπούν δεν είναι τόσο ξεκάθαρη.


Υπάρχει μια δόνηση σχεδόν σωματική σ’ αυτό, που μπορεί να φτάσει σε πολλούς ανθρώπους, εφόσον η ψυχή, η καρδιά και το μυαλό τους είναι ανοιχτά. Είναι μια συναισθηματική ταινία, νομίζω.


Ίσως όχι με το συνήθη, τον κλασικό τρόπο, έχει τη δικιά της κλίμακα συναισθημάτων, και το δικό της μονοπάτι για να φτάσεις εκεί. 




Μιλώντας για σωματικότητα, μεγάλο μέρος της σίγουρα αποδίδεται στον Τομ Μερσιέ, τον πρωταγωνιστή σου, και την προσωπικότητά του. Είσαι ευτυχής με την επιλογή σου, φαντάζομαι.


Ο Τομ Μερσιέ είναι ένα είδος θαύματος για το φιλμ. Ο ρόλος του είναι από τους πιο απαιτητικούς που έχω δει στο σινεμά. Η ταινία είναι «γραμμένη» στο σώμα και τις λέξεις του.


Ο Τομ είναι μοναδική περίπτωση. Όταν ήταν νέος, ήταν πρωταθλητής του τζούντο. Έπειτα το εγκατέλειψε κι έγινε χορευτής, και μπορείς να δεις αυτό το συνδυασμό μέσα του, της τρυφερότητας/ευθραυστότητας και της βιαιότητας/εκρηκτικότητας.


Ταυτόχρονα είναι σκληρά εργαζόμενος και υπάκουος και χωρίς όρια. Ποτέ δεν έχω δει κάποιον τόσο ελεύθερο. Δε γνωρίζει ότι υπάρχουν όρια. Είναι ένα είδος υπερήρωα στο πλατό.


Παρακολούθησα την ταινία σου στο φετινό Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Σαράγεβο σε ένα γεμάτο Kino Meeting Point. Θα ήθελα να μου μιλήσεις για την εμπειρία σου εκεί, μιας κι υπήρξες και μέλος κριτικής επιτροπής.


Συνήθως δεν ασκώ πλέον καθήκοντα μέλους κριτικής επιτροπής, είναι κάτι χρονοβόρο.


Σ’ αυτή την περίπτωση αποδέχτηκα την πρόσκληση, γιατί υπάρχει κάτι τόσο συγκινητικό στην πόλη. Αυτό το μέρος είναι ένα είδος θαύματος.


Πριν από λίγα χρόνια, οι άνθρωποι αλληλοπυροβολούνταν κι η πόλη είναι γεμάτη με μικρά νεκροταφεία. Σήμερα, κάθονται στο σινεμά και συζητάνε για ταινίες.


Διερωτώμαι: Πότε θα καταστεί αυτό δυνατό στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Ιερουσαλήμ; Πότε ένα φεστιβάλ θα γίνει το σύμβολο της ικανότητας του ανθρώπου να υπερβεί την ίδια του τη φύση; Υποθέτω πως αυτό δε θα συμβεί σύντομα.


Μερικές φορές, ωστόσο, η ζωή είναι απρόσμενη.




Ποια ήταν η υποδοχή του φιλμ στο Ισραήλ, δεδομένης της επαμφοτερίζουσας στάσης σου έναντι της χώρας;


Ήταν συντεθειμένη από όλων ειδών τα στοιχεία.


Το ότι κέρδισα τη Χρυσή Άρκτο προκάλεσε πολύ ενθουσιασμό στο Ισραήλ, γιατί οι άνθρωποι «διψούν» για φυσιολογικά επιτεύγματα: να νικούν όχι μόνο με βλήματα, αλλά και στα φεστιβάλ. 


Όταν άρχισαν να μεταδίδονται οι πιο προβοκατόρικες σκηνές της ταινίας, οι άνθρωποι δεν ήξεραν πια αν επρόκειτο για ισραηλινή περηφάνια ή ντροπή και δημιουργήθηκε τεράστια πολεμική.


Υπήρξαν κάποιες απειλές. Ακόμα κι η Υπουργός Παιδείας έστειλε ένα ηλίθιο τουίτ πως δεν ξέρει αν η ταινία συνάδει με τον ισραηλινό νόμο. 


Όταν βγήκε στις αίθουσες, οι κριτικοί τη λάτρεψαν. Ήταν λίγο περιορισμένοι στην οπτική τους σχετικά με το φιλο- ή αντι-ισραηλινό χαρακτήρα της, πάντως.


Όσον αφορά στο κοινό;


Όσον αφορά στο φυσιολογικό κοινό, ήρθα αντιμέτωπος με πολύ λίγες άμεσες ερωτήσεις πολιτικής φύσης. Κατανόησαν το φιλμ σε ένα πιο υπαρξιακό, οικουμενικό επίπεδο.


Ταυτόχρονα, συγκινήθηκα πολύ από πολλούς νέους ανθρώπους που μου έστειλαν μηνύματα πως αυτή ακριβώς είναι η ιστορία τους, αυτός ο συνδυασμός οικειότητας κι εχθρότητας απέναντι στη χώρα.


Χάρηκα πολύ γιατί σε όλο τον κόσμο οι άνθρωποι παίρνουν την ταινία πολύ προσωπικά. Νιώθουν ότι μιλάει γι’ αυτούς, κατά κάποιο τρόπο. 


Photo credit (Ναντάβ Λαπίντ): Γιάννης Κοντός.


Η ταινία του Ναντάβ Λαπίντ Συνώνυμα προβάλλεται στους κινηματογράφους από τις 17 Οκτωβρίου σε διανομή της Weird Wave

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου