Ο «βασιλιάς» του
ιρλανδικού νουάρ Στιούαρτ Νέβιλ επισκέφτηκε πριν από λίγες μέρες για πρώτη φορά την
Αθήνα προσκεκλημένος των Εκδόσεων Μεταίχμιο, προκειμένου να παρουσιάσει
στο αθηναϊκό κοινό το έργο του και να συνομιλήσει μ’ αυτό. Λίγες ώρες πριν την παρουσίαση, κουβεντιάσαμε μαζί του για τη στρατιωτική και την παραστρατιωτική βία, τη Βόρεια Ιρλανδία, το Μπέλφαστ, τη λογοτεχνία και τη μουσική.
Διαβάζοντας
το πρώτο σου βιβλίο, Τα φαντάσματα του
Μπέλφαστ, ανακάλυψα, από τη μία, ένα μεγάλο λογοτεχνικό ταλέντο, μια νέα
φωνή.
Σε ευχαριστώ.
Από
την άλλη, αυτό που με προβλημάτισε, και σε κάποιο βαθμό με ενόχλησε, ήταν η
αποτύπωση των χαρακτήρων της ρεπουμπλικανικής πλευράς. Πέρα από τον μεταμελημένο
εκτελεστή του IRA,
όλοι οι υπόλοιποι φαίνονταν βαθιά ανήθικοι, αιμοδιψείς, υποκριτές. Δεν υπήρχε,
λοιπόν, τίποτε ευγενές στον αγώνα ή σε κάποιες πρακτικές τους;
Όχι. Κάθε οργάνωση που
σκοτώνει παιδιά είναι κακή. Στο δεύτερο
και στο τρίτο βιβλίο μου ασχολούμαι περισσότερο με την πλευρά των φιλοβρετανών
παραστρατιωτικών. Αλλά οι παραστρατιωτικοί όλων των ειδών είναι ένας καρκίνος
στη Βόρεια Ιρλανδία. Οποιαδήποτε ιδεολογία κι αν επικαλούνται, οι μεθοδολογίες
της βίας για μένα δεν μπορούν ποτέ να δικαιολογηθούν.
Ακόμα
κι όταν οι στόχοι είναι στρατιωτικοί;
Κατά πρώτον, το 49% των
στόχων του IRA
ήταν
πολίτες. Επίσης, χρησιμοποιούσε αυτό τον όρο πολύ χαλαρά. Ο πατέρας ενός φίλου
μου από το σχολείο πυροβολήθηκε μπροστά του μέχρι θανάτου. Ήταν πολίτης, αλλά
εύκολος στόχος. Δεν υπάρχει τίποτε ευγενές σε κάτι τέτοιο.
Σε
ό,τι αφορά το συγκεκριμένο περιστατικό συμφωνώ.
Ο IRA δεν
εμπλεκόταν σε μάχη. Σκότωνε ανθρώπους καθώς έβγαιναν από τα σπίτια τους ή ήταν
ευάλωτοι. Στοχοποιούσαν τους αστυνομικούς. Αλλά εμείς, ως χώρα, δικαιούμασταν
μια αστυνομική δύναμη. Αν μπορείς να δικαιολογήσεις τη στοχοποίηση κάποιου
επειδή απλώς τυχαίνει εργάζεται στην Αστυνομία, αυτός είναι καλός λόγος να
σκοτώσεις έναν ταχυδρομικό υπάλληλο, έναν κυβερνητικό υπάλληλο. Είναι τόσο
ευρύς ο ορισμός του ποιος είναι θεμιτός στόχος που κατέληξε να μην έχει νόημα.
Ασφαλώς
δεν ασκούν όλοι εξουσία, ούτε λειτουργούν κατασταλτικά με την ίδια έννοια. Ένας
στρατιώτης ή ένας αστυνομικός έχουν, για παράδειγμα, διαφορετική εξουσία πάνω
στους πολίτες μιας χώρας από έναν ταχυδρομικό υπάλληλο.
Από την άλλη, και μόνο το
γεγονός ότι κάποιος φορά στολή δεν τον καθιστά για μένα θεμιτό στόχο. Για σένα,
μπορεί να είναι ο καταπιεστής έναντι του επαναστάτη, αλλά αυτό είναι μια πολύ
απλουστευτική προσέγγιση.
Η κατάσταση είναι πολύ
πιο περίπλοκη και, λάβε υπόψη σου, πως ο ίδιος ο IRA στα
πρώτα του βήματα ήταν μια δεξιά οργάνωση μέχρι τη δεκαετία του ’60. Ταυτίστηκε
με τους Ναζί κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και, τελικά, έγινε μαρξιστικός,
γεγονός που συνέπεσε με μια αύξηση στη βία του. Αυτά έγιναν με «φόντο» το
Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα. Αλλά ο IRA κατέστρεψε
αυτό το Κίνημα με το να το επισκιάσει, όταν ήταν στα πρόθυρα να πετύχει κάτι.
Αλλά και οι φιλοβρετανοί ήταν εξίσου μοχθηροί. Διαφορετικοί παίχτες, διαφορετικές
ατζέντες.
Ως
άτομο είσαι επομένως, αντίθετος σε κάθε μορφή στρατιωτικής ή παραστρατιωτικής
βίας από όπου κι αν προέρχεται και προς όποιον κι αν κατευθύνεται.
Ναι.
Το
Μπέλφαστ προβάλλει ως ένας άλλος χαρακτήρας στα βιβλία σου. Ζεις εκεί όλη σου
τη ζωή, έτσι;
Στην πραγματικότητα δε ζω
στο Μπέλφαστ, αλλά σε ένα προάστιο μισή ώρα έξω από αυτό. Είναι η πιο κοντινή
μεγάλη πόλη. Ανέκαθεν, λοιπόν, υπήρξε η πόλη μου και την είδα να αλλάζει
δραστικά.
Με
ποια έννοια, για το καλό ή για το κακό;
Κυρίως για καλό. Όταν
ήμουν έφηβος, πηγαίναμε με τον φίλο μου στο Μπέλφαστ με δίσκους. Ανταλλάσσαμε
δίσκους. Αλλά, για να εισέλθεις στο κέντρο του, έπρεπε να περάσεις από έλεγχο
ασφαλείας. Αν ήθελες να μπεις σε πολυκατάστημα, θα έψαχναν την τσάντα σου. Στις
6 κάθε βράδυ έκλεινε με εμπόδια, για να μην μπουν αυτοκίνητα με βόμβες. Έτσι,
κάθε φορά πέθαινε τη νύχτα. Καθόλου νυχτερινή ζωή, η πόλη απλώς άδειαζε κάθε
βράδυ. Το Μπέλφαστ είναι πλέον εντελώς ανοιχτό. Είναι μια πολύβουη πόλη με καλά
εστιατόρια, θέατρα, σινεμά, μαγαζιά.
Ταυτόχρονα, έχει χάσει
πολλή από την ταυτότητά του. Θα μπορούσε να είναι μια οποιαδήποτε άλλη πόλη.
Έχει τα ίδια πολυκαταστήματα, με τις ίδιες μάρκες. Πρόκειται για το τίμημα που
πρέπει να πληρώσουμε μόνο και μόνο για να έχουμε μια πόλη που είναι ζωντανή.
Και
η φτώχεια; Αναφέρεις σε κάποιο βιβλίο σου ότι ο κύριος εχθρός ήταν, ή θα έπρεπε
να είναι, η φτώχεια. Έχει βελτιωθεί η κατάσταση;
Όχι τόσο όσο θα έπρεπε. Η
εκπαίδευση παραδοσιακά αντιμετωπιζόταν με υποψία από ανθρώπους με προτεσταντικό
υπόβαθρο, ενώ εκείνοι με καθολικό υπόβαθρο την εξελάμβαναν ως μέσο ανέλιξης. Αυτό
χρονολογείται από την εποχή κατά την οποία, αν προερχόσουν από την εργατική
τάξη, αναμενόταν να εγκαταλείψεις το σχολείο στα 15 ή τα 16 και να ξεκινήσεις
μια μαθητεία ή δουλειά στα ναυπηγεία. Αν ήσουν Καθολικός, δεν υπήρχαν τέτοιες
δουλειές για σένα. Ο μόνος τρόπος να προοδεύσεις ήταν μέσω της εκπαίδευσης.
O Ρέιμοντ Τσάντλερ είχε κάποτε πει πως «μια καλή ιστορία δεν μπορεί να επινοηθεί,
πρέπει να αποσταχθεί». Ισχύει αυτό για σένα; Πώς αντιλαμβάνεσαι την αφήγηση
και τη συγγραφή ιστοριών και από πού κυρίως αντλείς την έμπνευσή σου;
Όλα έχουν να κάνουν με
τους χαρακτήρες. Κάθε ιστορία, κάθε πλοκή είναι αποτέλεσμα των επιλογών των χαρακτήρων.
Αν δεν τους αποτυπώσεις, λοιπόν, σωστά, τίποτε άλλο δε λειτουργεί. Όλα «ρέουν»
μέσω των χαρακτήρων. Και κάθε ιστορία καθοδηγείται από τις επιθυμίες του
χαρακτήρα να πετύχει κάτι ή να παλέψει γι’ αυτό.
Και
από τις εσωτερικές συγκρούσεις μεταξύ των χαρακτήρων.
Έπειτα, από τη σύγκρουση
ανάμεσα στον πρωταγωνιστή και τον ανταγωνιστή, την επιθυμία και την αντίπαλη
επιθυμία.
Πώς
διαλέγεις τους χαρακτήρες σου, πώς αναδύονται;
Τείνουν να εμφανίζονται
πλήρως σχηματισμένοι. Ο Τζέρι Φέγκαν, ο χαρακτήρας από το πρώτο μου μυθιστόρημα
Τα φαντάσματα του Μπέλφαστ, προέκυψε
πλήρως σχηματισμένος, καθώς και όλοι οι υπόλοιποι γύρω του. Κάποιοι μπορεί να
αναπτυχθούν περισσότερο με την πάροδο του χρόνου, όπως, για παράδειγμα, οι
χαρακτήρες των ντετέκτιβ.
Όπως
του Τζακ Λένον.
Όπως αυτού. Εξελίχθηκε με
την πάροδο κάποιου χρόνου. Ή της Σερίνα Φλάναγκαν, που πέρασε από διαφορετικές
εκδοχές.
Εξελίσσεσαι
κι εσύ μαζί με τους χαρακτήρες σου; Αποφεύγεις να επαναλαμβάνεις πετυχημένες «συνταγές».
Ποτέ δεν υπήρξα
ιδιαίτερος αναγνώστης σειρών. Το σημαντικό είναι το σκηνικό, και πώς οι
χαρακτήρες το διασχίζουν.
Επιστρέφοντας
στο Μπέλφαστ, νομίζεις ότι έχει καταφέρει να ξεφορτωθεί τα οποιασδήποτε φύσης φαντάσματά
του;
Όχι ακριβώς. Υπάρχει μια
σκοτεινιά στο βάθος. Κι ένα πρόβλημα, τα τελευταία χρόνια, η ωραιοποίηση όσων
συνέβησαν, κυρίως από τους Ρεπουμπλικανούς. Η ειρηνευτική διαδικασία ξεκίνησε
το 1994 και υπάρχουν νεαροί, ενήλικοι τώρα, που δε γνωρίζουν ότι τους πουλάνε
μια «γυαλισμένη» και ανακριβή εκδοχή των γεγονότων τα οποία έλαβαν χώρα, πως ο
αγώνας τους (σημ.: των παραστρατιωτικών οργανώσεων) ήταν βρώμικος και σαδιστικός.
Κι αυτό είναι επικίνδυνο, γιατί καθιστά πιο εύκολη την εκ νέου διολίσθηση σ’
εκείνη την εποχή. Είναι σε εξέλιξη ένας αναθεωρητισμός, κι ένα «ξέπλυμα».
Παράλληλα, στο ίδιο το Μπέλφαστ
η ζωή έχει εξομαλυνθεί, οι άνθρωποι ενδιαφέρονται για εκπαίδευση, δουλειές και
το περιβάλλον τους, ενώ το πολιτικό ζήτημα των συνόρων στη Βόρεια Ιρλανδία έχει
υποχωρήσει στον κατάλογο των προτεραιοτήτων.
Στο
πλαίσιο της απαλλαγής από τα φαντάσματα του παρελθόντος, εκτιμάς την αποχώρηση
του Τζέρι Άνταμς από την ηγεσία του Σιν Φέιν το 2018 ως θετική εξέλιξη;
Νομίζω ότι θα είναι πολύ
ενδιαφέρον να δούμε τι θα συμβεί. Ίσως σπρώξουν το παρελθόν ακόμα πιο μακριά,
αποστασιοποιούμενοι από την παραστρατιωτική βία.
Εσύ
παλεύεις με φαντάσματα οποιουδήποτε είδους;
Δε νομίζω... Όχι. Είμαι
πολύ βαρετός.
Αυτό
είναι καλό για τη διανοητική και ψυχική σου ισορροπία!
Έχω δυο μικρά παιδιά και
θέλω να τους δώσω μια αξιοπρεπή ζωή. Πιο πολύ με απασχολεί το προς το ζην.
Είσαι
και πολύ παραγωγικός συγγραφέας.
Δε νιώθω παραγωγικός.
Γνωρίζω συγγραφείς που εκδίδουν πολύ περισσότερα απ’ ό,τι εγώ. Οι εκδότες αστυνομικών
βιβλίων περιμένουν ένα βιβλίο το χρόνο.
Ασχολείσαι,
επίσης, με τη μουσική.
Ναι! Μικρός, ήθελα να
γίνω συγγραφέας. Έπειτα, πήρα μια κιθάρα στα χέρια μου και είπα πως θέλω να
γίνω ροκ σταρ.
Λειτούργησε;
Όχι! (Γέλια). Ξαναγύρισα,
λοιπόν, στη συγγραφή. Έχω ένα συγκρότημα τώρα με συγγραφείς αστυνομικής
λογοτεχνίας. Παίζουμε live
για
το κέφι μας, δεν έχουμε ηχογραφήσει κάτι. Κι όλα τα τραγούδια συνδέονται με το
έγκλημα, όπως το I
fought
the
law,
το
Werewolves
of
London και άλλα.
Ίσως,
επομένως, όταν ξανάρθεις στην Ελλάδα, να σε καλωσορίσουμε και ως μουσικό.
Ποτέ δεν ξέρεις!
Οι φωτογραφίες του Στιούαρτ
Νέβιλ είναι του Σπύρου Κατωπόδη/vi3w.com.
Ευχαριστώ
θερμά την Ντόρα
Τσακνάκη από το Γραφείο Τύπου
των Εκδόσεων Μεταίχμιο, από τις
οποίες κυκλοφορούν στα ελληνικά 4
από τα μυθιστορήματα του Στιούαρτ Νέβιλ, για την πολύτιμη συμβολή της στον προγραμματισμό της συνέντευξης με τον συγγραφέα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου