Παρασκευή 8 Μαρτίου 2024

Ρένσο Ροσέλο: «Η σεξουαλική βία είναι από τις πιο επώδυνες πληγές της κοινωνίας μας»

 

Ρένσο Ροσέλο (Φωτογραφία: Darwin Borrelli)

Μια νεαρή νοσοκόμα καταφεύγει σε μια ομάδα ηλικιωμένων ανταρτών προκειμένου να τους «πείσει» να αποδώσουν δικαιοσύνη για τον βιασμό και τη δολοφονία μιας 12χρονης. Ένα αιματοβαμμένο «γαϊτανάκι» ξετυλίγεται.

Ιδού ο «καμβάς» του νευρώδους νουάρ μυθιστορήματος του Ουρουγουανού συγγραφέα και δημοσιογράφου Ρένσο Ροσέλο, Ο αγωνιστής. Μια συζήτηση με τον συγγραφέα.

«Ο πόλεμος είναι σαν τη φωτιά: όσοι δεν αφήνουν στην άκρη τα όπλα, κατασπαράζονται από αυτά».

Τάδε έφη Σουν Τσου στην Τέχνη του πολέμου, και τον παραθέτετε στην εισαγωγή του Αγωνιστή, του πρώτου (νουάρ) μυθιστoρήματός σας που μεταφράζεται/κυκλοφορεί στα ελληνικά. Γιατί;

Μεταξύ όλων των γνώσεων που συγκεντρώνονται στο Η τέχνη του πολέμου, υπάρχουν πολλές δηλώσεις οι οποίες προκαλούν εντύπωση με διαφορετικό τρόπο.

Αυτή η φράση, συγκεκριμένα, με εντυπωσίασε ιδιαίτερα όταν σκέφτομαι πολλά πρώην μέλη του ένοπλου αγώνα που αρπάχτηκαν από την ιδέα του «μέσω των όπλων» και κατέληξαν, κυριολεκτικά, εξοντωμένοι από αυτά.

Δηλαδή σκοτώθηκαν ή κατέληξαν να πληρώνουν για τις πράξεις τους ως κοινοί εγκληματίες.

Όμως, κατά μία έννοια συμβολική και μεταφορική ενός τρόπου σκέψης που καλλιεργήθηκε τη δεκαετία του 1960 στις λατινοαμερικάνικες χώρες, τα «οπλισμένα κεφάλια», όπως τους ονόμασε κάποια στιγμή κάποιος παλιός αγωνιστής της άκρας Αριστεράς, συνέχισαν να αναμασούν την αποστροφή τους προς το σύστημα, όταν η χώρα είχε επανέλθει πλήρως στη δημοκρατία και κανείς δεν ήθελε, ούτε να ακούει, για ένοπλο αγώνα.

Πολλοί σήμερα ζουν ακόμη με αυτές τις ιδέες να τους κατατρώνε και χωρίς κριτική σκέψη που θα ωφελήσει τη συζήτηση.

Η Ίρμα Αράος, μια νεαρή νοσοκόμα, καταφεύγει σε μια ομάδα ηλικιωμένων ανταρτών προκειμένου να τους «πείσει» να αποδώσουν δικαιοσύνη για τον βιασμό και τη δολοφονία μιας 12χρονης. Ένα αιματοβαμμένο «γαϊτανάκι» ξετυλίγεται.

Ιδού ο «καμβάς» του βιβλίου σας. Γιατί διατηρούν αίγλη και κύρος -μυθιστορηματικό και άλλο- το αντάρτικο και οι -παροπλισμένοι- αντάρτες, τουλάχιστον για εσάς;

Ακόμα διατηρείται κάποιος ρομαντισμός γύρω από το κίνημα των Τουπαμάρος των πρώτων χρόνων της δεκαετίας του 1960, όταν ακόμα δεν είχαν πραγματοποιηθεί αρκετές από τις πιο βίαιες και αμφιλεγόμενες δράσεις αυτής της οργάνωσης.

Το κίνημα ηττήθηκε στον στρατιωτικό τομέα λίγο πριν από το πραξικόπημα το 1973, αλλά μέχρι τότε μέρος αυτού του κύρους είχε αμαυρωθεί από αυτές τις βίαιες πράξεις.

Γι’ αυτόν τον λόγο, και για την αντιπαράθεση που επικρατεί ακόμη στην ουρουγουανική κοινωνία, δεν θέλησα να χρησιμοποιήσω τη λέξη «Τουπαμάρος» σε κανένα σημείο του μυθιστορήματος, αν και ήταν προφανές.

Καταλαβαίνω πως η χρήση και μόνο της λέξης εγκαθιστά με άμεσο τρόπο -στη χώρα μας- μία αντιπαράθεση που χωρίζει τον κόσμο χωρίς πιθανότητα συμβιβασμού, γεγονός το οποίο δεν συμβάδιζε με την ουσία του μυθιστορήματος που εγώ ήθελα να γράψω.

Εγώ επιθυμούσα να εφαρμόσω τη φόρμουλα του γουέστερν με μία «πινελιά» νουάρ και προσαρμοσμένο στις δικές μας πραγματικότητες, με χαρακτήρες και ήρωες της δικής μας Ιστορίας και του δικού μας παρόντος.

Οι παλιοί αντάρτες πόλης εξακολουθούν να είναι ήρωες για μερικούς και κακοί για κάποιους άλλους, αν και γνωρίζω πως πολλοί αφιερώθηκαν σε αυτόν τον αγώνα με τις πιο ευγενείς αρχές.

Γι’ αυτόν τον λόγο, όταν η Ίρμα Αράος, μία νεαρή νοσοκόμα που πρέπει να μάχεται συνεχώς στις πιο σκληρές πραγματικότητες και αντιμετωπίζει συχνά την αμέλεια ή απευθείας τη διεφθαρμένη αδιαφορία των επίσημων αρχών, εξοργισμένη αποφασίζει να βοηθήσει εκείνους τους γέρους ιδεαλιστές που ζουν τώρα αποσυρμένοι.

Γιατί το αποτρόπαιο περιστατικό βίας που «πυροδοτεί» την πλοκή είναι ένας παιδοβιασμός ακολουθούμενος από παιδοκτονία; Πρόκειται για φαινόμενα τα οποία βρίσκονται σε έξαρση στην Ουρουγουάη;

Η σεξουαλική βία είναι μία από τις χειρότερες και πιο επώδυνες πληγές της κοινωνίας μας.

Είμαστε ένας λαός μικρός σε μέγεθος -λιγότεροι από τρεισήμισι εκατομμύρια κάτοικοι.

Ωστόσο, η σεξουαλική βία, το εμπόριο ατόμων, η έμφυλη βία, σε συνδυασμό με μία αυξανόμενη εγκληματικότητα που σχετίζεται με το ναρκεμπόριο, είναι οδυνηρά στοιχεία της πραγματικότητάς μας.

Αν και η κοινωνία και οι θεσμοί έχουν ευαισθητοποιηθεί σχετικά με αυτά τα δεινά, τέτοιες υποθέσεις εξακολουθούν να εμφανίζονται.

Στην ιστορία που διηγείται Ο αγωνιστής, εκείνοι που διαπράττουν αυτές τις φρικαλεότητες είναι ξένοι που εκπροσωπούν  ισχυρές, διεθνικές εταιρείες.

Σε αυτή, όμως, την περίπτωση το κάνουν ως μία διεστραμμένη επέκταση της άσκησης εξουσίας τους.

Αυτό δε σημαίνει ότι αυτού του είδους η βία δεν ασκείται από ντόπιους, κάθε άλλο. Δυστυχώς είναι το πλέον συχνό, το έχω δει να συμβαίνει πολλές φορές στη δημοσιογραφική μου πορεία για να το αγνοήσω.

«Ο καπιταλισμός πάντα βρίσκεται σε κρίση, είναι δομικό ζήτημα που εξελίσσεται με την ανάπτυξη και εξασφαλίζει την ικανότητα αναπαραγωγής του συστήματος»:

Έτσι αποστομώνει ο παλιός αντάρτης-κατόπιν «τιμωρός» Γιάρα τα τσιράκια της πολυεθνικής μεταλλευτικής εταιρείας που επιχειρούν να τον πείσουν να πουλήσει τη γη του. Είναι κι η δικιά σας άποψη αυτή;

Η ισχυρισμός ανήκει εξ ολοκλήρου στον ήρωα, εκεί ο Γιάρα προσπαθεί να εκτοπίσει λεκτικά τους συνομιλητές του, οι οποίοι πιθανώς τον θεωρούν κάποιου είδους αγρότη, άξεστου και αμόρφωτου.

Ωστόσο, κατά βάθος, εγώ ο ίδιος πιστεύω ότι οι κρίσεις προκαλούνται από το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, είναι εγγενείς σε αυτό, όπως και η απίστευτη ικανότητά τους να αναπαράγονται με μεγαλύτερη δύναμη με βάση αυτήν.

Για την ακρίβεια, ο σπουδαίος Μάρκαρης -με μια απερίγραπτη ματιά όσον αφορά την κριτική του συστήματος- το καταδεικνύει στα μυθιστορήματά του για την ελληνική κρίση.

Με αυτό δε θέλω να πω ότι η μοναδική ελπίδα της ανθρωπότητας είναι ο κομμουνισμός ή κάτι τέτοιο, πλέον είμαι ανίκανος να δω πέρα από τις διεθνείς «σχισμές» της παρούσας ρύθμισης του συστήματος.

Όπως έλεγε ένα αξιομνημόνευτο τραγούδι του συγκροτήματος Soda Estéreo, θα δούμε «... όταν περάσει το ρίγος».

«Το να σκοτώνεις δεν διορθώνει ποτέ τίποτα, το μόνο που κάνει είναι να μεγαλώνει τα κενά στην ψυχή», εξομολογείται αλλού ο Χουάν Γκαλβάνο στην Ίρμα.

Συνιστά αυτή η υπαρξιακού τύπου αυτοκριτική μια αναγνώριση των αδιεξόδων με τα οποία κάποια στιγμή έρχεται αντιμέτωπη η ένοπλη δράση;

Πιστεύω πως αυτή είναι, κατά κύριο λόγο, το μέτρο της σοφίας στο οποίο έχει καταφέρει να φτάσει ο ήρωας Χουάν Γκαλβάνο στην ώριμη ηλικία του.

Αν και είναι αλήθεια πως οι πιο ενεργοί συμμετέχοντες του ένοπλου αγώνα πραγματοποίησαν την αυτοκριτική τους εδώ και χρόνια και κατέληξαν να καταφύγουν ξεκάθαρα στην πολιτική ζωή σε περίοδο δημοκρατίας -είχαμε έναν Πρόεδρο πρώην αντάρτη ο οποίος πρόσεξε να μην ξεφύγει ούτε ένα χιλιοστό από τους νόμους, με σωστά και λάθη- για χάρη της αφήγησης καταλαβαίνω ότι αυτά τα ζητήματα παραμένουν εκτός.

Ο Γκαλβάνο μιλά σε ένα πλάνο ξεκάθαρα ανθρώπινο, δηλαδή πώς αντιμετωπίζει κάποιος τον ίδιο του τον εαυτό όταν σβήνουν τα φώτα και το κεφάλι ξεκουράζεται στο μαξιλάρι, ενόσω οι «δαίμονες» τον γυροφέρνουν.

Εκεί, σε εκείνη τη στιγμή, εάν ακόμα επιβιώνει ένα δείγμα συνείδησης και ανθρωπιάς, ο βίαιος θάνατος του άλλου αποτελεί πληγή του ιδίου.

Και πώς τελικά είναι εφικτό να αποδοθεί δικαιοσύνη εντός ενός κοινωνικοοικονομικού συστήματος που θεμελιώνεται στην αδικία και την ανισότητα;

Πιστεύω ότι αυτό ακριβώς αναρωτιούνται οι ήρωες, ίσως όλοι μας. Ακόμα δεν έχουμε δει κάποιο σύστημα στο οποίο η αδικία και η ανισότητα να μην εκδηλώνονται με κάποιον τρόπο.

Αντίθετα, το μόνο που γνωρίζουμε ως δυνατόν είναι η ζεστασιά της εγγύτητας με έναν άλλον άνθρωπο· είναι μέτρο δικαιοσύνης και ισότητας που μπορεί να επιτευχθεί ως ανακούφιση για τον πόνο.

Τα υπόλοιπα είναι πολιτική και, τελευταία, πολιτική κακού είδους.

Δύσκολα βιώνω μια αίσθηση κάθαρσης/λύτρωσης ολοκληρώνοντας την ανάγνωση του βιβλίου σας. Μερικής, ίσως. Πιο πολύ, όμως, κυριαρχούν μια εξουθένωση και μια πίκρα. Αυτές επιδιώκατε να «υποβάλετε»;

Είναι ποτέ δυνατόν να επανορθώσεις για μία ζωή χαμένη; Υπάρχει κάποιος ανθρώπινος τρόπος παρηγοριάς για την απώλεια της ζωής ενός παιδιού;

Δεν το πιστεύω, ούτε το μυθιστόρημα το πιστεύει και δεν μπορεί να πει ψέματα μιλώντας για κάποιου είδους δικαιοσύνη.

Είναι κάτι, για παράδειγμα, το οποίο αμφισβητώ σε πολλά αστυνομικά μυθιστορήματα που πιστεύουν πως έχουν επανορθώσει την τάξη των πραγμάτων.

Εκτός από συγγραφέας είστε και δημοσιογράφος. Να αποδώσω και σε αυτή σας την ιδιότητα την ακρίβεια, την περιεκτικότητα, ίσως και μια «ξηρότητα», που υφολογικά χαρακτηρίζουν τον Αγωνιστή; 

Η δημοσιογραφία έχει υπάρξει καθοριστική στη ζωή και στην προσωπική μου μόρφωση, και κατ’ επέκταση, ως συγγραφέα.

Κι αν κάτι μας διδάσκει, κατά κύριο λόγο, η δημοσιογραφία είναι να μεταφέρουμε με λιγότερες λέξεις τεράστιες ποσότητες πληροφορίας σε έναν περιορισμένο χώρο.

Η οικονομία στη χρήση των λέξεων είναι το πραγματικό μέτρο της καλής δημοσιογραφίας, όμως επίσης είμαι πεπεισμένος ότι είναι ένα καλό μέτρο για τη λογοτεχνία.

Τα τελευταία χρόνια, βλέπουμε κάθε φορά και πιο συχνά μυθιστορήματα τετρακοσίων, πεντακοσίων, εξακοσίων ή οκτακοσίων σελίδων που κάλλιστα θα μπορούσαν να είχαν γραφτεί σε διακόσιες για το καλό της λογοτεχνίας.

Εμένα με συντροφεύουν μυθιστορήματα λίγο μεγαλύτερα από εκατό είκοσι σελίδες, εδώ και δεκαετίες.

Μεταξύ αυτών και Ο ξένος του Καμύ· άλλο είναι Η καρδιά του σκότους του Κόνραντ, Τα αντίο του Ονέτι, Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου του Γκαρσία Μάρκες ή ο Γενάρης της Σάρα Γκαγιάρδο.

Και θα μπορούσα να συνεχίσω για πολύ, οι δασκάλες και δάσκαλοι μάς έχουν διδάξει το μάθημα ξανά και ξανά.

«Στριμωγμένη» ανάμεσα στην Αργεντινή και την Βραζιλία, η Ουρουγουάη συχνά επισκιάζεται σε λογοτεχνικό -και όχι μόνο- επίπεδο από αυτές.

Πώς αξιολογείτε τη σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή στην χώρα, αλλά και τη διασύνδεσή της με/απήχηση σε ευρύτερα αναγνωστικά κοινά; Υπάρχει ενεργή αναγνωστική κουλτούρα στην Ουρουγουάη;

Στη χώρα μου υπάρχει μια απίστευτη ποσότητα λογοτεχνίας και συγγραφείς που γράφουν λογοτεχνία.

Συμβαίνει σε πολλούς τομείς του πολιτισμού, η μουσική, το θέατρο -ιστορικά, είχαμε το καλύτερο θέατρο της ηπείρου και συνεχίζουμε- η ζωγραφική, το μπαλέτο και οι παραστατικές τέχνες βρίσκονται σε έξαρση.

Η λογοτεχνία μας έχει δώσει μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα των παγκόσμιων γραμμάτων:

Τον Χουάν Κάρλος Ονέτι, την Αρμονία Σόμερς, την Ίντα Βιτάλε -εκατοντάχρονη και ενεργή-, τον Μάριο Μπενεντέτι, τη Ντελμίρα Αγουστίνι. Πραγματικοί γίγαντες.

Επί του παρόντος, όμως, υπάρχουν πολλά άτομα που γράφουν μερικές από τις καλύτερες σελίδες:

Ο Νταμιάν Γκονσάλες Μπερτολίνο, ο Πάμπλο Κασακουμπέρτα, η Σεσίλια Ρίος, η Μερσέντες Ροσέντε, η Μερσέντες Εστραμίλ, ο Ροδόλφο Σαντούγιο, ο Γκουστάβο Εσπινόσα, ο Πέδρο Πένια, ο Μαρτίν Μπεντανκόρ.

Και η λίστα συνεχίζεται, είναι τεράστια. Καθένας από αυτούς γράφει υψηλή λογοτεχνία με διαφορετικά ύφη και προσανατολισμούς, με δύναμη και φιλοδοξία.

Μερικοί πιστεύουμε πως το επονομαζόμενο νουάρ είναι ένα λογοτεχνικό πρότζεκτ με αξία, στο οποίο, κατά τη γνώμη μου, ανήκουν μερικές από τις καλύτερες σελίδες των τελευταίων 150 χρόνων, σε παγκόσμιο επίπεδο.

Από τα συστημικά «Δυτικά» -τουλάχιστον- Μ.Μ.Ε. η Ουρουγουάη παρουσιάζεται λίγο-πολύ σαν μια «όαση» δημοκρατίας, ευημερίας και σταθερότητας, κάτι το οποίο δε διαφαίνεται και τόσο από το μυθιστόρημά σας.

Πού οδεύει η χώρα πολιτικά, ιδίως μετά την εκλογή του συντηρητικού -τυπικά νεοφιλελεύθερου, θα έλεγα- Λουίς Λακάγιε Πόυ ως Προέδρου;

Ο τωρινός πρόεδρος είναι φιλελεύθερος. Σχεδόν βγαλμένος από εγχειρίδιο, θα έλεγα.

Όμως, θα έπρεπε να διευκρινίσω πως η χώρα μας είναι φιλελεύθερη από τη δημιουργία της και κυρίως από τη θεσμική εγκαθίδρυσή της την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα.

Αν και είναι βέβαιο ότι η θεσμική της σταθερότητα την κάνει, κατά κάποιον τρόπο, «διαφορετική» από τις υπόλοιπες λατινοαμερικάνικες χώρες, χτυπημένες από τόσες αναταραχές, είτε συντηρητικές, είτε επαναστατικές, το μέλλον της χώρας αρχίζει να διαγράφεται αβέβαιο λόγω διάφορων σοβαρών προβλημάτων.

Και η ασταμάτητη εξουσία του ναρκεμπορίου, που έχει ήδη καταβροχθίσει θεσμούς και έχει διαπεράσει δομές σε όλες τις χώρες -οι μεγάλες όπως η Βραζιλία και η Αργεντινή είναι πραγματικά επηρεασμένες· περισσότερο στον Βορρά, δε χρειάζεται να σημειώσω το Μεξικό- αρχίζει επίσης να φαίνεται και εδώ.

Η εξουσία του ναρκεμπορίου είναι μία απειλή αντίστοιχη της τρομοκρατίας στην Ευρώπη και τις Η.Π.Α., εκεί βρίσκονται τα περισσότερα προβλήματά μας στον ορίζοντα.

Εκτός από τον Πέτρο Μάρκαρη, τι σας φέρνει στο μυαλό ο όρος «σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία»;

Ο Πέτρος Μάρκαρης είναι ένα φαινόμενο από μόνος του, όπως είναι ο Καμιλλέρι για την ιταλική γλώσσα. Δυστυχώς, όμως, οι Έλληνες σύγχρονοι συγγραφείς δε γίνονται γνωστοί εδώ, ούτε φτάνουν τα εκδοτικά νέα.

Έχω καταγοητευτεί από τον Θοδωρή Καλλιφατίδη, που έχει λάβει τη σουηδική υπηκοότητα, όμως η λογοτεχνία του συνεχίζει να είναι ελληνική.

Ελπίζω να μπορέσω να τον διαβάζω και στο μέλλον, και φυσικά θα μου άρεσε να γνωρίσω και άλλους συγγραφείς, για να μη μιλήσω για συγγραφείς νουάρ, τους οποίους προσπαθώ να παρακολουθώ σε όποιο μέρος και να εμφανίζονται.

Ευχαριστώ θερμά την Δανάη Ταχταρά για τη μετάφραση των ερωτήσεών μου στα ισπανικά και των απαντήσεων του συγγραφέα στα ελληνικά.

Ευχαριστώ επίσης τον Τάσο Θεοφίλου (Εκδόσεις red nnoir) για τη συμβολή του στην υλοποίηση της συνέντευξης, καθώς και για την παραχώρηση της φωτογραφίας του συγγραφέα που συνοδεύει το κείμενο.

Το μυθιστόρημα του Ρένσο Ροσέλο Ο αγωνιστής κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις red nnoir σε μετάφραση της Δανάης Ταχταρά.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου