Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 2023

Patrick Raynal: «“Φοράμε” τις αντιφάσεις μας σχεδόν χωρίς να το σκεφτόμαστε»

 

Patrick Raynal (Φωτογραφία: Veronique Berkani)

Συγγραφέας, κριτικός βιβλίου, σεναριογράφος, «μέντορας» και σύγχρονος του Ζαν-Κλωντ Ιζζό, ο Γάλλος Patrick Raynal είναι από τους σημαντικότερους εν ζωή Ευρωπαίους στιλίστες του πολιτικοποιημένου νουάρ.

Συζητώντας μαζί του με αφορμή το μυθιστόρημά του Καιρός για πόλεμο, το οποίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πόλις.

Γίνατε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας σε νεαρή ηλικία και κατόπιν υπήρξατε Μαοϊκός.

Πώς εξηγείτε το γεγονός ότι τόσοι πολλοί κομμουνιστές/αριστεροί ακτιβιστές έχουν στραφεί όλα αυτά τα χρόνια στην πολιτικοποιημένη γραφή;

Αυτή η διαδικασία ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1970, όταν έγινε φανερό σε πολλούς από εμάς ότι το ακροαριστερό κίνημα έχανε όλο και περισσότερη δύναμη. Πρόκειται για την στιγμή που κάποιοι στράφηκαν στην τρομοκρατία.

Όσοι είχαμε όρεξη για λογοτεχνία στραφήκαμε στο μυθιστόρημα, κατά προτίμηση στο νουάρ.

Το να ισχυριστεί κάποιος πως είστε απλώς επηρεασμένος από τη βορειοαμερικανική παράδοση του νουάρ -ως συγγραφέας, ως αναγνώστης, ως μελετητής- θα ήταν ευφημισμός.

Στην πραγματικότητα, το έργο σας φαίνεται να είναι «διαποτισμένο» από αυτήν την παράδοση. Γιατί;

Δε γνωρίζω. Ήταν αναμφίβολα ο θαυμασμός μου για τον Ρέιμοντ Τσάντλερ που με οδήγησε σ αυτό το μονοπάτι. Αυτό που μου αρέσει είναι να περιγράφω τον κόσμο κατά παρέκκλιση, χρησιμοποιώντας μεταφορά και ευφημισμό, κυνισμό και χιούμορ.

Μόλις τελείωσα ένα μυθιστόρημα το οποίο δεν εντάσσεται καθόλου στο είδος του θρίλερ και ξαναδιαβάζω το κείμενο. Συνειδητοποιώ ότι ο τρόπος γραφής μου είναι πλέον συνεπής.

Όλα όσα γράφω είναι, όπως λέτε, «διαποτισμένα» από την παράδοση των Η.Π.Α. Έχει γίνει ο τρόπος μου να βλέπω τον κόσμο και να τον εξιστορώ.

«Το νουάρ μυθιστόρημα είναι το μέλλον του μυθιστορήματος», ισχυριστήκατε πριν από περίπου εικοσιοκτώ χρόνια σε μια συνέντευξη με τον Ζαν-Πολ Λουί του Esprit. Γιατί το νόμιζατε; Έχετε έκτοτε αναθεωρήσει τον ισχυρισμό αυτό;

Όχι. Εξακολουθώ να το πιστεύω, και ο προοδευτικός μετασχηματισμός της γαλλικής λογοτεχνικής παραγωγής μου αποδεικνύει πως έχω δίκιο.

Τα μισά από τα μυθιστορήματα που εκδίδονται αυτή την στιγμή θα μπορούσαν να ταξινομηθούν ως νουάρ.

Ο κόσμος γίνεται όλο και πιο σκοτεινός, αυτό είναι αναμφισβήτητο. Και, όπως έγραψα στην ανασκόπηση της Nouvelle Revue Française, το μόνο πλεονέκτημα του μαύρου έναντι του λευκού είναι ότι αιμορραγεί.

Τριάντα χρόνια μετά την κυκλοφορία του μυθιστορήματος Παράθυρο με θέα γυναίκες (Πόλις, 2016) δανείζεστε τους βασικούς χαρακτήρες για το «σίκουελ» του, Καιρός για πόλεμο, που πριν από μερικούς μήνες κυκλοφόρησε στην Ελλάδα.

Ποια ανάγκη υπαγόρευσε αυτήν την «επιστροφή»; Η επιθυμία να διευθετηθούν εκκρεμείς «λογαριασμοί» -λογοτεχνικοί ή μη-, ίσως;

Όχι, δεν έχω κάποιον λογαριασμό να τακτοποιήσω. Ίσως πιο πολύ μια επιθυμία να ακούσω νέα από χαρακτήρες που είχαν λειτουργήσει καλά για μένα.

Το Παράθυρο με θέα γυναίκες είναι το πιο επιτυχημένο μυθιστόρημά μου. Ίσως φανταζόμουν πως αυτό το μικρό θαύμα θα ξεκινούσε ξανά.

Όπως σωστά επισημαίνεται εδώ, ο Φιλίπ Κλερ, ο πρωταγωνιστής αυτών των δύο μυθιστορημάτων, «δεν είναι πραγματικά ιδιωτικός ντετέκτιβ. Αλλά σίγουρα συμπεριφέρεται σαν ένας».

Καθώς διάβαζα το Καιρός για πόλεμο, είχα την ίδια αίσθηση. Γιατί δεν είναι «συμβατικός» ντετέκτιβ, λοιπόν;

Γιατί κανείς δεν του ζητά να ερευνήσει κάτι. Δεν έχει πελάτες - ή μάλλον είναι πελάτης του εαυτού του. Μάλιστα, αμύνεται από επιθέσεις που τον απειλούν σοβαρά.

Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να κάνω έναν πραγματικό ερευνητή να δουλέψει ως χαρακτήρας, οπότε προσπαθώ να τα βγάλω πέρα ​​με έναν τύπο που δεν έχει πολλά να χάσει.

«Το καλό με τα γεράματα είναι πως ούτε καν προσπαθείς πια να αποδεχτείς τις αντιφάσεις σου: τις αποδέχεσαι μεγαλοπρεπώς», επισημαίνει ο Φιλίπ.

Μιας και είστε λίγο μεγαλύτερος από εκείνον -αν και όχι λιγότερο δραστήριος- πώς τα πάτε με τα γεράματα;

Όπως μπορώ. Το πρόβλημα με την ηλικία είναι ότι το μηχανικό κομμάτι είναι αυτό που κολλάει πρώτα, αλλά ο σκληρός δίσκος συνεχίζει να είναι σχεδόν τόσο παιδικός όσο πριν.

Μερικές φορές χρειάζομαι ένα μπαστούνι για να περπατήσω, αλλά θα μπορούσα να χωρέσω μέσα σε έναν τριαντάχρονο πρωταγωνιστή χωρίς δυσκολία.

Όσο για τις αντιφάσεις μας, τα πράγματα είναι πιο απλά. Σου γίνονται τόσο οικείες όσο κι ένα παλιό τζιν. Τις «φοράμε» σχεδόν χωρίς να το σκεφτόμαστε.

Αλλού, καταλήγει πως φοβάται μήπως πεθάνει από ασφυξία σε κάποια ελβετική πόλη, εντός ενός υλιστικού πλαισίου γκρίζου όπως το κοστούμι ενός τραπεζίτη.

Με τον Μακρόν να είναι ο πολιτικός εκπρόσωπος του τραπεζικού κεφαλαίου στην Γαλλία, βιώνετε μια κοινωνικοπολιτική ασφυξία στη χώρα;

Ο Μακρόν είναι ό,τι χειρότερο έχει συμβεί στη Γαλλία εδώ και πολύ καιρό. Ευτυχώς, η δεύτερη θητεία του είναι τόσο εμφανώς ασταθής.

Μάλλον είναι δύσκολο να το συνειδητοποιήσεις από την Ελλάδα, αλλά προκαλεί τέτοιο μίσος και θυμό -και όλα αυτά είναι ξεκάθαρα-, που δύσκολα θα βρεις κάποιον να τον υπερασπιστεί δημόσια.

Ο κίνδυνος έγκειται στην μετά τον Μακρόν εποχή. Αν, όμως, τον διαδεχτεί η Λεπέν, ίσως αυτό αποτελέσει πλήγμα για την παλιά και υπερβολικά βολική δημοκρατία μας. Ίσως, εντέλει, ο Μακρόν να μας είναι χρήσιμος.

Είναι τρελό το πόσοι άνθρωποι ονειρεύονται να τον δουν να καταλήγει σαν τον Λουδοβίκο XVI.

Αν ο Φιλίπ Κλερ είναι ο ανθρώπινος πρωταγωνιστής του Καιρός για πόλεμο, τότε η Νίκαια παραμένει το πολιτιστικό, κοινωνικό και χωρικό πλαίσιο του έργου σας. Η σχέση σας με αυτήν την πόλη έχει υπάρξει κυρίως στοργική - ή και βασανιστική;

Για να πω την αλήθεια, έχει γίνει κυρίως λίγο μηχανική. Έφυγα από τη Νίκαια για το Παρίσι όπου έμεινα για τριάντα χρόνια και πρόσφατα εγκατέλειψα το Παρίσι για την Πικαρδία.

Σπάνια πηγαίνω πια στη Νίκαια, η οποία έχει αλλάξει τόσο πολύ που, προκειμένου να την επισκεφθώ, χρειάζεται να ενημερωθώ πρώτα για τις νεότερες εξελίξεις.

Παραμένει, βέβαια, η πόλη της νιότης μου, του πανεπιστημίου και της αγωνιστικότητας. Ακόμα, λοιπόν, κι αν νιώθω ότι δεν την ξέρω πια, μόλις αρχίσω να γράφω το παρελθόν ξαναβγαίνει στην επιφάνεια και γινόμαστε κι οι δύο νεότεροι.

Η δουλειά σας ξεχειλίζει από μια παιχνιδιάρικη και απολαυστική αίσθηση (αυτο)σαρκασμού. Είναι ο σαρκασμός εργαλείο, «όπλο» για εσάς, και στην πραγματική ζωή και στην τέχνη;

Μια ασπίδα... Μια ασπίδα για να αντικρίσω τον κόσμο, την συγγραφή, ό,τι μου κάνει εντύπωση, με τρομάζει λίγο και κινδυνεύει να με στεναχωρήσει - να μεγαλουργήσω.

Χάρη στην δική σας ενθάρρυνση και του Μισέλ Λε Μπρι, ο πολυαγαπημένος και πρόωρα χαμένος Ζαν-Κλωντ Ιζζό ξεκίνησε την διάσημη Τριλογία της Μασσαλίας το 1995 με το Μαύρο τραγούδι της Μασσαλίας.

Τι θυμάστε κυρίως από τη γνωριμία σας με τον Ζαν-Κλωντ Ιζζό;

Θυμάμαι ιδιαίτερα την απώλεια ενός από τους καλύτερους φίλους μου. Ενός απολαυστικού ανθρώπου από κάθε άποψη.

Νιώθετε πως έχετε συμβάλει στην αναβίωση/ανανέωση της γαλλικής παράδοσης του νουάρ;

Ειλικρινά, δυσκολεύομαι να εκτιμήσω τον ρόλο μου όσον αφορά στην γαλλική αστυνομική λογοτεχνία. Υπήρξα συγγραφέας, κριτικός, διευθυντής της Série Noire του εκδοτικού οίκου Gallimard και των Εκδόσεων Fayard και φαφλατάς...

Άρα ναι, σίγουρα άσκησα επιρροή.

Για ένα μόνο πράγμα είμαι σχετικά περήφανος:

Πάντα υπερασπιζόμουν την ιδέα ότι η νουάρ λογοτεχνία, η αστυνομική λογοτεχνία, ήταν πολύ απλά λογοτεχνία και πως θα έπρεπε να κριθεί ως τέτοια και όχι ως κάποιος ακαθόριστος φτωχός ξάδερφος, λίγο ξεπερασμένος, αλλά και πάλι πολύ ωραίος.

Ευχαριστώ θερμά την Άλκηστη Τριμπέρη (Εκδόσεις Πόλις) για την πολύτιμη συνδρομή της στην υλοποίηση της συνέντευξης.

Το μυθιστόρημα του Patrick Raynal Καιρός για πόλεμο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πόλις σε μετάφραση της Μαριάννας Μαντά.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου