Σάββατο 17 Ιουνίου 2023

Αρμάντο Ρομέρο: «Η σιωπή είναι θρεπτικό συστατικό της δουλειάς μου»

 

Αρμάντο Ρομέρο (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός)

Ποιητής, συγγραφέας, μεταφραστής, ο Κολομβιανός Αρμάντο Ρομέρο βρίσκεται αυτό το διάστημα στην Ελλάδα προκειμένου, μεταξύ άλλων, να παρουσιάσει το έντονα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημά του, Μία μέρα στους σταυρούς.

Το βιβλίο συνιστά μια «κατάδυση» στη βία της κολομβιανής κοινωνίας των δεκαετιών 1950-1970. Συναντώντας τον συγγραφέα στην Αθήνα στο πλαίσιο του 15ου Φεστιβάλ ΛΕΑ (13-24 Ιουνίου).

Το μυθιστόρημά σου Μία μέρα στους σταυρούς, που μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Τόπος, γράφτηκε στην Ελλάδα -και εν μέρει στην Ικαρία- το 1991.

Μιας και η θάλασσα είναι ένα επανερχόμενο, σαν μάντρα, μοτίβο στο βιβλίο -όπως αντιστοίχως το ποτάμι στο Καχάμπρε-, ποια είναι η σχέση σου με τη θάλασσα; Είχες σχεδιάσει να γράψεις αυτό το βιβλίο στην Ελλάδα;

Η σχέση μεταξύ της θάλασσας και του ποταμού είναι ενδιαφέρουσα.

Στο Καχάμπρε το ποτάμι συνδέεται με τη θάλασσα. Το αστικό τοπίο στο Μία μέρα στους σταυρούς δε συνδέεται άμεσα μ’ αυτή. Εκεί, η θάλασσα αποτελεί τη διέξοδο.

Η πόλη Κάλι, όπου εκτυλίσσεται το μυθιστόρημα, βρίσκεται, από γεωγραφικής άποψης, στην άλλη πλευρά των βουνών. Οπότε πρέπει να περάσεις πολύ ψηλά βουνά προκειμένου να φτάσεις στη θάλασσα.

Ο Ελίψιο, ο πρωταγωνιστής του Μία μέρα στους σταυρούς, θέλει, λοιπόν, να φτάσει σ’ αυτή τη θάλασσα.

«Εκεί που καταλήγουν όλα».

Στην πόλη είναι πάντα παγιδευμένος, επομένως η θάλασσα σηματοδοτεί την απελευθέρωση.

Στο Καχάμπρε, αντίθετα, η θάλασσα δε συνιστά απελευθέρωση, βρίσκεται πάντα εκεί.

Ας επιστρέψουμε στην Ελλάδα και την Ικαρία.

Το 1991 έλειπα από το πανεπιστήμιο με εκπαιδευτική άδεια και είχα κατά νου να γράψω σχετικά με τη σύγχρονη κολομβιανή ποίηση.

Μια ακαδημαϊκή δουλειά;

Ένα ακαδημαϊκό βιβλίο. Ήμουν ένας νεαρός ακαδημαϊκός και ήθελα να «σκαρφαλώσω» στην ακαδημαϊκή ιεραρχία.

Φτάνοντας, όμως, στην Ελλάδα συνέβη κάτι περίεργο.

Ο ήχος της ελληνικής γλώσσας -την οποία δεν καταλάβαινα καθόλου- και οι φωνές των ανθρώπων μου θύμιζαν πολύ τα ισπανικά. Δε με ενοχλούσαν, σε αντίθεση με τα αγγλικά που με περισπούσαν.

Αυτή η προυστιανή σιωπή γέννησε μια φωνή και ένα κείμενο, γιατί είχα στο μυαλό μου τους ήχους της παιδικής μου ηλικίας.

Η πιο έντονη ανάμνηση από την παιδική σου ηλικία είναι, άρα, οι ήχοι;

Ναι, θυμάμαι ήχους και ιστορίες. Ενώ, λοιπόν, βρισκόμουν στην Ελλάδα, άρχισα να τα ανακαλώ όλα αυτά.

Έφτασα, ωστόσο, σε ένα σημείο κατά το οποίο δεν μπορούσα να συνεχίσω το πρώτο από τα -κατόπιν- τρία μέρη του βιβλίου, γιατί, αν το συνέχιζα, θα επρόκειτο για ένα μυθιστόρημα σχετικά με το πρώτο μέρος.

Δεν ήθελα κάτι τέτοιο, γιατί έτσι θα εξανεμιζόταν ο αντίκτυπος αυτού του μέρους. Έτσι «πήδηξα» στο δεύτερο και, εντέλει, στο τρίτο, υιοθετώντας την ιδέα ότι όλα τα γεγονότα συμβαίνουν σε μια μέρα.

Έπειτα προέκυψαν τα σύμβολα. Ένα από αυτά, ο λόφος με τους τρεις σταυρούς, όντως υπάρχει στο Κάλι, τη γενέτειρά μου.

Η αίσθηση του χρόνου είναι, σε κάθε περίπτωση, «εξαρθρωμένη», κατά τον σεξπιρικό τρόπο.

Το πρώτο κεφάλαιο λειτουργεί ως πρόλογος. Το δεύτερο και το τρίτο συνδέονται, καθώς το τελευταίο αποτελεί τη συνέχεια του προηγούμενου.

Η βασική ιδέα είναι πως ο χαρακτήρας του Ελίψιο βρίσκεται πάντα σε ένα δωμάτιο ή έναν τόπο, όπου είναι παγιδευμένος.

Στο πρώτο κεφάλαιο βρίσκεται παγιδευμένος στο πατρικό του, στο δεύτερο στο διαμέρισμα της Λάμια, της συντρόφου του, και στο τρίτο είναι έγκλειστος στη φυλακή.

Η αίσθηση της παγίδευσης -ανάμεσα σε τοίχους ή λόγω των συνθηκών- είναι, επομένως, ένα στοιχείο που ενοποιεί τα κεφάλαια.

Αισθανόσουν κι εσύ παγιδευμένος κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970, όταν ακόμα ζούσες στην Κολομβία;

Ασφαλώς. Γι’ αυτό και εγκατέλειψα τη χώρα και δεν επέστρεψα ποτέ.

Δεν έβλεπες προοπτική;

Δε φοβόμουν μήπως δεν μπορούσα να επιβιώσω ή να βγάλω λεφτά. Έφυγα από την Κολομβία γιατί δεν μπορούσα να ζήσω εκεί.

Διαφώνησα, εξάλλου, με κάποια από όσα έκαναν οι Ναδαϊστές, στο κίνημα των οποίων συμμετείχα, ενώ συμφωνούσα με άλλα. Το ότι ανήκα σ’ αυτή την ομάδα με απομόνωνε από άλλους ανθρώπους, συγγραφείς και μη.

Γιατί;

Η Κολομβία είναι βίαιη χώρα. Δεν μπορείς, συνεπώς, να συμμετέχεις σε μια ομάδα και να περιμένεις πως οι άλλοι θα επιδοκιμάσουν την επιλογή σου. Έτσι, κάποια στιγμή η κατάσταση έγινε συγκρουσιακή.

Αρχικά πήγα στη Βενεζουέλα, από εκεί ταξίδεψα στις Η.Π.Α., έπειτα στο Μεξικό, κατόπιν πάλι στη Βενεζουέλα, στη συνέχεια στην Αργεντινή...

Ένας νομάδας!

Παρέμεινα στη Βενεζουέλα μέχρις ότου οι συνθήκες επέτρεψαν την επιστροφή μου στις Η.Π.Α. Εκεί άλλαξα «μονοπάτι» εισερχόμενος στο ακαδημαϊκό περιβάλλον.

Ποτέ δε γράφω κάτι γιατί νομίζω ότι θα πουλήσει, εξάλλου. Γράφω γιατί το χρειάζομαι και το χρειάζεται κι ο αναγνώστης. Συνειδητοποίησα, επομένως, πως με τη συγγραφή δε θα έβγαζα λεφτά.

Αποδέχτηκα, έτσι, μια προσφορά να εκπονήσω ένα διδακτορικό, το ολοκλήρωσα, παντρεύτηκα, έκανα οικογένεια.

Όταν, κατόπιν, έφτασα σε ένα τέτοιο σημείο στην ακαδημαϊκή ιεραρχία όπου δεν μπορούσαν να με ακουμπήσουν, αποφάσισα ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή να επιστρέψω στη συγγραφή. Σ’ εκείνη την περίοδο έγραψα το Μία μέρα στους σταυρούς.

Ο Ελίψιο κουβαλά πολλά από σένα κι εκείνους τους καιρούς, έτσι δεν είναι;

Εμπεριέχει πολλά στοιχεία από τη ζωή μου, αλλά είναι μυθοπλαστικός χαρακτήρας.

Ακόμα κι ένας χαρακτήρας που είναι 100% εσύ, Γιάννη, δεν είναι στην πραγματικότητα εσύ. Είναι απλά λέξεις. Είναι μια κατασκευή.

Και πρέπει να πείσεις το αναγνωστικό κοινό πως είναι ζωντανός. Όχι κάτι μονοδιάστατο, αλλά τρισδιάστατο. Αυτό δεν είναι εύκολο.

Ναι μεν ο Ελίψιο κουβαλά πολλά δικά μου στοιχεία, αλλά δεν έχω κάνει ποτέ φυλακή. Δεν ήξερα πώς θα επέλυα αυτό το πρόβλημα ευρισκόμενος στην Ελλάδα, σε μια εποχή που δεν υπήρχε ακόμα το Ίντερνετ.

Πώς το διαχειρίστηκες, λοιπόν;

Απευθύνθηκα στον πρύτανη ενός κολομβιανού πανεπιστημίου, ο οποίος διαρκώς πήγαινε στις φυλακές προκειμένου να βγάλει τους κομμουνιστές φοιτητές του.

O «καμβάς» των ιστοριών αποπνέει κάτι βιωμένο.

Οι ιστορίες που περιγράφονται στο δεύτερο κεφάλαιο είναι πραγματικές, ενώ του τρίτου αφορούν στον τρόπο που βίωσα τη βία εκείνων των χρόνων. Υπάρχουν τρίτες διακριτές περίοδοι στο ξεδίπλωμα αυτής της βίας.

Κατά την πρώτη, στη δεκαετία του 1950, φιλελεύθεροι και συντηρητικοί αλληλοσκοτώνονταν. Ο πατέρας μου ήταν φιλελεύθερος. Κατά τη δεύτερη, στη δεκαετία του ’60, όποιος διαφωνούσε με την κυβέρνηση θεωρείτο κομμουνιστής.

Στην τρίτη περίοδο, τέλος, που εκτείνεται στη δεκαετία του ’70, οι αντάρτικες ομάδες έκριναν πως ο μόνος τρόπος να ανατρέψουν την κυβέρνηση ήταν μέσω της σύμπηξης μιας συμμαχίας με τους ναρκεμπόρους.

Το 1991 κανείς δε μιλούσε γι’ αυτά τα ζητήματα στην Κολομβία.

Ήταν ταμπού.

Ακριβώς.

Συμμαχώντας με τους ναρκεμπόρους, οι αντάρτικες ομάδες δε θεωρούσαν ότι στρέφονταν εναντίον των Κολομβιανών πολιτών, γιατί αυτοί δεν ήταν καταναλωτές ουσιών, αλλά οι Βορειοαμερικανοί.

Συνεπώς υπήρχε ένας ιδεολογικός «μανδύας» πίσω από αυτή την «ανίερη» συμμαχία.

Ναι. Αυτό αποτέλεσε το τέλος των ανταρτών, γιατί τους απαξίωσε. Δυστυχώς, διεφθάρησαν πλήρως. Άνθρωποι με καλή ψυχή που πήγαν να πολεμήσουν για να ανατρέψουν τη διεφθαρμένη κυβέρνηση αποδεκάτισαν τον κολομβιανό πληθυσμό.

Ήδη από τον 19ο αιώνα η Κολομβία δεν ήταν καλά. Μέχρι που έγινε «επισήμως» ασθενής.

Παραμένει μια χώρα «καταραμένη», όπως αναφωνεί σε μια οργισμένη παραφορά του ο Ελίψιο;

Ακόμα και σήμερα, ναι. Τίποτα δεν έχει αλλάξει από την εποχή που έγραφα το Μία μέρα στους σταυρούς. Όταν υπάρχει βία, η κατάσταση δεν αλλάζει.

Οι Κολομβιανοί είναι τόσο όμορφοι άνθρωποι- κι όμως, ταυτόχρονα, μπορεί να λειτουργήσουν τόσο εγκληματικά. Μπορεί κάποιος να αγαπά την οικογένεια, τα παιδιά και τη χώρα του και ξαφνικά να καταστρέψει τα πάντα. Αρρώστια!

Παρ’ όλα αυτά, το βιβλίο «διαποτίζεται» από μια αίσθηση συγκινητικής νοσταλγίας για ορισμένες πτυχές του παρελθόντος. Αισθάνεσαι κάποια νοσταλγία, παρά την αρρώστια;

Όχι και τόσο.

Νιώθω μεν κάποια νοσταλγία για τους γονείς μου, για την παιδική μου ηλικία με τον αδερφό και τη αδερφή μου. Έζησα μια ευτυχισμένη παιδική ηλικία γιατί οι γονείς μας μάς αγαπούσαν και μας έσωσαν.

Πιο νοσταλγικά αισθάνομαι, όμως, όταν σκέφτομαι την Ικαρία στη δεκαετία του 1980.

«Ο κόσμος είναι φτιαγμένος περισσότερο από σιωπές παρά από θορύβους», σκέφτεται κάπου ο Ελίψιο. Είναι η σιωπή που όντως «τρέφει» τη συγγραφή, την ενδοσκόπηση και την επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους;

Έτσι νομίζω.

Το περιβάλλον στο Κάλι, για παράδειγμα, είναι πολύ θορυβώδες. Το μισώ αυτό!

Η σιωπή ήταν ανέκαθεν κάτι οικείο για μένα. Και η σιωπή που εισέπραξα ερχόμενος στην Ελλάδα λόγω της γλώσσας ήταν πολύτιμη.

Η σιωπή είναι θρεπτικό συστατικό της δουλειάς μου.

Γράφεις με τον τρόπο του ποιητή που επίσης είσαι. Παραμένεις ποιητής ακόμα κι όταν γράφεις μυθιστορήματα;

Ναι, η ποίηση είναι για μένα το πιο ουσιαστικό. Μου αρέσει που αναφέρομαι στη λίστα των προσκεκλημένων του 15ου Φεστιβάλ ΛΕΑ ως «ποιητής».

Χρησιμoποιώ την ποιητική πρόζα με κάποιο στόχο, να υπηρετήσω την αφήγηση.

Εφαρμόζεις τις ποιητικές αρχές στο πλαίσιο της μυθοπλασίας.

Ακριβώς.

Μιας και μιλάμε για ποίηση, θα ήθελες να μου κατονομάσεις αγαπημένους ποιητές ή αγαπημένα ποιήματα;

Όταν αγαπάς κάποιον ποιητή, είναι ο δικός σου ποιητής- όχι κατ’ ανάγκη ο καλύτερος στον κόσμο. Θα σου πω, λοιπόν, για ποιητές που με αγγίζουν βαθιά.

Ένας από αυτούς είναι ο Μπλεζ Σαντράρ.

Αγαπώ, επίσης, τον Σεφέρη, τον Ελύτη, την Αμοργό του Νίκου Γκάτσου, στης οποίας την ισπανική μετάφραση έβαλα το χεράκι μου.

Από Λατινοαμερικανούς ποιητές, ο Άλβαρο Μούτις υπήρξε φίλος μου, κι ένας από τους πρώτους ανθρώπους που διάβασαν το Μία μέρα στους σταυρούς. Προσφέρθηκε, μάλιστα, να γράψει κάτι γι’ αυτό, χωρίς να του το έχω ζητήσει.

Δε μου αρέσει και τόσο η σύγχρονη ποίηση, ωστόσο. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τής κάνουν πολλή ζημιά. Ίσως αλλάζω κι εγώ.

Η συνέντευξη με τον Αρμάντο Ρομέρο πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 15ου Φεστιβάλ ΛΕΑ (13-24 Ιουνίου 2023).

Ευχαριστώ θερμά την Δήμητρα Αρκουμάνη (Εκδόσεις Τόπος) για την πολύτιμη συνδρομή της στην υλοποίησή της.

Το μυθιστόρημα του Αρμάντο Ρομέρο Μία μέρα στους σταυρούς κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Τόπος σε μετάφραση της Αγαθής Δημητρούκα.

Στο πλαίσιο του 15ου Φεστιβάλ ΛΕΑ, ο συγγραφέας συνομιλεί τη Δευτέρα 19 Ιουνίου (Polyglot Bookstore, Ακαδημίας 84 & Εμμ. Μπενάκη, 19:30) με την μεταφράστριά του, Αγαθή Δημητρούκα, και τον μεταφραστή Κώστα Αθανασίου.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου