Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

Αντίνα Πιντιλίε: «Τείνω να πιστεύω πως η κανονικότητα είναι ένα είδος μυθοπλασίας»


Ισορροπώντας ανάμεσα στη μυθοπλασία και το ντοκιμαντέρ, το Μη με αγγίζεις, μεγάλου μήκους ντεμπούτο της Ρουμάνας σκηνοθέτριας Αντίνα Πιντιλίε, αποτελεί μια κινηματογραφικά τολμηρή εξερεύνηση της επιθυμίας, της οικειότητας, της σεξουαλικότητας και της σωματικότητας. Το φιλμ χάρισε στην σκηνοθέτρια την Χρυσή Άρκτο στη φετινή Μπερλινάλε. Συναντηθήκαμε με την Αντίνα Πιντιλίε στο πλαίσιο του 59ου ΦΚΘ. Η ταινία της προβάλλεται στις αίθουσες από τις 8 Νοεμβρίου.

Θεωρώ το Μη με αγγίζεις τολμηρό φιλμ σε πολλά επίπεδα, και σίγουρα δεν απευθύνεται στους λιπόψυχους, ούτε βέβαια και σε όλα τα κοινά και τους κριτικούς.

Διχαστικό.

Έχω διαβάσει μερικές πολύ επιθετικές κριτικές.

«Όλα τα συναισθήματα είναι ευπρόσδεκτα», όπως λέει κι ο Σάνι Λαβ στο φιλμ.

Πώς ερμηνεύεις, λοιπόν, αυτή τη διχασμένη υποδοχή της ταινίας σου;

Από τις απαρχές του αυτό το φιλμ συνελήφθη ως ένας διάλογος με τον θεατή. Από τη μία, αφορούσε σε μας, τους ανθρώπους που εμπλέκονταν στην ερευνητική διαδικασία, και στην αμφισβήτηση των δικών μας προϋπαρχουσών ιδεών σχετικά με την οικειότητα, τη σεξουαλικότητα, τη σωματικότητα, την ομορφιά.

Από την άλλη, υπήρχε αυτή η διάσταση του διαλόγου, στον οποίο προσκαλούμε τον θεατή. Ήταν, επομένως, μια πρόσκληση και στον θεατή να αμφισβητήσει τις δικές του ιδέες ή τα συναισθήματα για όλα αυτά τα θέματα.

Και τους περιορισμούς του.

Ακριβώς. Επειδή, λοιπόν, η ταινία σε προσκαλεί να γίνεις μέρος της διαδικασίας ως θεατής, εξελίσσεται και σε καθρέφτη, όπου μπορεί να αντικρίσεις πτυχές του εαυτού σου με τις οποίες ενδέχεται να μη νιώθεις άνετα ή να μην τις περιμένεις. Γι’ αυτό, επομένως, το φιλμ «πυροδοτεί» τόσο διαφορετικές αντιδράσεις. Αυτό που προτείνει είναι ένας κατ’ ιδίαν διάλογος.



Εξίσου προσωπικό με τη σχέση των συντελεστών της ταινίας με αυτή.

Η σχέση με τον θεατή είναι πολύ προσωπική, γι’ αυτό και διαφορετική. Κάθε άτομο έχει διαφορετική «αποσκευή» και διαφορετική συναισθηματική αντίδραση στις πτυχές που το φιλμ εξερευνά.

Όπως θα παρατήρησες, μετά την Μπερλινάλε υπήρχε αυτή η διχασμένη αντίδραση, κυρίως στον Τύπο. Η εμπειρία μας με το κανονικό κοινό, με τους ανθρώπους που θέλουν να βιώσουν το σινεμά, δεν ήταν τόσο διχασμένη. Οι άνθρωποι πραγματικά καλωσορίζουν αυτή την πρόταση, χωρίς αυτό να σημαίνει πως πάντα αισθάνονται άνετα.

Πότε πότε σκέφτομαι, επειδή υπήρξε αντίσταση και κατά το στάδιο της χρηματοδότησης, ότι η λεγόμενη «κινηματογραφική βιομηχανία» είναι μερικές φορές υπερβολικά φοβισμένη και υποτιμά τη συναισθηματική νοημοσύνη των ανθρώπων που πηγαίνουν στο σινεμά.

Μπορώ να επιβεβαιώσω ως θεατής το φόβο της κινηματογραφικής βιομηχανίας.

Πρέπει ίσως να ανοιχτούμε σε εμπειρίες που το σινεμά προτείνει, οι οποίες είναι διαφορετικές. Ίσως το Μη με αγγίζεις να προτείνει τέτοιες εμπειρίες, γιατί δε θέτει σε αμφισβήτηση μόνο τις προϋπάρχουσες ιδέες σου για την οικειότητα, αλλά και τις προσδοκίες σου για τον κινηματογράφο ως γλώσσα. Υπάρχει, λοιπόν, κι αυτή η πτυχή, η αναζήτηση της σωστής κινηματογραφικής γλώσσας, μέσω της οποίας θα μπορούσαμε να μοιραστούμε τη συγκεκριμένη εμπειρία και να εμπλέξουμε τον θεατή ως συμμέτοχο σ’ αυτή.



Πρόκειται για μια εν εξελίξει διαδικασία για σένα η εξερεύνηση της δυναμικής της κινηματογραφικής γλώσσας;

Είναι κι αυτό, να αμφισβητείς προκαθορισμένες ιδέες για το σινεμά. Πράγματι νομίζω ότι μπορούμε να είμαστε πιο θαρραλέοι και να εμπιστευόμαστε περισσότερο τη συναισθηματική νοημοσύνη των θεατών, οι οποίοι μπορούν να κατανοήσουν τέτοια ζητήματα και να εμπλακούν σ’ αυτά. Νιώθω, εξάλλου, πως αυτός ο διάλογος έρχεται σε μια στιγμή που είναι αναγκαίος.

Το φιλμ ξεκινά από αυτή την ιδέα: νόμιζα ότι ήξερα πώς λειτουργούν τα πράγματα σε σχέση με την οικειότητα, την ομορφιά, την επιθυμία. Όταν ήμουν 20, είχα βεβαιότητες. 20 χρόνια αργότερα, συνειδητοποίησα ότι δεν ξέρω πολλά. Η πραγματικότητα είναι πιο πολύπλοκη, διαφορετική από τις ιδέες με τις οποίες μεγαλώνουμε μέσα στην οικογένειά μας ή το εκπαιδευτικό σύστημα.

Ανατρεφόμαστε με ορισμένες ιδέες και προσδοκίες για το σώμα και τη σεξουαλικότητα, αλλά η πραγματικότητα μπορεί να υπάρχει με πολλούς άλλους τρόπους πέραν αυτής της νόρμας. Η κανονιστική αντίληψη της πραγματικότητας είναι συχνά πολύ περιορισμένη. Υπάρχουν τόσα άλλα σώματα που είναι διαφορετικά από την αρχαιοελληνική ιδέα της ομορφιάς.

Κι αυτά τα ανακαλύπτεις σταδιακά, με το χρόνο.

Πολλές από τις ιδέες μας για την οικειότητα και το σώμα άλλαξαν στη διάρκεια της διαδικασίας. Κι αυτό που είναι ενδιαφέρον να ανακαλύπτεις όταν όντως δουλεύεις με την πραγματικότητα είναι ότι είναι πολύ διαφορετική από την κανονιστική μυθοπλασία, όπως την αποκαλώ. Τείνω να πιστεύω πως η κανονικότητα είναι ένα είδος μυθοπλασίας και συνιστά μια περιορισμένη οπτική στην πραγματικότητα.



Προσεγγίζεις τους χαρακτήρες σου με ιδιαίτερη ενσυναίσθηση, τους «αγκαλιάζεις» με την κάμερά σου, κι αυτό αποπνέει πραγματική ζεστασιά.

Προσπαθώ να καταλάβω πώς προέκυψε όλη αυτή η διαδικασία. Όταν ξεκινάς τη ζωή σου με συγκεκριμένες ιδέες και προσδοκίες για τα πράγματα κι αυτές οι προσδοκίες δεν εκπληρώνονται, συνειδητοποιείς ότι λειτουργείς πολύ διαφορετικά από τα ιδεώδη με τα οποία μεγάλωσες. Μπορεί, λοιπόν, να νιώσεις την ανάγκη να κρίνεις τον εαυτό σου, να αισθανθείς ότι κάτι πάει στραβά με σένα, και πως πρέπει να διορθωθείς, ώστε να ανταποκρίνεσαι σ’ αυτές τις ιδέες για την ομορφιά και το πώς σχετιζόμαστε με τους άλλους.

Μέσω της διαδικασίας, ανακαλύπτεις ότι δε χρειάζεται να υιοθετείς κάποια συνταγή. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να σχετιστείς, κι είναι εξίσου όμορφοι και έγκυροι σε ανθρώπινο επίπεδο με τους «κανονικούς». Κατ’ αυτό τον τρόπο αποδέχεσαι τον άλλο, συχνά πολύ διαφορετικό από σένα, βιώνοντας, ίσως, ένα αίσθημα παιδιάστικου θαυμασμού και χαράς ανακαλύπτοντας πόσο όμορφοι μπορούν να είναι οι άνθρωποι.

Το φιλμ κι εγώ λειτουργούμε περισσότερο ως αγωγοί, μέσω των οποίων το θαύμα της ανθρωπότητας μεταφέρεται στον θεατή. Γι’ αυτό κι όταν έκανα το casting έψαχνα ανθρώπους που να έχουν το ίδιο συναισθηματικό κίνητρο να περάσουν από αυτή τη διαδικασία και μια αντίληψη του κόσμου που θέλουν να μοιραστούν με τον θεατή. Αυτό, λοιπόν, που βιώνεις ως ζεστασιά προέρχεται κι από τις δύο πλευρές.



Μια τελευταία ερώτηση. Έχοντας εμπλακεί τόσο βαθιά στη διαδικασία δημιουργίας του Μη με αγγίζεις, βγήκες από αυτή λιγότερο φοβισμένη να σε κοιτάζουν και να σε κρίνουν; Σε ποιο βαθμό αποτέλεσε η εν λόγω διαδικασία μεταμορφωτική εμπειρία για σένα;

Είχα την ευκαιρία να συμμετάσχω σ’ αυτό το ταξίδι με συναρπαστικές ανθρώπινες υπάρξεις, οι οποίες με έκαναν, πρώτα απ’ όλα, να αμφισβητήσω τις δικές μου προϋπάρχουσες ιδέες.

Σε ένα ορισμένο επίπεδο, η διαδικασία λειτούργησε όπως θα λειτουργούσε η ψυχοθεραπεία. Αυτό σημαίνει ότι στην αλληλεπίδραση με τον Άλλο «ξαναμαθαίνεις» να σχετίζεσαι, αναπροσαρμόζεις την οπτική σου στην πραγματικότητα, αποκτάς επίγνωση δυσλειτουργικών τρόπων σκέψης και μοτίβων συμπεριφοράς, ανακαλύπτεις καινούρια πράγματα για τον εαυτό σου και τους άλλους, σχετικά με τρόπους να συνδέεσαι, για τα προσωπικά όρια που διαπραγματευόμαστε καθημερινά.

Κι αν φτάσεις σε ένα τέτοιο επίπεδο αυτεπίγνωσης, θα αποκτήσεις ανοσία στην έλξη εξτρεμιστικών κινημάτων, του εθνικισμού κι όλων των μορφών που μπορεί να προσλάβει αυτή η αυξανόμενη επιθετικότητα γύρω μας.

Ευχαριστώ θερμά τις Δήμητρα Νικολοπούλου και Αλεξάνδρα Κόλια από το Γραφείο Τύπου του 59ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για την πολύτιμη συνδρομή τους στη διοργάνωση της συνέντευξης, η οποία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ.

Η ταινία της Αντίνα Πιντιλίε Μη με αγγίζεις προβάλλεται από τις 8 Νοεμβρίου στις αίθουσες σε διανομή της Feelgood Entertainment.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου