Τρίτη 2 Ιουνίου 2015

Antanas Sutkus: «Δε νιώθω αγάπη για την κοινωνία του “άγριου καπιταλισμού”»


Έχει αποκληθεί, κι όχι άδικα, ο «πατέρας» της λιθουανικής φωτογραφίας, κυρίως χάρις σε μια σειρά εξαιρετικά εκφραστικών, και συχνά μελαγχολικών, ασπρόμαυρων πορτρέτων μπρεσονικού ύφους και ήθους, τραβηγμένων ανάμεσα στα τέλη της δεκαετίας του ’50 και τις αρχές της δεκαετίας του ’70, τα οποία αποτύπωναν την καθημερινότητα των κατοίκων της επαρχιακής (κι όχι μόνο) Λιθουανίας, που δε συμβάδιζε με τη σοβιετική προπαγάνδα της εποχής. Σήμερα, στα 76 του πλέον, ο Antanas Sutkus παραμένει πιο δραστήριος από ποτέ, δουλεύοντας 6 μέρες τη βδομάδα, ταξινομώντας το εκτενές αρχείο του και δεχόμενος προσκλήσεις για συμμετοχή σε εκθέσεις ανά τον κόσμο. Τον αναζητήσαμε και, παρά τον περιορισμένο χρόνο του, μας παραχώρησε τη συνέντευξη που ακολουθεί.
 
 

Έχετε συχνά αποκληθεί ο «πατέρας» ή ο «Όμηρος» της λιθουανικής φωτογραφίας, ή της φωτογραφίας των χωρών της Βαλτικής. Πώς πρωτοαποφασίσατε να ασχοληθείτε με αυτό το αντικείμενο;

Έβγαλα την πρώτη μου φωτογραφία όταν ήμουν 14 χρονών. Αφότου εισήχθην ως φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Βίλνιους, η φωτογραφία εξελίχθηκε στην κύρια απασχόλησή μου, με αφετηρία το 1958-59. Η εποχή μέχρι το 1969 υπήρξε πολύ έντονη σε ό,τι αφορά τη φωτογράφιση των ανθρώπων της Λιθουανίας. Από το 1969 κι εξής ήμουν επικεφαλής μιας ομάδας που ίδρυσε το «Σύνδεσμο Λιθουανών Φωτογράφων Τέχνης», τη μόνη τέτοια οργάνωση στην πρώην Σοβιετική Ένωση. Το Βίλνιους έγινε, κατά κάποιο τρόπο, το κέντρο της φωτογραφίας για τα κράτη της Βαλτικής. Η οργάνωση αποτέλεσε ένα συνδετικό «κρίκο» ανάμεσα στην ανατολικοευρωπαϊκή και τη δυτικοευρωπαϊκή φωτογραφία.
 
 

Όταν κάποιος «χάνεται» στις εικόνες σας, νιώθει ότι ο κύριος στόχος σας ήταν να καταγράψετε και να διατηρήσετε το πέρασμα της ζωής, των ανθρώπων, των συνηθειών και των τοποθεσιών, κυρίως της επαρχιακής Λιθουανίας. Θεωρείτε, λοιπόν, πως εστιάζατε, κυρίως, στη φωτογραφία ντοκουμέντο;

Η φωτογραφία ντοκουμέντο ήταν ένα μέσο για να διαδώσω την εθνική ταυτότητα. Δε σκέφτηκα ποτέ να γίνω ντοκιμαντερίστας ή καλλιτέχνης, ούτε διαχώριζα τις δραστηριότητές μου σε οποιουσδήποτε τομείς.
 
 

Τα παιδιά κυριαρχούν σε πολλές από τις φωτογραφίες σας. Γιατί ενδιαφερόσαστε τόσο έντονα για αυτά; Συνδέεται το γεγονός αυτό με τη σημασία που αποδίδετε στη συγκεκριμένη περίοδο της ανθρώπινης ζωής, γενικότερα; Θα θέλατε να περιγράψετε την παιδική σας ηλικία;

Η παιδική μου ηλικία έσφυζε από αγάπη και καλοσύνη, παρά τη φτώχεια της εποχής. Από νωρίς ενδιαφερόμουν για τη λογοτεχνία. Διάβαζα πολύ. Η περίοδος του πανεπιστημίου ήταν γεμάτη σινεμά, καλλιτεχνικές εκθέσεις και μουσική. Δεν ήταν συνειδητή μου επιλογή να φωτογραφίζω παιδιά. Είναι ανοιχτά κι ειλικρινή. Ενδιαφέρονταν για μένα και την κάμερά μου. Για αυτό υπάρχουν τόσο πολλές φωτογραφίες παιδιών.
 
 

Υπάρχει πολλή μελαγχολία και θλίψη στις φωτογραφίες σας, στα όρια της σιωπηλής απόγνωσης. Σε ποιο βαθμό αυτές ήταν εγγενές στοιχείο των χαρακτήρων σας, της δικιάς σας ψυχοσύνθεσης, ή της «συνάντησης» των δύο;

Βλέποντας τις φωτογραφίες μου σήμερα, πιθανώς κάποιος μπορεί να εντοπίσει κάποια θλίψη και μελαγχολία, αλλά όχι απόγνωση. Η πιο δραστήρια δουλειά μου συντελέστηκε υπό σοβιετική κατοχή. Το βασικότερο που παρατηρούσα στο έθνος μου εκείνη την εποχή ήταν η αξιοπρέπεια. Η σιωπηλή απόγνωση ήταν κάτι που ένιωθα στη δική μου ζωή.
 
 

Δεδομένου ότι η πολιτικά υπαινικτική σας εικονοποιία δεν ήταν συμβατή με τη νόρμα που είχε επιβληθεί από το σοβιετικό καθεστώς, θεωρήθηκε ποτέ η δουλειά σας ανατρεπτική από τις αρχές; Πώς σας αντιμετώπιζαν εκείνη την εποχή;

Δεν ήμουν ο μόνος φωτογράφος στη Λιθουανία που φωτογράφιζε την πραγματικότητα. Οι συνάδελφοί μου κι εγώ δε θα μπορούσαμε να έχουμε δείξει τη δουλειά μας σε εκθέσεις στη Λιθουανία ή το εξωτερικό, αν η λογοκρισία την έβρισκε καταστροφική. Βεβαίως, το μεγαλύτερο μέρος των φωτογραφιών μου ουδέποτε εκτέθηκε όσο υπήρχε το σοβιετικό καθεστώς. Στους κομματικούς ηγέτες πάντοτε άρεσε να μας διδάσκουν «την τέλεια ζωή στη Σοβιετική Ένωση».
 
 

Ποια εντύπωση είχατε σχηματίσει για τον Ζαν-Πολ Σαρτρ και την Σιμόν ντε Μποβουάρ, τους οποίους είχατε την ευκαιρία να συναντήσετε στη Λιθουανία πριν από μισό αιώνα, το 1965;

 Τότε ήμουν 26 χρονών και δε με ήξερε κανείς. Κι ο Ζαν-Πολ Σαρτρ ήταν ήδη νομπελίστας και διάσημος σε όλο τον κόσμο. Εξεπλάγην που μου αφιέρωσε τόσο χρόνο, για να συζητήσουμε σχετικά με την ευρωπαϊκή, τη νοτιοαμερικανική και τη βορειοαμερικανική λογοτεχνία. Ο φιλόσοφος ήταν πολύ ταπεινός κι ευγενικός. Το 1965, προς μεγάλη μου ντροπή, δεν είχα διαβάσει κανένα βιβλίο της Σιμόν ντε Μποβουάρ. Καθώς θυμάμαι, έμοιαζε πολύ έξυπνη και μετριόφρων.
 
 

Έχετε σταματήσει να φωτογραφίζετε ανθρώπους εδώ και πολύ καιρό. Γιατί;

Αυτό συνέβη γιατί οι χαρακτήρες που μου άρεσαν τόσο πολύ έχουν «φύγει». Δε νιώθω αγάπη για την κοινωνία του «άγριου καπιταλισμού». Πιθανόν το όριο της αγάπης μου να έχει ξεπεραστεί. Νομίζω ότι το να βρει ένας καλλιτέχνης τη θέση του σε μια τέτοια κοινωνία είναι κάτι εξαιρετικά περίπλοκο. Μολονότι στη διάρκεια του σοβιετικού καθεστώτος ζούσαμε δύσκολα, αισθανόμασταν μια σιωπηρή ενότητα κι αντίσταση σε αυτό το καθεστώς. Από την άλλη πλευρά, έχω ένα πολύ μεγάλο αρχείο, το οποίο απαιτεί πολλή από την προσοχή μου και δουλειά. Δέχομαι, επίσης, πολλές προτάσεις για εκθέσεις κι άλλα projects, ενώ πριν από μερικές βδομάδες εκδόθηκε ένα καινούριο βιβλίο με φωτογραφίες μου.
 
 

Ο λεγόμενος «υπαρκτός σοσιαλισμός» κατέρρευσε πριν από 26 χρόνια, έχοντας αντικατασταθεί από ένα ανελέητο καπιταλιστικό μοντέλο, στο οποίο προηγουμένως αναφερθήκατε, που σήμερα κυριαρχεί σε όλο σχεδόν τον κόσμο. Πώς βιώσατε την εν λόγω μετάβαση στη Λιθουανία και πώς έχει αλλάξει η λιθουανική κοινωνία στη διάρκεια αυτής της περιόδου;

Το πιο σημαντικό είναι ότι η Λιθουανία έγινε ανεξάρτητη χώρα. Έχουμε τη δική μας γλώσσα και τη δική μας κουλτούρα, που δεν έχουν τίποτε κοινό με το προηγούμενο καθεστώς. Δυστυχώς, νιώθω πως υπάρχει μια τεράστια έλλειψη κοινωνικής ενότητας, που μεγαλώνει. Η Λιθουανία αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα με τη μετανάστευση κατοίκων της στο εξωτερικό. Ο ανελέητος καπιταλισμός δημιουργεί πολλά προβλήματα, αλλά, προκειμένου να τα συζητήσουμε, θα πρέπει να οργανώσουμε ξεχωριστή συνέντευξη.
 
 

Τι εξακολουθεί να σας εμπνέει- στην τέχνη, καθώς και στους ανθρώπους;

Κυρίως με εμπνέει ο ανθρωπισμός σε όλες τις πτυχές της ζωής. Αισθάνομαι έμπνευση όταν βλέπω το ταλέντο στην τέχνη- στη φωτογραφία, τη ζωγραφική, τη μουσική, τη λογοτεχνία.

Ευχαριστώ ιδιαιτέρως την Rima Sutkiene, σύζυγο του Antanas Sutkus, η οποία επιμελήθηκε τη μεταφράση των ερωτήσεων στα λιθουανικά και των απαντήσεων στα αγγλικά. Χωρίς την πολύτιμη συμβολή της, η συνομιλία δε θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί.

Το επίσημο site του Antanas Sutkus, το οποίο υπάρχει και σε αγγλική εκδοχή, είναι http://www.antanassutkus.com/

Η φωτογραφία του Antanas Sutkus που συνοδεύει την ανάρτηση είναι του Danas Danulis Macijauskas (http://danulis.com/)
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου