Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 27ο ΔΦΝΘ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 27ο ΔΦΝΘ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 16 Μαρτίου 2025

Λίντια Ζέλοβιτς: «Η Γιουγκοσλαβία με έκανε αυτή που είμαι, για καλό ή για κακό»

 

Λίντια Ζέλοβιτς (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός)

Σερβοκροατικής καταγωγής, γεννημένη στο Σαράγεβο και κάτοικος Ολλανδίας, η Λίντια Ζέλοβιτς καταθέτει στο ντοκιμαντέρ της Εντός έδρας έναν σύνθετο και συγκινητικό στοχασμό για τις έννοιες της ταυτότητας, της οικογένειας και της πολιτικής.

Συναντηθήκαμε μαζί της στο πλαίσιο του 27ου ΔΦΝΘ, όπου η ταινία της πραγματοποίησε τη διεθνή πρεμιέρα της.

Πώς συνδέεται το τραύμα με την πολιτική στον κινηματογράφο, και πιο συγκεκριμένα όσον αφορά στην τριλογία σου ταινιών τεκμηρίωσης στην οποία περιλαμβάνεται το Εντός έδρας, που προβάλλεται στο πλαίσιο του 27ου ΔΦΝΘ;

Το ντοκιμαντέρ Εντός έδρας είναι το τρίτο μέρος μιας τριλογίας στην οποία χρησιμοποιώ -αν όχι εκμεταλλεύομαι- την οικογένειά μου για να αφηγηθώ κάτι ευρύτερο. Δε γνώριζα εξ αρχής ότι θα εξελισσόταν σε τριλογία.

Το πρώτο από τα τρία φιλμ (My friends, 2006) αναφερόταν στους φίλους μου με τους οποίους είχαμε χωριστεί εξαιτίας του πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία και τους είχα προσκαλέσει στον γάμο μου.

Δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ με βοήθησε να θεραπεύσω τα τραύματα που μου είχε προξενήσει η απώλεια των φιλικών μου σχέσεων.

Από την άλλη, προξένησε και ένα νέο τραύμα, καθώς τα φιλικά μου πρόσωπα τα οποία εμφανίζονται σ’ αυτό εξέθεσαν τις προβληματικές πτυχές της μεταξύ τους σχέσης.

Έτσι, δεν μπορούσαν πλέον να είναι φίλοι. Κι αυτό με έκανε να υποφέρω.

Το δεύτερο μέρος της τριλογίας;

Τιτλοφορείτο My own private war (2015) και αφορούσε στην κατάρρευση της οικογένειάς μου κατά την ίδια περίοδο. Έδωσε στον πόλεμο έναν τόπο.

Ακόμη και σήμερα, δεν μπορώ να σταματήσω να κλαίω για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.

Ωστόσο, το My own private war με έκανε να αποδεχτώ το γεγονός αυτό, παρά τη θλίψη μου, και να ανοιχτώ στη ζωή στην Ολλανδία.

Από την άλλη, η κατάσταση στην Ολλανδία, την οποία μέχρι τότε θεωρούσα δεδομένη, ολοένα και επιδεινωνόταν.

Κι αυτό μας φέρνει στο Εντός έδρας, το τρίτο μέρος της τριλογίας.

Αναγνωρίζοντας, λοιπόν, παρόμοια μοτίβα στην Ολλανδία, προσπάθησα να χειραγωγήσω την ιστορία μου ως προσφύγισσας ώστε να αφηγηθώ κάτι για την κατάσταση στην Ολλανδία.

Περίμενες, ωστόσο, πως η κατάσταση στη λειτουργική, ονειρική καπιταλιστική κοινωνία της Ολλανδίας θα εξελισσόταν σταδιακά κατά τρόπο που να σου θυμίζει κάπως την πρώην Γιουγκοσλαβία;

Ποτέ και καθόλου. Εξετάζοντάς την, όμως, αναδρομικά, αναρωτιέμαι γιατί δεν το περίμενα.

Μπορεί οι κάτοικοι των πρώην αποικιοκρατικών χωρών, όπως η Ολλανδία, να αντιμετωπίζουν προβλήματα.

Θεωρούν, ωστόσο, ότι είναι ηθικά ανώτεροι από τους άλλους, τους Βαλκάνιους για παράδειγμα, άρα δεν μπορεί να τους συμβεί κάτι παρόμοιο. Κι όμως, άνθρωποι είναι απλώς κι αυτοί.




Τι συνέβη, λοιπόν, στην Ολλανδία;

Η πολιτική μετατοπίστηκε τόσο δεξιά, που η Αριστερά εξαφανίστηκε εντελώς. Πρώτα τροφοδότησε τη Δεξιά, κατόπιν η Δεξιά ήρθε στην εξουσία, μετά αντιδρά σ’ αυτήν κι έτσι η Δεξιά τροφοδοτείται ακόμα περισσότερο. Δεν υπάρχει διέξοδος.

Όλα, όμως, πηγάζουν από την αίσθηση ηθικής ανωτερότητας της Αριστεράς. Μπορεί να είμαι όσο αριστερή γίνεται, αλλά αναγνωρίζω σε τι συνίσταται το πρόβλημά της.

Η ολλανδική Αριστερά θεωρεί τον εαυτό της τόσο ανώτερο ηθικά, ώστε δε χρειάζεται καν να να αποδεικνύει τις θέσεις της.

Μόνο να τις διακηρύσσει.

Μόνο να τις διακηρύσσει, εξελισσόμενη σε μια ελιτίστικη δύναμη. Ειλικρινά, τρέφω ελάχιστες ελπίδες για την επίλυση των προβλημάτων από τους πολιτικούς.

Τρέφεις περισσότερες ελπίδες, έχεις μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στον κινηματογράφο;

Ελπίζω πολύ στον κινηματογράφο και σ’ αυτά που μπορεί να κάνει, αν και δε βλέπω αποτελέσματα.

Αναλογίσου, για παράδειγμα, τα κινηματογραφικά φεστιβάλ και το τι μπορείς ή δεν μπορείς να παρακολουθήσεις σ’ αυτά, τι χρηματοδοτείται και από ποιον και τι παίρνει δημοσιότητα.

Ό,τι παρακολουθούμε είναι αρκετά ομοιόμορφο και όλα είναι μέρος ενός καπιταλιστικού κύκλου από τον οποίο δεν μπορείς να ξεφύγεις.

Πιστεύω, λοιπόν, στις δυνατότητες του σινεμά, στην πραγματικότητα, όμως, αυτό αντανακλά παγκόσμιες τάσεις.

Στο Εντός έδρας χρησιμοποιείς εκτενώς αρχειακό υλικό, τόσο «σπιτικό» όσο και από ειδησεογραφικές πηγές. Γιατί επιλέγεις αυτήν την προσέγγιση;

Κατά δεύτερον, κι έχοντας τα τελευταία χρόνια παρακολουθήσει όχι λίγα βαλκανικά ντοκιμαντέρ που χρησιμοποιούν την ίδια προσέγγιση, πιστεύεις πως αυτή χαρακτηρίζει τη σύγχρονη βαλκανική κινηματογραφική παραγωγή;

Πιστεύεις ότι είναι μια τάση που χαρακτηρίζει την περιοχή ή συμβαίνει παντού;

Αναρωτιέμαι αν πρόκειται για οικουμενική ή τοπική τάση.

Θα μου άρεσε πολύ να έχουμε ξεκινήσει αυτήν την τάση στα Βαλκάνια, την εντοπίζω, όμως, και αλλού.

Για να απαντήσω, πάντως, στην πρώτη ερώτησή σου, υπάρχει κάτι πολύ δυνατό στη χρήση των προσωπικών αρχείων βίντεο.

Υπάρχει, ωστόσο, και μια πολύ λεπτή γραμμή ανάμεσα στην εμβάθυνση στο προσωπικό βίωμα και στην ανάδειξη της ματαιοδοξίας σου.

Προσπαθώ, λοιπόν, να εντρυφήσω στις πιο μικρές λεπτομέρειες της οικογενειακής μου ζωής, ώστε να αποκτήσει το φιλμ οικουμενική απήχηση. Γι’ αυτό και χρησιμοποιώ το ποδόσφαιρο, για παράδειγμα, αν και δεν είμαι οπαδός του - και λειτουργεί.

Εφόσον, μάλιστα, η οικογένειά μου μού επιτρέπει να κινηματογραφώ τα πάντα.

Αν, πάντως, εγώ ήμουν μέλος της ευρύτερης οικογένειάς σου, σίγουρα δε θα ήθελα να συμμετέχω στην κινηματογράφηση της κοινής καθημερινότητάς μας. Εντοπίζω κάτι έως και ανθυγιεινό σ’ αυτήν τη διαδικασία.

Έχεις απόλυτο δίκιο. Υπάρχει κάποιο τίμημα στη συγκεκριμένη επιλογή, οπότε ας μην την εξωραΐζουμε.

Δεν ξέρω αν κι εγώ θα ήθελα να κινηματογραφούμαι από άλλον. Στην προκειμένη περίπτωση, εγώ φίλμαρα τον εαυτό μου και την οικογένειά μου, και γνώριζαν ότι δεν πρόκειται να τους κακομεταχειριστώ σε οποιοδήποτε επίπεδο.

Ούτε κι ο αδερφός μου ήθελε αρχικά, πάντως, γι’ αυτό και η παρουσία του στα δύο πρώτα μέρη της τριλογίας ήταν περιορισμένη. Κατόπιν, όμως, άλλαξε γνώμη γιατί του άρεσε η ευαλωτότητα των ανθρώπων οι οποίοι εμφανίζονται σ’ αυτές.

Από την άλλη, μαθαίνεις πολλά για τον εαυτό σου μέσα από την κινηματογράφηση και αιχμαλωτίζεις στιγμές τις οποίες ποτέ δε θα μπορέσεις να αναπαραστήσεις ξανά.




Αναστατώνεσαι όταν ο μακαρίτης ο πατέρας σου εκφράζεται κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια του ντοκιμαντέρ με αρνητικό τρόπο έναντι των νεοεισερχόμενων προσφύγων στην Ολλανδία.

Πώς ερμηνεύεις τη στάση του, δεδομένου ότι κι εκείνος είχε περάσει μια κόλαση μέχρι να εγκατασταθεί στην Ολλανδία; Δε θα έπρεπε να δείχνει περισσότερη συμπόνια;

Θα σε εξέπληττε το πόσο συνηθισμένη είναι αυτή η στάση και πόσοι μετανάστες έχουν ψηφίσει τον Βίλντερς.

Ήταν πεπεισμένος πως, ως αρχηγός οικογένειας, έπρεπε να είναι ευτυχισμένος και να μας πείσει να νιώθουμε το ίδιο.

Ήθελε να ανήκει στην ολλανδική κοινωνία, να μην αντιμετωπίζεται ως «ο άλλος», γι’ αυτό και περιόριζε τις ανάγκες του. Όταν, όμως, δεν επιδεικνύεις κριτική στάση, επιτρέπεις να συμβούν πράγματα.

Προς το τέλος του, το φιλμ γίνεται απρόσμενα συγκινητικό, διατηρώντας, παράλληλα, τη στοχαστική και (αυτο)κριτική του προσέγγιση. Λόγω και του θανάτου του πατέρα σου;

Επειδή ο πατέρας μου πέθανε στη διάρκεια του μοντάζ, δε συνειδητοποίησα από την αρχή ότι αυτό είχε συμβεί, επειδή ζούσα μαζί του καθημερινά μέσα από την οθόνη.

Από τη μία, έπρεπε να συνέλθω. Από την άλλη, η συναισθηματική διάσταση αποτελεί πάντα κομμάτι της χειραγώγησης στο πλαίσιο της δημιουργίας μιας ταινίας.

Δε θέλω να ακούγεται άσχημο γιατί ό,τι έκανα, το έκανα με πολλή αγάπη και για καλό σκοπό.

Πρέπει, όμως, να εμπεριέχεται το συναισθηματικό στοιχείο επειδή αυτό μας συνδέει με τους άλλους ανθρώπους. Αλλιώς θα επρόκειτο για κήρυγμα.

Τώρα που η τριλογία σου φαίνεται να έχει ως επί το πλείστον ολοκληρωθεί -τουλάχιστον σε επίπεδο παραγωγής και φεστιβαλικής διακίνησης- έχεις «τελειώσει» με τον πόλεμο στην πρώην Γιουγκοσλαβία και το Σαράγεβο;

Το ίδιο αναρωτιόμουν μετά την ολοκλήρωση του πρώτου μέρους της τριλογίας. Δε νομίζω πως θα «τελειώσω» ποτέ με την πρώην Γιουγκοσλαβία. Θα αρχίσω να κλαίω αν το επιτρέψω στον εαυτό μου.

Έχω «τελειώσει» με την έννοια ότι την έχω τοποθετήσει κάπου και έχω αποδεχτεί πως δεν πρόκειται να επιστρέψω σ’ αυτή ποτέ.

Μια τέτοια συνειδητοποίηση με πονάει, όμως.

Όταν πάλι βλέπω την υποστήριξη των Βόσνιων και των Κροατών στους Σέρβους διαδηλωτές, σκέφτομαι: «Ενότητα», «Γιουγκοσλαβία». Μου θυμίζει το παρελθόν και αισθάνομαι ότι όλα είναι δυνατά ξανά.

Με αυτήν την έννοια, δε θα «τελειώσω» ποτέ μαζί της. Η Γιουγκοσλαβία με έκανε αυτή που είμαι, για καλό ή για κακό.

Ταυτόχρονα, όπως κι εσύ παραδέχεσαι, δεν μπορείς να επιστρέψεις σ’ αυτό που υπήρξε - ή υπήρξες.

Όχι. Συνδέομαι μεν συναισθηματικά και επισκέπτομαι τη Βοσνία τακτικά -ιδίως το καλοκαίρι-, αλλά δεν ξέρω πολλά για τα όσα συμβαίνουν εκεί. Με πονάνε αυτά που βλέπω, είναι σκληρά και δεν υπάρχει διέξοδος.

«Αν η Βοσνία δεν μπορεί να υπάρχει, ούτε κι η Ευρώπη μπορεί», μου είχε πει το 2016 σε συνέντευξη ο Ντάνις Τάνοβιτς. Συμμερίζεσαι την ανησυχία του; Πόσο διαπλέκονται Βαλκάνια, Βοσνία και Ευρώπη;

Θα πήγαινα λίγο παραπέρα. Αν η Γιουγκοσλαβία δεν τα κατάφερε, ούτε κι η Ευρώπη θα τα καταφέρει.

Η Ευρώπη δε βοήθησε την Γιουγκοσλαβία να παραμείνει ενωμένη, αλλά να καταρρεύσει, αναγνωρίζοντας τη Σλοβενία και την Κροατία χωρίς να αναλογιστεί τις συνέπειες. Κι αυτό είναι πολύ θλιβερό και λανθασμένο.

Δεν υιοθετεί την ίδια στάση στην περίπτωση των Φλαμανδών, όμως. Αντιθέτως, τους αγνοεί. Υπάρχουν, επομένως, διαφορετικοί κανόνες, διαφορετικά μέτρα και σταθμά για διαφορετικές χώρες.

Κάποιες είναι καλύτερες από τις άλλες, κάποιοι άνθρωποι είναι καλύτεροι από τους άλλους, οπότε συμφωνώ με τον Ντάνις.

Η Βοσνία είναι σήμερα αυτό το οποίο η Γιουγκοσλαβία υπήρξε πριν τον πόλεμο, τον Μάρτιο του 1992.

Η συνέντευξη με την Λίντια Ζέλοβιτς πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 27ου Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, όπου το φιλμ της παρουσιάστηκε σε διεθνή πρεμιέρα στο τμήμα Ανοιχτοί Ορίζοντες.

Ευχαριστώ θερμά τον Γιώργο Παραδημητρίου από το Γραφείο Τύπου του ΔΦΝΘ για την πολύτιμη συνδρομή του στον προγραμματισμό της.

Το ντοκιμαντέρ της Λίντια Ζέλοβιτς Εντός έδρας είναι διαθέσιμο στη διαδικτυακή πλατφόρμα του Φεστιβάλ μέχρι και τις 16 Μαρτίου.



Σάββατο 15 Μαρτίου 2025

«Συνύπαρξη, λέμε τώρα!»: Μια συζήτηση με τις Άμπερ Φάρες και Νόαμ Σούστερ Ελιάσι

 

Άμπερ Φάρες (αριστερά), Νόαμ Σούστερ Ελιάσι (δεξιά) (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός)

Ο ριζοσπαστικός πολιτικός λόγος και η χαρισματική προσωπικότητα της Ισραηλινής πρώην διπλωμάτισσας και κατόπιν κωμικού, Νόαμ Σούστερ Ελιάσι, ξεδιπλώνεται στο εξαιρετικό ντοκιμαντέρ της Άμπερ Φάρες, Συνύπαρξη, λέμε τώρα!

Συναντηθήκαμε με τις Άμπερ Φάρες και Νόαμ Σούστερ Ελιάσι στη Θεσσαλονίκη. Η πολυσυζητημένη ταινία παρουσιάζεται σε διεθνή πρεμιέρα στο πλαίσιο του Διεθνούς Διαγωνιστικού του 27ου ΔΦΝΘ.

Πριν παρακολουθήσω το ντοκιμαντέρ σου, Συνύπαρξη, λέμε τώρα!, είχα τις επιφυλάξεις μου. Φοβόμουν ότι θα ήταν άλλη μια χλιαρή ταινία που θα κρατά ίσες αποστάσεις από τις δύο «πλευρές», την Παλαιστίνη και το Ισραήλ.

Άμπερ Φάρες: Τι νιώθεις τώρα που το έχεις παρακολουθήσει, λοιπόν;

Ανακούφιση και επιβράβευση.

Μιας, όμως, και το φιλμ είναι δομημένο πάνω στην Νόαμ Σούστερ Ελιάσι, πώς σκηνοθέτησες, «τιθάσευσες» αφηγηματικά την εκρηκτική, εκφραστική, πληθωρική προσωπικότητά της;

Ά.Φ.: «Τιθάσευσα»; (Γέλιο). Αυτό με ρωτάς;

Αν όντως συνέβη κάτι τέτοιο.

Ά.Φ.: Το ντοκιμαντέρ υπήρξε ένα εξαιρετικά συνεργατικό εγχείρημα από τα πολύ πρώιμα στάδιά του.

Γνωριζόμαστε με την Νόαμ εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Είμαστε φίλες από την εποχή κατά την οποία -για αρκετά μεγάλο διάστημα- έμενα στην Παλαιστίνη στη διάρκεια των γυρισμάτων της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας μου.

Ξεκινήσαμε το ντοκιμαντέρ όταν η Νόαμ ήρθε στις Η.Π.Α. με υποτροφία στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, προκειμένου να αναπτύξει το προσωπικό κωμικό σόου της, Συνύπαρξη, λέμε τώρα!

Συναντηθήκαμε στο Μπρούκλιν όπου ζούσα και μου αφηγήθηκε την ιστορία της.

Πολύ χαλαρά.

Ά.Φ.: Πράγματι.

Είχα την κάμερά μου μαζί μου, και η πρώτη σκηνή του φιλμ προέρχεται από την πρώτη μας συνάντηση.

Σε εκείνη τη φάση δεν ήξερα τι μορφή θα έπαιρνε το φιλμ.

Γνώριζα απλώς την Νόαμ, την προσωπικότητά της και την πολιτική στάση της και θεωρούσα πως θα μπορούσε να προκύψει κάτι ενδιαφέρον που θα αφορούσε την προσπάθειά της να εισχωρήσει στο πεδίο της πολιτικής μέσω ενός κωμικού σόου.

Τότε συνέβη η πανδημία, κι έτσι εγώ περιορίστηκα στο σπίτι μου στις Η.Π.Α. κι η Νόαμ στο δικό της στο Ισραήλ. Κατόπιν, μπήκε στην ομάδα ως συν-σεναριογράφος και συμπαραγωγός η Ρέιτσελ Λία Τζόουνς.

Σταδιακά πλαισιώθηκε, επομένως, το εγχείρημα από υπέροχους συνεργάτες. Δεν μπορούν, συνεπώς, να μου αποδοθούν τα εύσημα.

Το πιο δύσκολο στοιχείο σε όλη τη διαδικασία ήταν η πενταετής διάρκεια των γυρισμάτων.

Νόαμ Σούστερ Ελιάσι: Τα πέντε χειρότερα χρόνια της ζωής μου. (Γέλιο).

Ά.Φ.: Κάθε φορά που κάτι συνέβαινε -είτε στις Η.Π.Α. είτε σε Παλαιστίνη και Ισραήλ- αναρωτιόμασταν πώς αυτό θα μπορούσε να ενταχθεί στην αφήγηση.

Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει ότι φιλμάραμε την αύξηση της έντασης η οποία οδήγησε στην 7η Οκτωβρίου του 2023.

Επιφανειακά, το Συνύπαρξη, λέμε τώρα! είναι μια κωμωδία. Όσο, όμως, περνάει η ώρα γίνεται ολοένα και πιο δραματικό.

Πώς εξισορροπείς την κωμική με τη δραματική προσέγγιση;

Ν. Σ.Ε.: Θεούλη μου!

Όταν συζητάω με κωμικούς σχετικά με το τι τους έκανε να ασχοληθούν με την κωμωδία, μου λένε, «Βιώνω αυτό το τραύμα στη ζωή μου» ή «Οι γονείς μου με γάμησαν».

Αυτό το οποίο ώθησε εμένα στην κωμωδία ήταν η εξάντληση από τον πολιτικό ακτιβισμό και ο περιορισμένος αντίκτυπος τον οποίο είχαν οι δραστηριότητές μου ως ακτιβίστριας.

Από την άλλη, υπήρχε ένα «κύμα» κωμικών οι οποίοι καταπιάνονταν με πολιτικά ζητήματα που γίνονταν επιδραστικοί.

Ο Ζελένσκι, για παράδειγμα, από συγγραφέας κωμωδιών σχετικά με το πώς θα γινόταν ο Πρόεδρος της Ουκρανίας κατέληξε όντως να γίνει.

Αν, λοιπόν, σκόπευα να πάρω τον ρόλο μου ως κωμικού πιο σοβαρά, χρειαζόταν να προσελκύσω την προσοχή με πιο προβοκατόρικο τρόπο.

Ήμουν κωμικός ακόμα και εντός της οικογένειάς μου, ενώ και σε άλλες δουλειές τα αφεντικά ανέθεταν σε μένα να βγάζω λόγους.

Όταν εργαζόμουν στον Ο.Η.Ε. έπρεπε να είμαι πολύ διπλωματική και να διαλέγω τις λέξεις τις οποίες θα χρησιμοποιούσα με προσοχή.

Ήξερα, όμως, πως αν έπαιρνα το μικρόφωνο στα χέρια μου μου ως κωμικός, κανείς δε θα μπορούσε να με κάνει να σωπάσω, γιατί γνωρίζω τρεις γλώσσες και έχω πολιτικές πεποιθήσεις.

Η ενασχόλησή μου με την κωμωδία συνέπεσε με μια περίοδο που η ελευθερία λόγου στο Ισραήλ συρρικνωνόταν όλο και περισσότερο.

Αυτό που με χτύπησε κατακέφαλα, όταν παρακολούθησα το πρώτο rough cut του ντοκιμαντέρ, ήταν το πόσο είχαμε προβλέψει όσα θα συνέβαιναν κατόπιν.




Θέλεις να μου το εξηγήσεις;

Ν. Σ.Ε.: Όταν βρισκόμουν σε διαδηλώσεις, φώναζα και έλεγα, «Είναι ή τώρα ή ποτέ, το καθεστώς δεν είναι βιώσιμο, κάτι πρόκειται να συμβεί», δε φανταζόμουν σε ποιον βαθμό είχαμε προβλέψει αυτά τα οποία συνέβησαν αργότερα.

Έχει τόση πλάκα να κάνεις τους ανθρώπους να γελάνε και λατρεύω το να βρίσκομαι μπροστά σε κοινό και να διακωμωδώ ζητήματα τα οποία δε σχετίζονται απαραιτήτως με το Ισραήλ και την Παλαιστίνη.

Πολλοί κωμικοί με κοροϊδεύουν για τις φιλοδοξίες μου, καθώς η κωμωδία είναι ένα απλό εργαλείο με το οποίο κατεδαφίζεις πολλά.

Εγώ, όμως, μέσω αυτής κατάφερα να απευθυνθώ σε πολύ περισσότερους ανθρώπους, καταπιανόμενη με πολύ εκρηκτικά ζητήματα με τρόπο που δεν μπορούσα να το κάνω όταν ήμουν απλώς μια ακτιβίστρια.

Η κωμωδία ήταν, επομένως, ένας τρόπος να επιταχύνω αυτήν τη διαδικασία απεύθυνσης.

Σε ποιον βαθμό και με ποιους τρόπους σε αποξενώνει η συγκεκριμένη επιλογή σου τόσο από την «εθνική» κοινότητα από την οποία προέρχεσαι, όσο ακόμα και από το ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον σου και τους κοινωνικούς κύκλους σου;

Ν. Σ.Ε.: Η μέινστριμ ισραηλινή σκηνή των κωμικών -ιδίως στη διάρκεια του τελευταίου ενάμιση χρόνου- έχει υπάρξει το ηχείο ενός γενοκτονικού χιούμορ.

Οι κωμικοί επισκέπτονται τις στρατιωτικές βάσεις, γίνονται διασκεδαστές και κάνουν τους στρατιώτες να γελάνε καθώς πηγαίνουν να διαπράξουν εγκλήματα πολέμου.

Η κωμωδία δεν είναι ένα εργαλείο το οποίο χρησιμοποιείται μόνο από διαφωνούντες όπως εγώ, αλλά που εξυπηρετεί και το σύστημα το οποίο προσπαθώ να διαλύσω.

Μου ραγίζει την καρδιά. Είμαι πολύ πιο απομονωμένη τώρα σε σύγκριση με την περίοδο των γυρισμάτων του ντοκιμαντέρ.

Όταν κάποιος Ισραηλινός κωμικός εξοργίζεται με την αδικία, απευθύνεται σε μένα λέγοντάς μου: «Σε ευχαριστώ για τα όσα αναδεικνύεις, αλλά εγώ δεν μπορώ να το κάνω».

Το τραγικό είναι ότι η φίμωση θα φτάσει και σ’ εκείνους, τελικά. Το γεγονός, μάλιστα, πώς κάτι τέτοιο θα συμβεί σε όλους μας δεν μπορεί να είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο εκφράζω την άποψή μου.

Εκφράζω την άποψή μου γιατί αφορά και τους καλύτερους φίλους μου. Μόλις πριν από δύο εβδομάδες, άλλωστε, ένας Παλαιστίνιος κωμικός, πολίτης του Ισραήλ, συνελήφθη για τα αστεία του. Έγραψα ένα άρθρο σχετικά.

Υποστηρίζω πολύ βασικά πράγματα, κι όμως είμαι πολύ απομονωμένη.

Προς το τέλος του ντοκιμαντέρ κάνεις λόγο για «ελέφαντες στο δωμάτιο». Στο παρελθόν, ο «ελέφαντας» ήταν η Κατοχή, στις μέρες μας είναι η γενοκτονία.

Υποστηρίζεις ότι οι λύσεις μπορεί να είναι επώδυνες, αλλά δεν είναι περίπλοκες. Θα μπορούσες να αναφερθείς λίγο αναλυτικότερα στους τρόπους εξόδου από την Κατοχή, τον πόλεμο, τη γενοκτονία των Παλαιστίνιων;

Ν. Σ.Ε.: Όταν επινόησα τον τίτλο του κωμικού σόου μου -που είναι και ο τίτλος του ντοκιμαντέρ-, ήμουν ξεκάθαρη ως προς αυτό το οποίο θα στοχοποιούσα.

Προσπαθούσα, λοιπόν, να στοχοποιήσω τη feelgood βιομηχανία όπου μεγάλωσα, τα προγράμματα στα οποία συμμετέχουν Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι.

Έχω παρακολουθήσει πολλά προγράμματα τα οποία ασχολούνται με τη συνύπαρξη, όταν στη μία πλευρά, την παλαιστινιακή, δεν της επιτρέπεται να υπάρχει.

Ξεκινώντας, λοιπόν, να γράφω για το σόου και την περφόρμανς μου, αναζητούσα τρόπους διακωμώδησης της βιομηχανίας της ειρήνης.

Η πρώτη μου ανάμνηση από το σπίτι μου όπου μεγάλωσα είναι η άρνηση του πατέρα μου να υπηρετήσει ως στρατιώτης στα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη στη διάρκεια της Πρώτης Ιντιφάντα. Το γεγονός αυτό είχε ως συνέπεια τη φυλάκισή του.

Ενώ, λοιπόν, οι περισσότεροι πατεράδες είναι ήρωες επειδή έχουν πάει ή πηγαίνουν στον πόλεμο, ο δικός μου είναι ήρωας για τον αντίθετο λόγο.

Στις μέρες μας, ωστόσο, ακόμα και το να εντάσσεσαι στο λεγόμενο «στρατόπεδο της ειρήνης» θεωρείται κάτι ριζοσπαστικό.

Η συνύπαρξη δε θα επιτευχθεί κρατώντας τα χέρια ή ανάβοντας κεριά.

Πώς θα επιτευχθεί;

N. Σ.Ε.: Απαιτούνται στέρεες επιλογές και αυτές πρέπει να παρουσιάσεις στο κοινό δίνοντας συγκεκριμένα παραδείγματα, όπως συμβαίνει στο ντοκιμαντέρ, και καταδεικνύοντας τον μη συμμετρικό χαρακτήρα της κατάστασης.

Αν, επομένως, θέλουμε κάποτε να πετύχουμε την ισότητα, αυτή θα πρέπει να προέρχεται από διαφορετικές επιλογές και από τη διάλυση του συστήματος το οποίο έχει επιτρέψει την καταπίεση των Παλαιστίνιων επί τόσες δεκαετίες.

Αν δε σταματούσε η Κατοχή, πολύ χειρότερα πράγματα θα συνέβαιναν. Με αυτήν την αντίληψη ανατράφηκα. Δυστυχώς, τα χειρότερα συνέβησαν καθώς γυρίζαμε το φιλμ.

Και οι νεότερες γενιές θα μεγαλώσουν με τη γενοκτονία ως τον «ελέφαντα στο δωμάτιο».

Ως εγγονή επιζήσασας του Ολοκαυτώματος και ευρισκόμενη στη  Θεσσαλονίκη, νιώθω συντριβή. Πρέπει, όμως, να συζητήσουμε για όσα συμβαίνουν, αλλιώς ο κύκλος δε θα κλείσει ποτέ.

Οι Παλαιστίνιοι τα λένε αυτά καιρό τώρα. Κι όσα γνωρίζω για τη Νάκμπα και την Παλαιστίνη τα γνωρίζω από εκείνους.

Aν δεν είχα το προνόμιο να μεγαλώσω με Παλαιστίνιους, δε θα είχα συνειδητοποιήσει την ίδια μου την ταυτότητα, τη δική μου πραγματικότητα.

Πολλοί Ισραηλινοί κωμικοί γνωρίζουν μισές αλήθειες. Με πονάει να βλέπω κάτι τέτοιο.

Έχουν νόημα ταινίες όπως η δική σας, Άμπερ;

Ά.Φ.: Το ντοκιμαντέρ μας έχει νόημα. Όχι όμως από μόνο του, αλλά σε συνδυασμό με το Καμιά άλλη γη και πολλά άλλα παλαιστινιακά φιλμ που μιλάνε για την Κατοχή.

Δεν έχει να κάνει μόνο με τη φωνή της Νόαμ, αλλά και με την προσπάθεια των Παλαιστίνιων να αφηγηθούν την ιστορία τους.

Ν. Σ.Ε.: Και όσων παρακολουθήσουν την ταινία να εντάξουν τη συλλογιστική της στη ζωή τους.

H συνέντευξη με τις Άμπερ Φάρες και Νόαμ Σούστερ Ελιάσι πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 27ου Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.

Ευχαριστώ θερμά τον Γιώργο Παπαδημητρίου από του Γραφείο Τύπου του ΔΦΝΘ για την πολύτιμη συμβολή του στον προγραμματισμό της.

Το ντοκιμαντέρ της Άμπερ Φάρες Συνύπαρξη, λέμε τώρα! προβάλλεται σε επανάληψη το Σάββατο 15 Μαρτίου, 16:00, αίθουσα Φρίντα Λιάππα, παρουσία της σκηνοθέτριας, της πρωταγωνίστριας και άλλων συντελεστ(ρι)ών.

Η ταινία συμμετέχει στο Διεθνές Διαγωνιστικό.



Παρασκευή 7 Μαρτίου 2025

Μαχμούντ Ατάσι: «Παρά την καταστροφή, οι άνθρωποι θέλουν να παραμείνουν στη Γάζα»

 


Σκηνοθετημένο από τον συριακής καταγωγής ντοκιμαντερίστα Μαχμούντ Ατάσι, το Μάτια της Γάζας παρακολουθεί τρεις δημοσιογράφους στη βόρεια Γάζα να ρισκάρουν τη ζωή τους καθώς προσπαθούν να κάνουν τη δουλειά τους.

Συνομιλώντας με τον σκηνοθέτη ενόψει της ελληνικής πρεμιέρας του φιλμ του στο 27ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.

Ως αφετηρία, θα ήθελες να μου πεις περισσότερα για τον εαυτό σου, την καταγωγή σου, τη γενέτειρά σου, τη σύνδεσή σου με τους Παλαιστίνιους και την αφοσίωσή σου στην παραγωγή ταινιών τεκμηρίωσης και έρευνας;

Είμαι δημιουργός ντοκιμαντέρ, αφοσιώθηκα στο θέμα των ανθρώπων που υποφέρουν από πολέμους. Όλες οι ταινίες μου σχετίζονται με τους πολέμους και τις συνέπειες των πολέμων.

Γεννήθηκα στη Σαουδική Αραβία και μεγάλωσα εκεί, μετά έζησα για 3 χρόνια στη Συρία για να σπουδάσω πολιτικός μηχανικός,

Μετά την έναρξη της επανάστασης στη Συρία, όμως, αποφάσισα να αλλάξω ειδικότητα και να σπουδάσω κινηματογράφο και τηλεόραση.

Ήθελα να πω τις ανείπωτες ιστορίες και αντιλήφθηκα έναν τεράστιο κενό χώρο σε εκείνο το πεδίο, οπότε έπρεπε να το κάνω αυτό.

Δεν έχω συναντήσει ακόμη τον Abdulqader, τον Mahmoud και τον Abo Adnan από κοντά, αλλά γνωριζόμαστε πολύ καλά, από τον καιρό που μιλάμε και συζητάμε στα στάδια των γυρισμάτων της ταινίας.

Είδα σ’ αυτούς μεγάλη αφοσίωση στην τεκμηρίωση των εγκλημάτων πολέμου τα οποία συντελούνται στη Γάζα καθώς αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν το βόρειο τμήμα της από όπου ο ισραηλινός στρατός επεδίωκε να τους απομακρύνει.

Ήθελαν να μείνουν στον Βορρά για να είναι τα μάτια του κόσμου και να συνεχίσουν να τεκμηριώνουν, ακόμη κι όταν ο ισραηλινός στρατός τους απειλούσε και αμαύρωνε την εικόνα τους.

Με συγκίνησαν γι’ αυτούς τους λόγους.

Πότε γυρίστηκε το ντοκιμαντέρ σου Μάτια της Γάζας και σε ποιον βαθμό ρίσκαρες κι εσύ τη ζωή σου καταγράφοντας αυτούς τους δημοσιογράφους στην προσπάθειά τους να κάνουν τη δουλειά τους όπως κρίνουν καλύτερα;

Ξεκινήσαμε δύο μήνες μετά τις 7 Οκτωβρίου 2023 και συνεχίσαμε τα γυρίσματα μέχρι τον Ιούλιο του 2024.

Πριν ξεκινήσουμε, ωστόσο, το ψάξαμε να μπούμε στη Γάζα και να πάμε στο πεδίο για να γυρίσουμε το ντοκιμαντέρ, αλλά δυστυχώς, δεν υπήρχε τρόπος να το κάνουμε.

Η Γάζα ήταν σαν μια τεράστια απαγορευμένη περιοχή, κανένας δεν έμπαινε, κανένας δεν έβγαινε.

Σκηνοθέτησα, λοιπόν, το φιλμ από το εξωτερικό. Η διαδικασία υπήρξε μακρά και πολύπλοκη λόγω των πολλών προκλήσεων, όπως της απουσίας εμού του ίδιου από το πεδίο, της έλλειψης Ίντερνετ την περισσότερη ώρα και επαγγελματικού εξοπλισμού.

Το ανέβασμα των βίντεο απαιτούσε υπερβολικά πολύ χρόνο κι ήταν πραγματικά επικίνδυνο, το να τα σώζουμε σε τρία διαφορετικά λάπτοπ και σε σκληρούς δίσκους σε περίπτωση που κάποιος από τους τρεις τραυματιζόταν.

Σε μια τέτοια περίπτωση, το μήνυμά τους και πάλι θα μπορούσε να φτάσει στον κόσμο. Βασικά, οι προκλήσεις ήταν πολλές και δεν μπορώ να τις θυμηθώ όλες, αλλά τελικά τα καταφέραμε.

Όντας Σύρος, κι έχοντας βιώσει πόλεμο, μπορούσα να φανταστώ τι συμβαίνει στη Γάζα.  

Προσπάθησα, λοιπόν, να φανταστώ κάθε κατάσταση που θα μπορούσαν να βιώνουν οι δημοσιογράφοι και να δημιουργήσω μερικά αρχεία στα οποία εξηγούσα πώς να γυρίσουν και να καλύψουν τέτοιες στιγμές.

Αυτό βοήθησε στη διαδικασία δημιουργίας του ντοκιμαντέρ.




Και το να «παρακολουθείς» μονάχα την κλίμακα της καταστροφής ως θεατής είναι συνταρακτικό. Ωστόσο, μέχρι και σήμερα, όσοι υιοθετούν τη σιωνιστική προπαγάνδα εξακολουθούν να την αμφισβητούν.

Υποθέτω ότι η απονομιμοποίηση/απαξίωση αυτού του αφηγήματος ήταν απαραίτητη για σένα.

Η καταστροφή στη Γάζα είναι τεράστια, είναι σαν να έχει σβηστεί από τον χάρτη της Γης. Η καταστροφή των κτιρίων δεν ήταν, ωστόσο, το μήνυμα αυτής της ταινίας.

Παρά την τεράστια καταστροφή, οι άνθρωποι θέλουν να παραμείνουν στη Γάζα. Δεν την εγκαταλείπουν, κι ας παραπονιούνται για τη δύσκολη ζωή τους.

Το κτίρια μπορούν να ξαναχτιστούν, αλλά τα αγαπημένα πρόσωπα δεν μπορούν να επιστρέψουν στη ζωή. Οι Παλαιστίνιοι, επομένως, έχουν χάσει πολλά περισσότερα από κτίρια.

Σύμφωνα με την Επιτροπή Προστασίας Δημοσιογράφων, στη διάρκεια ενός χρόνου πολέμου μεταξύ Ισραήλ-Γάζας έχουν σκοτωθεί περισσότεροι δημοσιογράφοι απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη σύγκρουση από το 1992 και εξής.

Τι φοβούνται κυρίως οι ισραηλινές αρχές όταν πρόκειται για την κάλυψη από Παλαιστίνιους/Άραβες δημοσιογράφους των καθημερινών σφαγών που πραγματοποιούνται από τον ισραηλινό στρατό καθώς και από τους εποίκους;

Η ισραηλινή κυβέρνηση παράγει εικόνες για τη Δύση και τον κόσμο εδώ και πολλά χρόνια λέγοντας:

«Eίμαστε η μόνη δημοκρατία στη Μέση Ανατολή, είμαστε ωραίοι άνθρωποι, απλά θέλουμε να ζήσουμε καθώς οι Άραβες θέλουν να μας σκοτώσουν, μας αρέσει να ζούμε τη ζωή, είμαστε χαριτωμένοι και δεν πληγώνουμε τους άλλους, θέλουμε ειρήνη».

Όταν, όμως, η πραγματική εικόνα της ισραηλινής κυβέρνησης του απαρτχάιντ αρχίζει να διαδίδεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αισθάνονται ότι απειλούνται και εκτίθενται, επομένως δε θέλουν να γίνουν πιστευτοί οι Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι.

Τους σκοτώνουν με πολλούς τρόπους. Ένας από αυτούς είναι οι απειλές και η αμαύρωση της εικόνας τους.

Για παράδειγμα, ένας από τους δημοσιογράφους που εμφανίζεται στο φιλμ δούλευε στο παρελθόν για το BBC, το CNN και το Al Arabiya και οι ανταποκρίσεις του ήταν ευρείες στη διάρκεια του πολέμου.

Οπότε, η ισραηλινή κυβέρνηση ισχυρίστηκε πως είναι τρομοκράτης, μαχητής και εργάζεται για τη Χαμάς, κάτι το οποίο είναι ψευδές.

Αλλά ο κόσμος πίστεψε τα ψέματα και τα κανάλια τερμάτισαν τη συνεργασία τους μαζί του για κάποιο διάστημα. Αυτό το παράδειγμα βρίσκει εφαρμογή σε όλες τις περιπτώσεις δημοσιογράφων από τη Γάζα.

Η θεωρία μου είναι η εξής:

Aν σου πω ότι κάποιος είναι επικίνδυνος, θα τον αγνοήσεις χωρίς να το ερευνήσεις επειδή με εμπιστεύεσαι λόγω του φύλου μου, του χρώματος ή του γεγονότος ότι είμαι Δυτικός.

Η ισραηλινή κυβέρνηση έχει, άρα, το πάνω χέρι στους τομείς των μίντια και της δημοσιότητας, γι’ αυτό και χρειαζόμαστε τέτοιες ταινίες, οι οποίες δείχνουν πραγματικούς δημοσιογράφους στο πεδίο.

Οι ισραηλινές κατοχικές αρχές έφτασαν μέχρι του σημείου να εισβάλουν στα γραφεία του Al Jazeera στην Ιερουσαλήμ, να τα εκκενώσουν και να τα σφραγίσουν, ενέργεια που διατηρείται σε ισχύ με πρόσφατη δικαστική απόφαση.

Κατά τη διάρκεια της σφαγής, το Al Jazeera ήταν ένα από τα πιο ενεργά κανάλια με την κάλυψή τους, υποστήριξε πολλά πρότζεκτ και παρήγαγε πολλές ταινίες, όπως το Μάτια της Γάζας.

Επομένως, είναι μια τεράστια απειλή για την κυβέρνηση του απαρτχάιντ καθώς αρχίζει να αποκαλύπτεται η πραγματική τους εικόνα.

Οπότε, το κλείσιμο των γραφείων τερματίζει τον επίσημο τρόπο εργασίας και κάλυψης των σφαγών. Οι δημοσιογράφοι συνέχισαν, ωστόσο, να δουλεύουν και να αποκαλύπτουν το αληθινό πρόσωπο των εγκλημάτων του Ισραήλ.

Το Ισραήλ επιχειρεί να δείξει ότι έχει ελευθερία λόγου, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχει: επιτηρούν την ειδησεογραφία, τα φιλμ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Οι ισραηλινές αρχές συλλαμβάνουν κάθε Παλαιστίνιο/Παλαιστίνια στη Δυτική Όχθη ο οποίος/η οποία έκανε «like», σχολίασε ή ακολούθησε νέα σχετικά με τη Γάζα.

Είναι σαν η κυβέρνηση του απαρτχάιντ να θέλει να διαγράψει τη Γάζα χωρίς οι άνθρωποι να το γνωρίζουν ή να δρουν εναντίον αυτού.




Η κατάφωρη περιφρόνηση της ανθρώπινης ζωής των Παλαιστινίων στη Δύση, είτε είναι άμαχοι είτε ένοπλοι μαχητές, με εξοργίζει. Γιατί, κατά τη γνώμη σου, η «ηθική πυξίδα» της Δύσης είναι τόσο στρεβλή;

Η ισραηλινή κυβέρνηση εργάστηκε για χρόνια για να απανθρωποποιήσει τους Παλαιστινίους, για να φιλοτεχνήσει την εικόνα τους ως τρομοκρατών και αμόρφωτων. Κι αυτό στοχεύοντας όχι μόνο στη Δύση, αλλά ακόμη και στην Ανατολή.

Έτσι, οι ισραηλινές δυνάμεις έχουν τη δυνατότητα να σκοτώνουν χωρίς να υπάρχουν πραγματικές αντιδράσεις από τον κόσμο.

Η αντίσταση είναι κάτι διαφορετικό: η Χαμάς και οι υπόλοιπες οργανώσεις ιδρύθηκαν για να προστατέψουν τη γη και τα σπίτια των Παλαιστίνιων, καθώς όλος ο κόσμος τους απογοήτευσε. Αυτό πιστεύω.

Η εικόνα, όμως, της αντίστασης, όπως διαμορφώνεται από την ισραηλινή κυβέρνηση, την εμφανίζει ότι θέλει να σκοτώσει όλους τους Εβραίους. Όλους τους Εβραίους, λένε, όχι τους Ισραηλινούς, για να καταστήσουν την απειλή ακόμα μεγαλύτερη.

Κι αυτό σημαίνει πως οι Χριστιανοί ή άνθρωποι άλλων θρησκευμάτων μπορεί να ακολουθήσουν.

Τώρα βλέπουμε τις εικόνες των απελευθερωμένων κρατουμένων και από τις δύο πλευρές:

Από τη μία, τους Ισραηλινούς κρατούμενους οι οποίοι αντιμετωπίστηκαν με σεβασμό και χωρίς να υποστούν βασανιστήρια. Από την άλλη, οι Παλαιστίνιοι βιάζονται και βασανίζονται με απάνθρωπους τρόπους.

Αν απλώς συγκρίνεις τις εικόνες, είναι στ’ αλήθεια ξεκάθαρο ποιος αποτελεί την πραγματικη απειλή για την ανθρωπότητα.

Μια εύθραυστη «εκεχειρία» εφαρμόζεται αυτήν τη στιγμή στη Γάζα, ενώ στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη κλιμακώνονται οι γενοκτονικές επιθέσεις. Ποια είναι η προϋπόθεση για την ειρήνη στην περιοχή, σύμφωνα με σένα;

Αυτή είναι μια πραγματικά δύσκολη ερώτηση,

Πιστεύω, όμως, ότι το Ισραήλ δε θέλει την ειρήνη.

Κλιμάκωσε τις επιθέσεις του στη Δυτική Όχθη και άρχισε να επιτίθεται σε πόλεις της Συρίας, ισχυριζόμενο πως προστατεύει τους Δρούζους και μερικές φορές το ίδιο το Ισραήλ από τις ισλαμιστικές απειλές.

Αναρωτιέμαι: Όλες οι χώρες γύρω από το Ισραήλ δεν είναι μουσουλμανικές; Συνιστούν, άρα, όλες απειλή;

Oπότε, μετά τη Γάζα θα στοχοποιήσει τη Δυτική Όχθη, στη συνέχεια μαζικά τη Συρία, και κατόπιν τον Λίβανο και την Τουρκία;  

Δεν έχουν όριο στον τρόπο που εργάζονται για την κατάληψη και την κλοπή εδαφών.

Δεν είμαι σε θέση να προτείνω λύσεις, ούτε μπορώ να πω στους ανθρώπους που υπέφεραν από τις ισραηλινές επιθέσεις να συγχωρήσουν και να αποδεχτούν την απώλεια των αγαπημένων τους.

Αυτό το οποίο μπορώ να κάνω είναι να καταγράψω αυτά τα εγκλήματα, ώστε ο κόσμος να δει και να μην ξεχάσει τις σφαγές.

Ευχαριστώ τον σκηνοθέτη για την παραχώρηση της φωτογραφίας του.

Το ντοκιμαντέρ του Μαχμούντ Ατάσι Μάτια της Γάζας προβάλλεται, σε ελληνική πρεμιέρα, στο πλαίσιο της ενότητας Open Horizons του 27ου Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (6-16 Μαρτίου), παρουσία του σκηνοθέτη.

Προβολές στις αίθουσες: Κυριακή 9 Μαρτίου (αίθουσα Σταύρος Τορνές, 22:30) και Κυριακή 10 Μαρτίου (αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη, 13:00).

Η ταινία είναι επίσης διαθέσιμη στη διαδικτυακή πλατφόρμα του 27ου ΦΝΘ μέχρι και τις 16 Μαρτίου.