Καρολίνα Ντε Ρομπέρτις (Φωτογραφία: Pamela Denise Harris) |
Φόρος
τιμής στη γυναικεία
απελευθέρωση, συντροφικότητα και
φιλία, το μυθιστόρημα της καταγόμενης από την Ουρουγουάη συγγραφέως Καρολίνα
Ντε Ρομπέρτις Καντόρας, Οι γυναίκες που τραγουδούσαν είναι ένα απολαυστικό βιβλίο.
Στο επίκεντρό του
βρίσκεται η προσπάθεια πέντε ομοφυλόφιλων γυναικών να επιβιώσουν και να υπάρξουν στο διάβα 35
πολυτάραχων χρόνων στην Ουρουγουάη.
Συνομιλώντας
με την συγγραφέα με αφορμή την
πρόσφατη κυκλοφορία του βιβλίου στα ελληνικά.
Ο
όρος “cantoras”
ως κωδικοποιημένη αναφορά για τις λεσβίες προϋπήρχε της συγγραφής του
μυθιστορήματος;
Είναι μια κωδική ονομασία
για τις λεσβίες. Χρησιμοποιείται σε κοινότητες όπου οι κουίρ άνθρωποι δε
νιώθουν ασφαλείς να αποκαλύψουν την ταυτότητά τους.
Έμαθα τη λέξη από τους
ίδιους τους ανθρώπους στους οποίους βασίζεται αυτό το βιβλίο. Όταν το έγραφα,
όμως, δε γνώριζα αν όλοι οι γκέι
άνθρωποι εκείνη την περίοδο ήξεραν αυτόν τον όρο ή τον ήξεραν μόνο οι
συγκεκριμένοι.
Κανείς, όμως, δεν
γνωρίζει πόσο μακριά έφτασε στις δεκαετίες του ’70, του ’80 και του ’90.
Νομίζουμε ότι τον επινόησε μια γυναίκα ονόματι Ίζαμπελ, αλλά δεν μπορούμε να το
επιβεβαιώσουμε.
Μιας
κι έχεις ελάχιστα ζήσει στην Ουρουγουάη, ήταν η συγγραφή αυτού του βιβλίου ο
τρόπος σου να συνδεθείς ή να επανασυνδεθείς με την ουρουγουανή διάσταση της
ταυτότητάς σου;
Αυτή είναι υπέροχη
ερώτηση!
Το πρώτο μου μυθιστόρημα,
Το αόρατο βουνό, είχε επίσης πολύ να
κάνει με την επανασύνδεση με την ουρουγουανή μου ταυτότητα. Εκείνη την εποχή,
ποτέ δεν είχα ζήσει στην Ουρουγουάη.
Έκτοτε έχω όντως γυρίσει
και μετακομίσει εκεί για ενάμιση χρόνο με την σύζυγό μου και δύο πολύ μικρά,
τότε, παιδιά. Το γεγονός αυτό μου επέτρεψε να συνδεθώ βαθύτερα με την
κουλτούρα.
Μεγάλωσα σε τρεις
διαφορετικές χώρες, και καμιά τους δεν ήταν η χώρα καταγωγής μου. Είμαι,
λοιπόν, πολύ μετανάστρια, και πολλοί από εμάς που είμαστε μετανάστες ή παιδιά
μεταναστών βιώνουμε ένα είδος διπλής πραγματικότητας.
Υπάρχει ολόκληρη χώρα κάτω από το δέρμα μας, αλλά αυτή λείπει πάνω από το δέρμα μας. Η συγγραφή,
επομένως, είναι σίγουρα ένας τρόπος σύνδεσης με μια κουλτούρα που την
αισθάνομαι οικεία, αλλά πάντα μακρινή.
Είχαν
διωχθεί οι γονείς σου κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας στην Ουρουγουάη ή
βρίσκονταν ήδη εκτός της χώρας;
Σπουδαία ερώτηση!
Οι γονείς μου έφυγαν από
την Ουρουγουάη λίγο πριν το πραξικόπημα, αλλά όχι εξαιτίας της πολιτικής κατάστασης.
Οι άνθρωποι στις
αποκαλούμενες «τριτοκοσμικές» χώρες συχνά φεύγουν λόγω επαγγελματικών
ευκαιριών, κυρίως ακαδημαϊκής φύσης, κι αυτό συνέβη με τον πατέρα μου.
Πολλοί, ωστόσο, που
εγκατέλειψαν τη χώρα τότε νομίζοντας ότι αυτό θα κρατούσε λίγο, δυσκολεύτηκαν
έπειτα να επιστρέψουν, επειδή η πολιτική κατάσταση συνέχισε να επιδεινώνεται.
Μεγάλωσα χωρίς ν’ ακούω
για τη Δικτατορία στην Ουρουγουάη.
Πώς
κι έτσι;
Πρώτη φορά άκουσα γι’ αυτή
όταν ήμουν δέκα. Όταν αποκαταστάθηκε η Δημοκρατία και η μητέρα μου έμαθε ότι
μία από τις φίλες της είχε βγει από τη φυλακή, είχαμε μόλις μετακομίσει στις
Η.Π.Α.
Εκείνη την περίοδο υπήρχε
πολλή σιωπή γι’ αυτό το ζήτημα. Οι άνθρωποι της Διασποράς δε μιλούσαν, δεν
ήξεραν πώς να μιλήσουν γι’ αυτό. Ήθελα, επομένως, να γεμίσω αυτή τη σιωπή με
φωνές, αφήγηση και μουσική.
Σε
ποιο βαθμό ενεπλάκης στο να ακούσεις αληθινές ιστορίες και περιστατικά, που
έπειτα μετασχημάτισες μυθοπλαστικά;
Άκουσα τις ιστορίες των
ανθρώπων σε τεράστιο βαθμό.
Ερεύνησα, εξάλλου, και
την αγγλική, την ισπανική -ακόμη και την ιταλική- σχετική βιβλιογραφία. Ερευνώ
τη Δικτατορία στην Ουρουγουάη επί είκοσι χρόνια.
Βιβλία, ωστόσο, που να περιγράφουν
τι σήμαινε να είσαι γκέι, λεσβία, τρανς τότε δεν υπάρχουν.
Στα εικοσιπέντε μου,
ήμουν τσακισμένη γιατί οι γονείς μου είχαν αρχίσει να με αποκληρώνουν. Μου
ξεκαθάρισαν ότι δεν μπορούσα να είμαι και γκέι και Ουρουγουανή.
Λόγω
του σεξουαλικού σου προσανατολισμού;
Ναι. Όταν παντρεύτηκα
γυναίκα το 2002, το αποκαλούσαμε «κοινωνική ανυπακοή», προσφωνούσαμε η μία την
άλλη «σύζυγο». Ούτε καν άλλες λεσβίες δεν το έκαναν αυτό!
Τώρα είναι πολύ πιο
συνηθισμένο. Τότε, ήταν σαν να επινοούσαμε
έναν χώρο για εμάς. Παντρευτήκαμε εκ νέου το 2004 στο Σαν Φρανσίσκο και το
2008, όταν αυτό νομιμοποιήθηκε στην πολιτεία μας, την Καλιφόρνια.
Είμαστε ακόμη μαζί με την
Παμ επί είκοσι χρόνια, η σύζυγός μου είναι μαύρη κι έχουμε δύο παιδιά οκτώ και
έντεκα χρονών.
Πώς
γνωρίστηκες με την LGBT
κοινότητα της Ουρουγουάης;
Γνώρισα μια γυναίκα στην
Καλιφόρνια, την Νατάλια, ξεκινήσαμε να μιλάμε και ξέσπασα σε κλάματα. Μου είπε:
«Έχω μια θεία στην Ουρουγουάη, που είναι
λεσβία. Θα σου δώσω τον αριθμό της».
Όταν την συνάντησα, δεν
της είπα πως είμαι γκέι, απλώς ότι είμαι φίλη της Νατάλια, και μου πρότεινε να
πάω μαζί της στο Κάβο Πολόνιο.
Αυτό ήταν το πρώτο μου
ταξίδι εκεί, κι έμεινα στη μικρή παράγκα που είχε αγοράσει με φίλες της στη
διάρκεια της Δικτατορίας. Είναι το άτομο που ενέπνευσε τον χαρακτήρα της Πας
στο βιβλίο.
Όταν
πρωτοπήγες στο Κάβο Πολόνιο, ήταν ακόμα μια νησίδα ουτοπίας ή είχε ήδη
ανακαλυφθεί από ορδές τουριστών;
Τώρα έχει ανακαλυφθεί από
ορδές τουριστών, έχει αλλάξει.
Το 2001, ωστόσο, ήταν
πολύ πιο νυσταλέο και ρουστίκ. Υπήρχε ένα είδος χίπικης κουλτούρας στην περιοχή.
Πολύ μποέμικο, πολύ γκέι μέρος. Ήταν πολύ μαγικό να είσαι εκεί, κάτω από τα
αστέρια. Και ξεκίνησα ν’ ακούω τις ιστορίες των γυναικών.
Στην αρχή επρόκειτο για
μια βαθιά ακρόαση, με αγάπη, η οποία με θεράπευσε, με βοήθησε να δω την
παρουσία της πολιτισμικής Ιστορίας που νιώθω ως κληρονομιά μου.
Περίπου δεκατέσσερα
χρόνια αργότερα, αισθάνθηκα ότι ήθελα να συμβάλω σ’ αυτές τις ιστορίες,
συνυφαίνοντάς τις σ’ ένα μυθιστόρημα.
Και
να τις διατηρήσεις στη μνήμη, μιας και δε νομίζω να εκπροσωπούνται στον
κυρίαρχο λόγο στην Ουρουγουάη.
Ακριβώς, δεν υπάρχουν
στον κυρίαρχο λόγο. Αυτές οι ιστορίες, τού να φοβάσαι στην καθημερινότητά σου
το καθεστώς, τους συναδέλφους, ακόμα και την οικογένειά σου, δεν έχουν
καταγραφεί.
Τα μυθιστορήματα μπορούν
να δώσουν φωνή σε ιστορίες που η επίσημη καταγραφή θα άφηνε πίσω.
Δες τον Τολστόι. Το Πόλεμος και Ειρήνη αποτυπώνει μια εποχή
κι ένα μέρος.
Αφηγηματικά
και από άποψη ενδιαφερόντων νιώθεις κομμάτι της πλούσιας και ποικιλόμορφης
λατινοαμερικανικής παράδοσης;
Ναι, αν και γράφω στ’
αγγλικά.
Η λογοτεχνία των
καταγόμενων από τη Λατινική Αμερική στις Η.Π.Α. είναι πολύ πλούσια. Υπάρχουν
πολλές από εμάς, δεν είμαι εντελώς μόνη.
Αισθάνομαι χρέος απέναντι
σε πολλούς Λατινοαμερικανούς συγγραφείς- από τον Κορτάσαρ και τον Μάρκες μέχρι
τον Μεξικανό Αλβάρο Άβιλα και πολλούς άλλους.
Γράφοντας για κουίρ και
γκέι φωνές νιώθω χρέος προς την έγχρωμη λογοτεχνία των Η.Π.Α., για παράδειγμα την
Όντρι Λορντ, την Τόνι Μόρισον, τον Τζέιμς Μπόλντουιν.
Κι
ο Εντουάρντο Γκαλεάνο;
Αγαπώ τον Γκαλεάνο και τη
δουλειά του, από τις Ανοιχτές φλέβες της
Λατινικής Αμερικής και εξής, αλλά δεν ξέρω αν είναι εξίσου σημαντική
επιρροή για μένα.
Στις Η.Π.Α. είναι της
μόδας η αντίληψη ότι η πολιτική δεν ταιριάζει στη λογοτεχνία. Η
λατινοαμερικανική λογοτεχνία ποτέ δεν έπεσε σ’ αυτή την παγίδα.
Έχεις
ζήσει -και ζεις- στις Η.Π.Α. περισσότερο από οπουδήποτε αλλού. Όντας άνθρωπος
με ποικίλα ενδιαφέροντα, εμπειρίες και προσανατολισμό, πώς νιώθεις υπό το
καθεστώς του Τραμπ;
Είναι εξαιρετικά επώδυνο.
Τα χρόνια του Τραμπ
υπήρξαν από πολλές απόψεις καταστροφικά. Πολλοί και πολλές από εμάς -γκέι,
λεσβίες, Μουσουλμάνοι- ζούμε με αυξημένο επίπεδο φόβου για τα δικαιώματά μας.
Ταυτόχρονα, για κάποιες
κοινότητες αυτοί οι φόβοι κι οι ανησυχίες δεν είναι κάτι καινούριο. Η σύζυγός
μου, μια λαμπρή μαύρη γυναίκα, πάντα μου υπενθυμίζει τον Τζιμ Κρόου.
Το ότι οι Η.Π.Α. ποτέ δεν
είχαν τύραννο και πάντα ήταν δημοκρατικές είναι αφήγημα που θέλουν να λένε στον
εαυτό τους. Στην πραγματικότητα είχαμε κάτι πολύ κοντινό στην αυταρχική
καταστολή στον Νότο της χώρας έναντι μη λευκών ανθρώπων.
Ένα από τα πράγματα που έχει
κάνει ο Τραμπ ήταν να καταστήσει πιο επιτρεπτή την έκφραση εχθρότητας και την
άρνηση της ανθρωπιάς των ατόμων- είτε σε σχέση με τη φυλετική καταγωγή είτε με
το μεταναστευτικό.
Εκτιμάς
πως αυτό μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα θ’ αλλάξει ανεξαρτήτως της έκβασης των
εκλογών;
Ο λόγος που οι Ρεπουμπλικανοί
έχουν πολεμήσει τόσο σκληρά να κωδικοποιήσουν τις φρικτά καταπιεστικές τους
αξίες στο Ανώτατο Δικαστήριο είναι γιατί ξέρουν ότι βρίσκονται στη μειοψηφία.
Ξέρουν πως ο μόνος τρόπος
να κερδίσουν είναι να καταπιέσουν την ψήφο.
Υπάρχουν περισσότεροι από
εμάς - άνθρωποι έγχρωμοι, που προέρχονται από μεταναστευτικές κοινότητες, που
είμαστε κουίρ ή/και προοδευτικοί, άλλοι που νοιάζονται για τους κουίρ και
έγχρωμους γείτονές τους.
Είμαστε η πλειονότητα σ’
αυτή τη χώρα, κι είμαστε ένα όμορφο μωσαϊκό ανθρωπότητας.
Ζω στην Καλιφόρνια, όπου
είναι πολύ πιο δυνατό από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο να μεγαλώνω τα
πολυφυλετικά παιδιά μου με την λεσβία σύζυγό μου με ελευθερία και αξιοπρέπεια.
Μπορούμε να επεκτείνουμε
αυτή την πολιτισμική ευρυχωρία. Η εποχή του Τραμπ έχει υπάρξει επιβλαβής πέραν
των ορίων των Η.Π.Α.
Όπως,
βέβαια, και η πανδημία.
Είμαστε παγκοσμίως
επηρεασμένοι από αυτή την πανδημία.
Η
δε βορειοαμερικανική κοινωνία πλήττεται περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη τόσο
όσον αφορά στον αριθμό των κρουσμάτων όσο και στους θανάτους- για να μην αναφερθούμε στην καταστολή ή την
οικονομική καταστροφή.
Έχουμε έναν Πρόεδρο που
στην πραγματικότητα δε νοιάζεται αν πεθαίνουν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, εφόσον
εξυπηρετούνται τα συμφέροντά του.
Ο Χοσέ Μουχίκα, ένας
πολυαγαπημένος και δημοφιλής Πρόεδρος, που ήταν επαναστάτης Τουπαμάρο, φυλακίστηκε
και βασανίστηκε από τη Δικτατορία, γιατί ήθελε να δημιουργήσει μια επανάσταση
στην Ουρουγουάη.
Κι όμως συνέχισε, με τις
πιο απίστευτα σταθερές αξίες. Τον σκέφτομαι σε σχέση με τις Η.Π.Α. Είναι
εντελώς πιθανό ότι εντός αυτής της ζοφερής περιόδου βρίσκονται οι σπόροι ενός
λαμπρότερου μέλλοντος.
Δουλειά μας είναι να
καλλιεργήσουμε αυτούς τους σπόρους με οποιονδήποτε τρόπο- ως γονείς, δάσκαλοι,
συγγραφείς, αναγνώστες, πολιτικοί ηγέτες. Κι επειδή είμαστε η πλειονότητα σ’
αυτή τη χώρα, συνεχίζω να πιστεύω πως αυτό είναι δυνατό.
Το μυθιστόρημα της Καρολίνα Nτε Ρομπέρτις Καντόρας,
Οι γυναίκες που τραγουδούσαν κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διάπλαση σε μετάφραση
της Τατιάνας Μπολάνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου