Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020

Σεζάρ Ντίαζ: «Οι γυναίκες Μάγιας είναι οι παραλήπτριες της μνήμης στη Γουατεμάλα»


Βραβευμένο ως το καλύτερο ντεμπούτο στο περσινό Φεστιβάλ των Καννών, το φιλμ του Γουατεμαλανού Σεζάρ Ντίαζ Οι μητέρες μας καταπιάνεται με εντιμότητα, αξιοπρέπεια και λεπτότητα με το τραυματικό ζήτημα του εμφυλίου στη χώρα.


Στο επίκεντρό του βρίσκεται η ιστορία του νεαρού ανθρωπολόγου Ερνέστο που ταυτοποιεί αγνοούμενους, ενώ αναζητά τα ίχνη του πατέρα του. Συνομιλώντας εγκάρδια με τον σκηνοθέτη λίγο πριν την έξοδο της ταινίας στις 27 Φεβρουαρίου.


Το πιο σημαντικό αφετηριακό ερώτημα για μένα είναι αν εσύ ή κάποιο άλλο μέλος της οικογένειάς σου υπέφερε από παρόμοια τραύματα τον καιρό του εμφυλίου στη Γουατεμάλα.


Πρώτα απ’ όλα, σ’ ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον σου σχετικά με τη δουλειά μου.


Δεν ήθελα να κάνω μια αυτοβιογραφική ταινία γιατί δε νομίζω ότι αυτό είναι ενδιαφέρον: απλώς αναπαριστάς τις αναμνήσεις από τη ζωή σου. Πάλευα με την ανάγκη μου να μιλήσω γι’ αυτή την εποχή, γι’ αυτό το τραύμα.


Ευτυχώς η μητέρα μου δεν πιάστηκε ούτε βιάστηκε ποτέ, και είμαι γιος του πατέρα μου. Απ’ όσο ξέρω! (Γέλιο)


Απ’ό,τι σου έχουν πει!


Πάλεψα, λοιπόν, πολύ με όλα αυτά τα ζητήματα. Κι ο λόγος που μου πήρε τόσο καιρό να γράψω το σενάριο είναι γιατί ο ανθρωπολόγος Ερνέστο, ο πρωταγωνιστής, ήταν πολύ κοντά σε μένα.



Από ποια άποψη;


Είναι νεαρός, έχει αυτή την ιστορία πίσω του, και προσπαθεί να αποδώσει δικαιοσύνη και να κάνει τη μνήμη του να δουλέψει σε μια χώρα που δε θέλει να θυμάται. Προσπαθεί επίσης να έχει μια φυσιολογική ζωή- να βγαίνει στα μπαρ, να κάνει σεξ.


Το χειρότερο στη γενιά μου είναι πως κληρονομήσαμε κάποιες αξίες όπως η δικαιοσύνη κι ο αγώνας ενάντια στην αδικία, έχουμε αυτή την κομμουνιστική και σοσιαλιστική παράδοση, χωρίς τα εργαλεία που είχαν οι παλαιότερες γενιές.


Τον καιρό των γονιών μου πίστευαν πως όντως μπορούσαν ν’ αλλάξουν τη χώρα, γιατί είχαν τα εργαλεία, τις τεράστιες διαδηλώσεις, την πολιτική αντίσταση, κι ασφαλώς τη στρατιωτική αντίσταση. Είχαν ένα μονοπάτι για να υλοποιήσουν αυτό το σύστημα.


Ενώ διεξήγαγες έρευνα σχετικά με την ταινά σου, γιατί ένιωσες την ανάγκη να αναδείξεις την παρουσία των γυναικών; Επειδή έχουν υποφέρει πιο πολύ κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου;


Υπέφεραν πιο πολύ απ’ όλους κι είναι οι μόνες που επέζησαν, γιατί ο στρατός σκότωσε κυρίως τους άντρες, επειδή ήταν πιθανοί μαχητές, κι επίσης παιδιά, επειδή θα ήταν η καινούρια κομμουνιστική γενιά.


Βίασαν, απήγαγαν, βασάνισαν γυναίκες. Κι όμως, έπειτα απ’ όσα συνέβησαν είναι ακόμα όρθιες, εξακολουθούν να αναζητούν δικαιοσύνη, να πολεμάνε, απλά ζουν. Είναι εκπληκτικό. Θέλω απλώς να αποτίσω φόρο τιμής σ’ αυτές.



Ήταν κυρίως ιθαγενείς Μάγιας οι γυναίκες που υπέστησαν τα πιο πολλά;


Η πλειονότητα των νεκρών ήταν Μάγιας, γιατί ο πόλεμος διεξαγόταν στις αγροτικές περιοχές, όπου ζουν, αλλά κι επειδή υποστήριζαν την αντίσταση. 


Μετά την αμερικανική εμπειρία στο Βιετνάμ, η εγχώρια δικτατορία κατανόησε ότι έπρεπε να αποκόψει την κοινωνική υποστήριξη της αντίστασης. Γι’ αυτό ξεκίνησε να βασανίζει, να σκοτώνει, να εξαλείφει τους Μάγιας.


Πόσο δύσκολο ήταν να πετύχεις αυτό το επίπεδο αξιοπρέπειας, εντιμότητας και λεπτότητας που χαρακτηρίζει την προσέγγισή σου;


Ήταν πολύ δύσκολο, κι υπήρξε ομαδική δουλειά. Οι άνθρωποι με τους οποίους συνεργάζομαι είναι κομμάτι του φιλμ από την αρχή. 


Ήμασταν όλοι μαζί και στ’ αλήθεια τους άνοιξα την καρδιά μου, λέγοντας πως δεν ήθελα να κάνω μια πολιτική μπροσούρα, αλλά να καταπιαστώ με την ανθρώπινη κατάσταση. 


«Γι’ αυτό αν γινόμαστε μελοδραματικοί ή πολιτικοί με την κακή έννοια, ή το πάμε μακριά με τη μάχη μητέρας-γιού, παρακαλώ πείτε μου, για να κάνουμε όλοι δυο βήματα πίσω», τους προέτρεπα.


Η Γουατεμάλα δεν έχει, εξάλλου, πολλές εικόνες από τον πόλεμο. Υπάρχουν λίγες, φτιαγμένες από τους Αμερικανούς, αλλά όχι το πολιτισμικό ή το συλλογικό φαντασιακό σχετικά με τον πόλεμο. 


Προσπαθούμε, λοιπόν, να το αναπαραστήσουμε στο φιλμ, να χτίσουμε αυτές τις εικόνες που δεν έχουμε.


Οι γυναίκες Μάγιας που απεικονίζονται στην ταινία, λοιπόν, είναι ένα είδος φορέα όλης αυτής της μνήμης που είναι χαμένη ή ανεπαρκώς αναπαραστημένη.


Βεβαίως. Κουβαλάνε τη μνήμη και την κουλτούρα των Μάγιας μαζί τους. Είναι αυτές που φροντίζουν τα παιδιά, το νοικοκυριό, που γράφουν την Ιστορία. Είναι οι παραλήπτριες της μνήμης στη Γουατεμάλα.



Μπήκες σε μεγάλο κόπο, προκειμένου να επιλέξεις τις γυναίκες που παίζουν στο φιλμ; Είναι ερασιτέχνες ηθοποιοί ή απλώς ντόπιες;


Δεν είναι ηθοποιοί, είναι πραγματικά θύματα. Και τα γυρίσματα έγιναν σ’ ένα χωριό που είχε παρόμοια Ιστορία με εκείνη του χωριού στην ταινία.


Την πρώτη φορά που το επισκέφτηκα, με πήγαν στο σημείο που είχε συμβεί η σφαγή, και μου είπαν την ιστορία. 


Ήταν τόσο παράξενες. Δεν έκλαιγαν, κατανόησαν ότι έπρεπε να την πουν πολλές φορές, για να την κρατήσουν ζωντανή. Αποφάσισα, λοιπόν, να ενσωματώσω όλες τις γυναίκες στη διαδικασία. 


Κάναμε αυτό το εργαστήρι για το φιλμ, τη μνήμη, την αδικία, κι ήταν μια εκπληκτική εμπειρία για όλο το συνεργείο.


Κι η σύγχρονη Γουατεμάλα; Έχει αλλάξει καθόλου έκτοτε; Ή «για να ζεις σ’ αυτή την άθλια χώρα πρέπει να είσαι ή μεθυσμένος ή τρελός», όπως κάπου λέει ο συνάδελφος του Ερνέστο σ’ εκείνον;


Δεν έχει αλλάξει πολύ.


Αυτή η φράση προέρχεται από τον Γουατεμαλανό νομπελίστα Μιγκέλ Άνχελ Αστούριας. Και νομίζω ότι αληθεύει, γιατί η πραγματικότητα εδώ, η καθημερινότητα σε κατακλύζει τόσο που πρέπει να βρεις κάποια διαφυγή.


Αυτοί που έχουν την πραγματική εξουσία είναι ακόμα εκεί, οι λόγοι για τον πόλεμο, που είναι ο ρατσισμός, η φτώχεια, η ανισότητα, είναι ακόμα εκεί. Το πρόβλημα είναι πως αυτό το είδος δημοκρατίας δεν επιτρέπει σ’ εμάς όντως ν’ αλλάξουμε τα πράγματα.


Πρέπει, επομένως, να βρούμε κάποιου είδους διαφυγή.



Κι η δικιά σου διαφυγή από μια ορισμένη πραγματικότητα είναι το να κάνεις ταινίες ή μέσω αυτών να την αλλάζεις λίγο;


Είναι κάπως αφελές να νομίζεις ότι θ’ αλλάξει, αλλά διαφυγή ασφαλώς και είναι. Σου προξενεί μεγάλη δυσφορία να έχεις τις αξίες που προανέφερα και να έρχεσαι αντιμέτωπος μ’ αυτή την πραγματικότητα καθημερινά.


Ο Ερνέστο ήταν σαν μια μεταφορά για όλους μας. 


Προσπαθεί να βάλει τα πράγματα σε τάξη, κι ο καλύτερος τρόπος να το πετύχει είναι ν’ ανασυνθέσει τα πτώματα, γιατί έτσι τους δίνει αξία, τους δίνει ανθρώπινη υπόσταση και ταυτόχρονα αναζητά την αλήθεια.


Αυτός ο χαρακτήρας είναι κομμάτι του ταξιδιού μου.


Ελπίζω και το φιλμ σου να συνεχίσει να ταξιδεύει, μετά την εντυπωσιακή πορεία και βράβευσή του στις Κάννες πέρσι ως το καλύτερο ντεμπούτο μυθοπλασίας. Ανοίγουν πόρτες για σένα.


Το ελπίζω. Κι ελπίζω να μη χρειαστώ άλλα πέντε χρόνια για να γυρίσω το επόμενο.


Ποια είναι η κατάσταση με την κινηματογραφική βιομηχανία της Γουατεμάλας;


Είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα, γιατί δεν υπάρχει κρατική υποστήριξη ή νόμος για τον κινηματογράφο. Ούτε κι ο ιδιωτικός τομέας επενδύει σ’ αυτή, γιατί είναι πολύ μικρή. 


Οι περισσότεροι που κάνουν κάτι είναι σκηνοθέτες οι οποίοι έφυγαν από τη χώρα, όπως ο Χάιρο Μπουσταμάντε.


Κι όμως, υπάρχουν τόσες ιστορίες εδώ! Διεξάγω αυτή την περίοδο ένα εργαστήρι για τη συγγραφή σεναρίου κι έχω έντεκα συμμετέχοντες. Έχουν τόση ενέργεια και δυνατές ιστορίες που χρειάζεται να γίνουν ταινία. Κι αυτό θα είναι δύσκολο να συμβεί. 


Παλεύουμε, λοιπόν, να συνταχθεί ένας νόμος για τον κινηματογράφο- μια βιομηχανία θα δημιουργήσει δουλειές και θα φέρει λεφτά. Πρέπει να το καταλάβουν αυτό!


Ευχαριστώ θερμά την Σοφία Αγγελίδου από την One from the Heart για τη συμβολή της στον προγραμματισμό της συνέντευξης με τον σκηνοθέτη.


Η ταινία του Σεζάρ Ντίαζ Οι μητέρες μας προβάλλεται στους κινηματογράφους από τις 27 Φεβρουαρίου σε διανομή της One from the Heart.

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

Δίκη μελών του ΣΣΜ: Απαλλακτική και άκρως φιλεργατική η εισαγγελική πρόταση


Με την απαλλακτική και άκρως φιλεργατική εισαγγελική πρόταση συνεχίστηκε την Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου στο Θ’ Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθήνας η δίκη 7 μελών του ΣΣΜ. Νωρίτερα, είχαν ολοκληρωθεί οι απολογίες των διωκόμενων.


«Εκβίαση είναι η κατάσταση που ζούμε συνολικά», υποστήριξε η τρίτη διωκόμενη κατά την απολογία της.


«Κανένας εκβιαστής δεν πάει στην Επιθεώρηση Εργασίας», συμπλήρωσε, για να συνεχίσει: «Δεν έχει καταδικαστεί ποτέ εργοδότης για παραπτώματα εργατικά. 6.5 χρόνια είμαι υπόδικη, κυκλοφορώ μ’ αυτή τη δίωξη».


«Κάνατε κάποια κίνηση, καταμηνύσατε;», διερωτήθηκε η εισαγγελέας.


«Όταν εμένα μου έρχεται μια δίωξη το 2014, δεν έχω ούτε το χρόνο ούτε τα χρήματα να κάνω δίκες», επεσήμανε.


«Δεν ξέρω αν μπορείτε να πάτε στην Ασφάλεια, αλλά οι εισαγγελείς είμαστε δωρεάν. Οποιοσδήποτε έχει κάποιο θέμα, μπορεί να έρθει σε μας δωρεάν ή να στείλει μια επιστολή από το σπίτι του», παρατήρησε η εισαγγελέας.


Όσον αφορά στις τέσσερις συνδικαλιστικές παρεμβάσεις του σωματείου στο μεζεδοπωλείο Σαλαντίν: «Αν ήταν κάτι παράνομο, κάποιος θα το είχε καταγράψει. Σε κάθε παρέμβαση υπήρχαν διμοιρίες ΜΑΤ, ομάδες Δέλτα, ΔΙΑΣ».


«Τους χτίσαμε το μαγαζί και ζητάνε και τα ρέστα. Δεν υπήρχαν ένσημα και ασφάλιση, το ημερομίσθιο ήταν 5 ευρώ. Γι’ αυτό πρέπει να υπάρχουν σωματεία και παρεμβάσεις», κατέθεσε ο τέταρτος διωκόμενος, επίσης απολυμένος του Σαλαντίν.


Όσο για την περιβόητη συνάντηση με τον τότε ιδιοκτήτη του μεζεδοπωλείο στο χώρο της Τεχνόπολης στις 27 Ιανουαρίου του 2014, κινήθηκε σε «τυπικό», σύμφωνα με τον διωκόμενο, πλαίσιο. «Δεν είμαστε φίλοι», συμπλήρωσε.


«“Μου αποδείξατε ότι είσαστε πιο δυνατοί”», λέει ο ιδιοκτήτης στα παρευρισκόμενα μέλη του σωματείου, και «μας βγάζει ένα κίτρινο φάκελο. Οι διεκδικήσεις ήταν γύρω στις 15.000 ευρώ. Του λέμε: “Δε γίνονται αυτά τα πράγματα”», συνέχισε.


«Το διακύβευμα ήταν να μην απολύει εργαζόμενους», ξεκαθάρισε ο διωκόμενος, διευκρινίζοντας ότι δε διατυπώθηκε καμιά απειλή.


«Αυτά είναι τα χαϊδεμένα παιδιά από όλους τους ελεγκτικούς μηχανισμούς», σχολίασε δηκτικά, αναφερόμενος στους ιδιοκτήτες των εκάστοτε μαγαζιών, στα «αφεντικά», όπως τα αποκάλεσε, κάτι που προξένησε την ενόχληση της εισαγγελέως.


Η ίδια θεώρησε πως με τη χρήση του συγκεκριμένου όρου τούς αποδίδεται μεγαλύτερη αξία απ’ όση πραγματικά έχουν, ενώ έχει παρέλθει η εποχή της δουλείας.


«Θέλουμε να φανερωθεί η σχέση κυριαρχίας που έχουν αυτοί οι άνθρωποι στις ζωές μας», διευκρίνισε ο διωκόμενος.


Ακολούθησε μια άκρως αποκαλυπτική του ήθους και της συγκρότησης του πρώην ιδιοκτήτη του μεζεδοπωλείου Σαλαντίν κατ’ αντιπαράσταση εξέταση με τον διωκόμενο, προς διακρίβωση των περιστατικών που έλαβαν χώρα στις 27/1/2014.


Επιβεβαιώθηκε, λοιπόν, ότι ο ίδιος ζήτησε τη συνάντηση -«σκέφτηκα σε κάποιο ουδέτερο χώρο», υποστήριξε-, αλλά για το ποσό «δε θυμάμαι πόσο ακριβώς ήταν. Έβαλα κάποια λεφτά να σωθώ. Ας πούμε 1.500. Κατ’ εμέ δεν τους όφειλα».


«Χαρίσατε λεφτά;», απόρησε η εισαγγελέας.


«Καταστρεφόταν η επιχείρησή μου, εφόσον είχαν κάνει τις παρεμβάσεις», της απάντησε.


«Πόσες παρεμβάσεις είχαν γίνει μέχρι τις 12/2/2014;», τον ρώτησε.


«Στην αρχή ήταν καθημερινά, και μετά επιλεκτικά, Σάββατο και Κυριακές», ισχυρίστηκε ψευδώς.


«Πόσα χρήματα είχατε βάλει μέσα;», επέμεινε η εισαγγελέας.


«Ό,τι είχα πει στην προηγούμενη κατάθεσή μου», απάντησε παρελκυστικά.


«Μας είπε: “Ελάτε να συζητήσουμε. Παιδιά, είστε δυνατοί”. “Δεν παίζουμε μπρα ντε φερ εδώ πέρα”. “Aφήνω ένα φάκελο εδώ, έχει 1.500. Αυτό από μένα”», εξιστόρησε ο διωκόμενος.


«Γιατί δεν τα πήρανε;», αναρωτήθηκε η εισαγγελέας.


«Γιατί μου λένε: “Θα στα πάρουμε όλα”», συνέχισε με τα φαντασιοκοπήματά του ο πρώην ιδιοκτήτης του Σαλαντίν.


Ήταν τέτοια η αφέλεια και το θράσος του, που λίγες στιγμές αργότερα αποκάλυψε πως είχε αναζητήσει... μπράβους, προκειμένου ν’ απαλλαγεί από τους ενοχλητικούς εργαζόμενους.


«Σε μπράβους πήγα και ρώτησα τι κάνω σ’ αυτή την περίπτωση», δήλωσε ξεδιάντροπα.


Προς τούτο, απευθύνθηκε, μάλιστα, σε γνωστό επιχειρηματία που δραστηριοποιείται στο χώρο της νυχτερινής διασκέδασης στην περιοχή της Ιεράς Οδού, ο οποίος του συνέστησε «να μην μπλέξει» και «να πάει στην Αστυνομία»!


«Αντί να πάτε στην Αστυνομία, προτιμήσατε να πάτε στους μπράβους», παρατήρησε η εισαγγελέας.


«Απολύθηκα το Γενάρη του ’14. Δουλεύαμε “μαύρα” 2 χρόνια. Υπήρχαν θέματα που δεν είχαν διεκδικηθεί και επιλυθεί. Η απόλυσή μου ήταν παραδειγματική, γιατί ενοχλούσαμε με τις αξιώσεις μας», κατέθεσε ο πέμπτος διωκόμενος.


«Αποφασίσαμε να κάνουμε παρεμβάσεις, παράλληλα απολύθηκαν άλλοι συνάδελφοι. Το Σεπτέμβρη του ’13 δηλωθήκαμε φουλ, γιατί φοβόντουσαν μην ελεγχθούν», συνέχισε, αναφερόμενος στην εργοδοσία του Σαλαντίν.


«Γίναν περισσότερες παρεμβάσεις, γιατί η εργοδοσία δεν ήθελε να δοθεί λύση. Γι’ αυτό έκλεισε το μαγαζί. Δεν έγινε κάτι ιδιαίτερο στις παρεμβάσεις στο Σαλαντίν», ξεκαθάρισε.


Όσο για τη συνάντηση της 27/1/2014, όπου παρίστατο:


«Έγινε σε πολύ χαλαρό κλίμα. Του εξηγήσαμε ότι το ζήτημά μας δεν είναι μόνο τα χρήματα, αλλά η επαναπρόσληψη. Το μόνο που ειπώθηκε από μας είναι πως εμείς δεν παίρνουμε έτσι χρήματα», διασαφήνισε.


«Από την αρχή αυτοί οι άνθρωποι δεν ήθελαν ν’ αναλάβουν τις ευθύνες τους. Τα πρώτα ένσημα κολλήθηκαν μισά το Μάιο του 2013. Εντείναμε τις διεκδικήσεις μας», υπογράμμισε ο διωκόμενος.


Εισαγγελέας: Το ότι άνοιξε μια επιχείρηση πρώην συνέταιρος άσκησε επιρροή στο κλείσιμο του Σαλαντίν;


Διωκόμενος: Σίγουρα.


Εισαγγελέας: Η επιχείρηση έκλεισε από σας;


Διωκόμενος: Εννοείται πως όχι.


Εισαγγελέας: Από τι έκλεισε;


Διωκόμενος: Διώξανε έναν υπεύθυνο, διαλύσανε μια ομάδα εργαζομένων.


Εισαγγελέας: Οι εργαζόμενοι είναι η επιχείρηση;


Διωκόμενος: Οι εργαζόμενοι παράγουν. Οι πελάτες μάς γνωρίζανε προσωπικά. Ο κόσμος έφυγε για δυο λόγους: για την κοινωνική επαφή και επειδή κοινοποιήσαμε και δημοσιοποιήσαμε μια εργασιακή συνθήκη που δεν είναι αρεστή.


«Είχαμε ξεκάθαρη συνδικαλιστική δράση, γι’ αυτό και απολυθήκαμε. Ήταν παράνομη η απόλυσή μου, ανακοινώθηκε τηλεφωνικά», επεσήμανε ο τελευταίος από τους παρόντες διωκόμενους, εκ των απολυμένων του Σαλαντίν.


Εισαγγελέας: Για ποιο λόγο έκλεισε η επιχείρησή του;


Διωκόμενος: Πιστεύω ότι ήταν η κακή διαχείριση του καταστήματος -και η οικονομική- από την αρχή, δεν είχαν ιδέα, η σχέση με το προσωπικό, τα δικαιώματα του προσωπικού και η ικανοποίησή τους.


Εισαγγελέας: Αυτό επιβεβαιώνει τη δική του θέση, τι δεν καταλαβαίνετε;


Διωκόμενος: Ίσως ήταν αδιάλλακτοι με κάθε αίτημα που προτείναμε και οι πελάτες δεν είναι χαζοί να μην καταλαβαίνουν ότι υπάρχει μια αδικία σ’ ένα μαγαζί.


Εισαγγελέας: Θεωρείτε πως έχετε τη δύναμη να κλείσετε ένα μαγαζί;


Διωκόμενος: Όχι. Ο κόσμος επηρεάζεται από τις εργασιακές συνθήκες που επικρατούν σ’ ένα μαγαζί και επιλέγει πού πάει και πού δεν πάει.


Εισαγγελική πρόταση


«Θεωρώ ότι δεν υπάρχει λόγος να μακρηγορήσω σε μια διαδικασία που ήταν υπεραναλυτική», υπογράμμισε η εισαγγελέας, ξεκινώντας την αγόρευσή της.


Σε σχέση, λοιπόν, με τις κατηγορίες τις απόπειρας εκβίασης του ιδιοκτήτη του café bar Βοτανοπωλείο και της ηθικής αυτουργίας κατά συρροή που αποδίδονται σε τρία μέλη του ΣΣΜ πρότεινε την απαλλαγή τους. Για να συνεχίσει:


«Για έναν μάρτυρα που δεν κάνει την τιμή να εμφανιστεί στο δικαστήριο, δε θεωρώ ότι το δικαστήριο θα πρέπει ν’ ασχοληθεί. Θεωρώ ότι είναι αναξιόπιστος και κατά τεκμήριο αυτά που έχει καταθέσει ψευδή».


«Ήταν σαφής παραβάτης της εργατικής νομοθεσίας, κι αυτό φάνηκε», συμπλήρωσε. «Όταν κάποιος είναι παράνομος, πρέπει πρώτα να λύσει τις δικές του παρανομίες. Η απουσία του αποδεικνύει ότι ήταν ψευδόμενος», συμπέρανε.


Απαλλακτική, εξάλλου, υπήρξε η πρότασή και για τις ίδιες κατηγορίες, οι οποίες αφορούν στην περίπτωση του μεζεδοπωλείου Σαλαντίν.


«Δε με έπεισε ο [πρώην ιδιοκτήτης του Σαλαντίν] για την αξιοπιστία του. Θεωρώ ότι έχει υποπέσει σε πλείστες αντιφάσεις. Καθ’ ομολογίαν του έχει παραβιάσει συστηματικά τα δικαιώματα των εργαζομένων», επεσήμανε.


«Οι επιχειρήσεις δεν ευημερούν με την καταπάτηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και το αίμα τους. Δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο η βασιμότητα αυτών που λέει», υπογράμμισε.


«Για πρώτη φορά στη ζωή μου διαβάζω ένα κατηγορητήριο που δεν μπορώ να αντιληφθώ. Δε “βγαίνει” αυτό το κατηγορητήριο, γιατί δεν είναι κατανοητό. Αυτά που διαλαμβάνονται ως απόπειρα εκβίασης δεν είναι απόπειρα εκβίασης», σημείωσε.


«Δεν είναι δουλειά του ποινικού δικαστηρίου αν αυτές οι παρεμβάσεις είναι νόμιμες ή όχι. Η νομοθεσία δεν είναι όσο σκληρή θα έπρεπε όσον αφορά στην καταπάτηση δικαιωμάτων των εργαζομένων», συνέχισε.


«Γίνεται απόπειρα ποινικοποίησης του δικαιώματος του συνδικαλίζεσθαι. Το δικαστήριο πρέπει να σταθεί ανάχωμα σ’ αυτή την προσπάθεια», κατέληξε.


Χωρίς ειρμό και έρμα -αξιακό, ηθικό, νομικό, πολιτικό-, η μακρά αγόρευση του συνηγόρου πολιτικής αγωγής, Κυβέλου, που ακολούθησε, το μόνο που κατάφερε να προκαλέσει στο ακροατήριο ήταν γέλωτες, μειδιάματα και αρκετή κόπωση.


Η δίκη ολοκληρώνεται την Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου στο κτίριο 13, αίθουσα (αμφιθέατρο) 106 των Δικαστηρίων της Ευελπίδων, 11 π.μ., με τις αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης και την ανακοίνωση της απόφασης.

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2020

“The Soul of Epirus”: Συνομιλώντας με τους Πετρολούκα Χαλκιά και Βασίλη Κώστα


Η σύμπραξη του ζωντανού θρύλου της ηπειρώτικης μουσικής Πετρολούκα Χαλκιά και του εξαιρετικού νεαρού λαουτίστα Βασίλη Κώστα στο πλαίσιο του άλμπουμ The Soul of Epirus αποτέλεσε ένα από τα μουσικά ορόσημα του 2019.


Παρέα με εκλεκτούς μουσικούς, το Σάββατο 15 Φεβρουαρίου ολοκληρώνουν μια ιδιαιτέρως επιτυχημένη περιοδεία σε Η.Π.Α. και Ελλάδα με μια μοναδική συναυλία στην Αθήνα. Μια συνομιλία μαζί τους, σε δύο μέρη.


Βασίλης Κώστας: «Μ’ αυτό το πρότζεκτ είμαστε πολύ μακριά απ’ την ασφαλή ζώνη που έχει ο κάθε μουσικός»


Σας ευχαριστώ, και τον κ. Χαλκιά κι εσένα και τους υπόλοιπους συντελεστές του The Soul of Epirus γι’ αυτό το πραγματικά υπέροχο δώρο ψυχής.


Μας τιμά ιδιαίτερα!


Εσύ ζεις στη Βοστόνη, έτσι;


Ζω στη Βοστόνη, η βάση μου είναι εκεί.


Η καταγωγή σου, ωστόσο, είναι από το Πωγώνι ή από τα Γιάννενα;


Έχω γεννηθεί και μεγαλώσει στα Γιάννενα, αλλά οι παππούδες από την πλευρά του πατέρα μου μένουν στη Βήσσανη Πωγωνίου. Οι ρίζες μου είναι στο Πωγώνι, δηλαδή. 


Έζησες, επομένως, στα Γιάννενα ως παιδί και έφηβος, και κατόπιν αποφάσισες να μετακομίσεις στις Η.Π.Α.; Πώς προέκυψε;


Μέχρι τα δεκαοκτώ μου ήμουν στα Γιάννενα. Έπειτα, πήγα στη Θεσσαλονίκη για να σπουδάσω στη Φιλοσοφική Σχολή, αλλά ο κύριος λόγος που βρέθηκα στην πόλη ήταν το Ωδείο του Φίλιππου Νάκα. Το πάθος μου ήταν να μελετήσω την τζαζ κιθάρα.


Είχε καταπληκτικούς δασκάλους τότε, ειδικότερα τον Μάκη Στεφανίδη, απόφοιτο του Μπέρκλι, στη Βοστόνη. 


Κάθε φορά στα μαθήματα μού μιλούσε για το Κολέγιο στις Η.Π.Α., πόσο θα άξιζε να δώσω εξετάσεις για να δούμε αν μπορούν να μου δώσουν υποτροφία. Μετά από παρότρυνσή του, λοιπόν, αποφάσισα να δώσω για ακρόαση.


Έτσι, βρέθηκα στις Η.Π.Α. το 2013.


Παράλληλα, είσαι κομμάτι του πολιτισμικού, του μουσικού «σύμπαντος» της Δυτικής Ελλάδας, των Ιωαννίνων, του Πωγωνίου. Πώς συνταιριάζονται αυτές οι αναφορές μέσα σου;


Ήμουν πολύ τυχερός μεταξύ δεκαπέντε και δεκαοκτώ χρονών, όταν ο παππούς μου από την πλευρά της μητέρας μου με πήγαινε στο άλλο χωριό, την Κληματιά Ιωαννίνων, σε έναν παλαίμαχο κλαρινετίστα, τον Ανδρέα Φάκο.


Δυστυχώς πέθανε πριν από δυόμισι χρόνια.


Στο παρελθόν είχε πάει στην Αυστραλία κι επέστρεψε στο χωριό για να πάρει τη σύνταξή του. Μου μάθαινε τα παλιά ηπειρώτικα ορχηστρικά κομμάτια, έργα τέχνης όπως τη Γράβα ή την Ποταμιά.


Μέσα από τη μαθητεία δίπλα του καταλάβαινα τι σήμαινε για τη δικιά του γενιά η ηπειρώτικη μουσική, όλες τις κοινωνικές της εκφάνσεις. Ακόμα κι ο τρόπος που παίζεις ένα όργανο εξαρτάται από τις αξίες που έχεις ως άνθρωπος.


Με έκανε να κατανοήσω ότι, αν θέλω να παίξω αυτή τη μουσική σε σχετικά υψηλό επίπεδο, πρέπει συνεχώς να εξελίσσω και να βελτιώνω τις πτυχές του δικού μου εαυτού, ώστε να γίνομαι και καλύτερος μουσικός.


Ακριβώς.


Όταν, επομένως, το καταλάβεις αυτό, μπορείς να βρεις τις αξίες και τα ιδανικά που θες να πρεσβεύεις και σε άλλες μουσικές παραδόσεις, σε άλλες κουλτούρες, σε άλλους μουσικούς. Έτσι μιλάμε για ένα πιο βαθύ επίπεδο συνεννόησης και «παντρέματος».


Γι’ αυτό και μερικούς μουσικούς που κατάγονται από την Ιορδανία, το Ιράκ, την Παλαιστίνη ή τον Παναμά, δε νομίζω ότι μόνο η μουσική μάς φέρνει κοντά, αλλά ένα ολόκληρο πολιτισμικό πλαίσιο.


Τον Πετρολούκα τον Χαλκιά θα τον είχες δει, φαντάζομαι, χωρίς να τον έχεις γνωρίσει, σε μικρότερη ηλικία. Ίσως σε κάποιο πανηγύρι ή τυχαία.


Ο Πετρολούκας Χαλκιάς έπαιξε στο γάμο των γονιών μου! 


Αυτό είναι όντως σημαντικό!


(Γέλιο) Έχει να το λέει. Κοιμήθηκε στο σπίτι του παππού μου, του Βασίλη Κώστα, στη Βήσσανη Πωγωνίου όταν εγώ υπήρχα μάλλον ως ιδέα.


Αποδεικνύεται πως η πολύ μεταγενέστερη σύμπραξή σας δεν υπήρξε καθόλου τυχαία. 


Ακριβώς. Αλλά και όταν γεννήθηκα, από πολύ νεαρή ηλικία, ερχόταν ο παππούς από την πλευρά της μητέρας μου στο σπίτι κάθε βράδυ και βάζαμε δίσκους του Πετρολούκα Χαλκιά. 


Στα μικρά παιδιά η καρδιά μιλάει κι όχι το μυαλό. Τότε εγώ ήμουν ενθουσιασμένος με τον Πετρολούκα.


Όταν στα δώδεκα ήμουν μέρος σε ένα χορευτικό κι έπαιζε εκείνος μουσική στη Βήσσανη Πωγωνίου, κάθε φορά που περνούσα δίπλα του αισθανόμουν ένα δέος κι ένα φόβο μαζί. Αυτό που γίνεται τώρα δεν ήταν μέσα στα πλάνα μου.


Κι όμως συνέβη. Αυτή η ψυχωμένη δουλειά είναι όντως ένας διάλογος ανάμεσα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, ανάμεσα σε είδη -ηπειρώτικα και τζαζ-, ανάμεσα σε συγκεκριμένους μουσικούς κι ερμηνευτές. Ως ανάγκη διαλόγου ξεκίνησε;


Από όταν γνώρισα τον Πετρολούκα Χαλκιά το 2015 στις Η.Π.Α., ήδη μελετούσα τη δική του «φρασεολογία» από το κλαρίνο, αλλά στο λαούτο. Ήμουν και είμαι αφοσιωμένος σε και παθιασμένος μ’ αυτό το πράγμα.


Εκείνος το άκουσε αυτό, οπότε με παρότρυνε να βγάλω κι άλλα δικά του κομμάτια, να εξελίξω περισσότερο αυτό που ήδη παίζω και να προσπαθήσω, σιγά σιγά, να φτάσω κοντά στο δικό του επίπεδο.


Όταν είδε ότι πλησίαζε αυτή η ώρα, πρότεινε να μπούμε στο στούντιο, ώστε να καταγραφεί ένας ισότιμος διάλογος του κλαρίνου με το λαούτο, κάτι που ούτε ο Πετρολούκας είχε κάνει ποτέ στη ζωή του, αλλά πάντα το ήθελε, με ένα έγχορδο.


Αυτός ο διάλογος έχει, όμως, τις ρίζες του 100 χρόνια πριν, στο παίξιμο του τεράστιου κλαρινετίστα Κίτσου Χαρισιάδη. 


Αυτός δημιούργησε τη δική του σχολή, το δικό του τρόπο παιξίματος, τον οποίο ο Πετρολούκας κι ο εγγονός του πρεσβεύουν: παίξιμο χαοτικά περίπλοκο και οργανωμένο παράλληλα.


Κάποιες φορές επίσης γλυκό και παραπονιάρικο. Η παραγωγή του CD, εξάλλου, είναι εξαιρετικά φροντισμένη.


Βάλαμε ποσότητες αγάπης σ’ αυτή τη δουλειά, και οι ώρες για να περάσει το κάθε κομμάτι κι η κάθε λέξη που μπήκε στο συνοδευτικό βιβλιαράκι από το «μοιρογνωμόνιο» ήταν πολλές. 


Μπορούμε να κοιμηθούμε ήσυχοι, επειδή είμαστε περήφανοι για το αποτέλεσμα που προέκυψε. Ήταν το καλύτερο που μπορούσαμε τη δεδομένη χρονική στιγμή, και μας δίνει έμπνευση να δούμε τι μπορεί να γίνει περαιτέρω.


Νιώθεις περήφανος και σε προσωπικό επίπεδο που ενεπλάκης σ’ αυτή τη συνεργασία και που το αποτέλεσμά της δικαιώνει και εσάς και μια πολύ ευρύτερη παράδοση και έχει την απήχηση που φαίνεται να έχει;


Μόνο περήφανος; (Γέλιο) Παναγία μου! 


Κατ’ αρχάς, είναι μια τεράστια ευλογία αυτό το πράγμα. Το να κάτσεις δίπλα στον Πετρολούκα Χαλκιά και να εξερευνήσεις μαζί του τη «φρασεολογία» που επικρατούσε πριν από 100 χρόνια βρίσκοντας δημιουργικά «παράθυρα» είναι τιμή.


Είναι ευλογία να έχεις έναν μέντορα να σε βοηθάει να «ξεκλειδώσεις» και πτυχές του ίδιου σου του εαυτού, να μη φοβάσαι, να έχεις διάθεση να παίρνεις ρίσκα σε πραγματικό χρόνο, ν’ αυτοσχεδιάζεις χωρίς να σκέφτεσαι τι θα πουν οι άλλοι.


Να είσαι ειλικρινής, με άλλα λόγια. 


Οι άλλοι, εν προκειμένω κυρίως οι μη ελληνικής καταγωγής ακροατές, πώς αντιμετωπίζουν αυτή τη σύμπραξη;


Προσωπικά ήταν μεγάλη έκπληξη για μένα.


Όταν παίξαμε την ηπειρώτικη μουσική στις Η.Π.Α., το μισό κοινό δεν ήταν Έλληνες. Κι όμως, υπάρχει κάτι που μπόρεσε να κάνει αυτούς τους ανθρώπους να αισθανθούν τι είναι αυτή η μουσική.


Ίσως είναι οι μουσικές πληροφορίες, το στοιχείο του διαλόγου, του αυτοσχεδιασμού, του να παίρνεις ρίσκα. Είναι σαν να είσαι γυμνός εκείνη τη στιγμή. Αυτό, το κοινό το αντιλαμβάνεται. 


Μ’ αυτό το πρότζεκτ είμαστε πολύ μακριά απ’ την ασφαλή ζώνη που έχει ο κάθε μουσικός. Όλο το εγχείρημα βασίζεται στα όρια αυτής της ζώνης, μέχρι που αρχίζεις να εξερευνάς περιοχές οι οποίες ούτε κι εσύ ήξερες ότι υπάρχουν.


Ωραία! Οπότε, όταν με το καλό κατηφορίσετε στην Αθήνα στις 15 Φεβρουαρίου, θα χαρώ να εξερευνήσουμε από κοινού αυτά τα όρια και να δούμε πού μπορούν να φτάσουν και να φτάσουμε. Θα χαρώ να γνωριστούμε από κοντά.


Βεβαίως, με χαρά!


Πετρολούκας Χαλκιάς: «Η ζωή αλλάζει τα πάντα στον άνθρωπο»


Αν δεν ήσασταν εσείς, μάλλον δε θα είχα μάθει τα ηπειρώτικα. Θέλω να σας ευχαριστήσω, λοιπόν.


Παρακαλώ. Τι να κάνουμε; Όσο μπορούμε!


Ξεκινήσατε από μικρός, έτσι;


Από οκτώ χρονών ξεκίνησα το κλαρίνο.


Ήταν ο πατέρας σας ο άνθρωπος από τον οποίο πήρατε τα πρώτα σας μαθήματα;


Ο πατέρας μου ήταν ο πρώτος, και μετά πήγα στον Φίλιππο τον Ρούντα. Από εκεί ξεκίνησα, μόνος μου, άκουγα τον καθένα, πώς παίζει το κάθε τραγούδι ο Κίτσος ο Χαρισιάδης, ο Φίλιππος ο Ρούντας, ο Τάσης ο Χαλκιάς. 


Έβγαζα το συμπέρασμα τι είναι το καλύτερο και το τεχνικότερο.


Οι μουσικές του κόσμου είναι τρεις: η βυζαντινή, η πεντατονική κι η ευρωπαϊκή. Η πεντατονική είναι η δική μας, η πρώτη όπου εμφανίζονται ο αυλός, η άρπα. Είναι αναγνωρίσιμη κι από τα ζώα ακόμα.


Μετά ακολουθεί η βυζαντινή, η οποία είναι αδερφική με την πεντατονική.


Με την ευρωπαϊκή δεν ταιριάζουμε. Σύμφωνα μ’ αυτήν, υπάρχει τόνος-ημιτόνιο, ενώ στη βυζαντινή και την πεντατονική από τον τόνο ώς το ημιτόνιο μεσολαβεί ένα «αααα», ένα «τράβηγμα».


Είχατε καλό αυτί, προσοχή, συγκέντρωση κι υπομονή από μικρός.


Έβλεπα πως η κάθε γενιά είχε και τα δικά της συναισθήματα. 


Γεννήθηκα το 1934 και το 1940 άρχισε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ήμουνα παιδάκι, δεν ήξερα τι είναι ο πόλεμος. Έβλεπα σκοτωμένους Ιταλούς, Γερμανούς, μάζευα χειροβομβίδες για να παίζω. Όλα αυτά μου έχουν γίνει μάθημα. 


Στο Δελβινάκι γεννηθήκατε, έτσι δεν είναι;


Στο Δελβινάκι. Μετά, φύγαμε από το Δελβινάκι με τον Εμφύλιο κι ήρθαμε στα Γιάννενα. Από τα Γιάννενα πήγα στην Πρέβεζα. Εκεί είχε πολλούς και καλούς μουσικούς.


Τότε έλεγαν, θυμάμαι, ότι το «πανεπιστήμιο» των καλών μουσικών ήταν η Πρέβεζα.


Οπότε σας ωφέλησε η παραμονή σας εκεί.


Ναι, ναι. Έμεινα κάμποσο καιρό. Ξαναγυρίσαμε, βέβαια, στα χωριά μας. Στα 17-18, όπως πηγαίναμε στο σχολείο με μια κοπέλα, αποφασίσαμε και παντρεύτηκα.


Έτσι απλά!


Έτσι απλά! (Γέλιο) Στο γάμο μετά είχαν έρθει όλα τα καλύτερα κλαρίνα, οι καλύτεροι του δημοτικού τραγουδιού, γιατί η κοπέλα ήταν από το σόι του Μπατζή. 


Τα τρία καλύτερα γενεαλογικά δέντρα της μουσικής εδώ στην Ελλάδα είναι του Χαρισιάδη -το σόι της μάνας μου-, του Χαλκιά και του Μπατζή.


Εκείνα τα χρόνια, δεν έλεγαν «παίξε ένα πωγωνίσιο», αλλά «παίξε ένα μπατζίτικο». Ο Μπατζής ήταν το καλύτερο κλαρίνο, σκοτώθηκε το ’40. Ήταν πρώτος ξάδερφος της γυναίκας μου. 


Το υπουργείο Πολιτισμού τον είχε στείλει να παίξει στον Χίτλερ. 


Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, είπε: «Εγώ θα πάω πρώτος, μπροστά. Τους κερατάδες, εγώ πήγα και τους έπαιξα κλαρίνο. Κι όμως, αυτοί είναι αχάριστοι!». Πολεμούσε όρθιος, κι εκεί σκοτώθηκε.


Κρίμα τον άνθρωπο, θα ήταν νεαρής ηλικίας. 


Πολύ νεαρός. Εγώ, λοιπόν, είμαι κι από τα τρία αυτά γενεαλογικά δέντρα. Και τα παιδιά μου επίσης.


Όπως κι ο εγγονός, ο Πέτρος Χαλκιάς, που ακολουθεί τα «χνάρια» σας.


Ακολουθεί τα χνάρια μου, αλλά κάθε γενιά έχει διαφορετική ζωή. Η ζωή είναι που αλλάζει τα πάντα στον άνθρωπο. Εμείς, όμως, κρατάμε πραγματικά την παράδοση όπως είναι. Θα σου δώσω ένα παράδειγμα.


Δύο ανθρώποι είδαν την Ακρόπολη. Ο ένας είχε στο μυαλό του να τη χαλάσει, να βγάλει πολλά λεφτά, να την ξαναφτιάξει κι ο άλλος απορούσε πώς είχαν φτιάξει αυτό το πράγμα οι παλιοί, ήθελε να βρει το μυστικό τους.


Έτσι ακριβώς έχουμε εμείς την παράδοση.


Εσείς τη διατηρείτε ζωντανή και «χυμώδη», χωρίς να είναι κάτι μουσειακό και στατικό. Εμένα αυτό με συναρπάζει, που δεν έχω κάποια καταγωγή από Ήπειρο.


Στην Ελλάδα έχουμε όλους τους ρυθμούς, όλα τα χρώματα της μουσικής που υπάρχουν στον κόσμο.


Άλλα τα θρακιώτικα, τα μακεδονικά, τα ποντιακά, άλλα τα νησιώτικα, τα κρητικά. Το καθένα έχει το χρώμα του. Μόνο τα ηπειρώτικα, όμως, βασίζονται στην αρχαία πεντατονική. Αυτό, έχει μία διαφορά.


Όταν ήμουν στην Αμερική...


Όπου ζήσατε πολλά χρόνια...


Πήρα την αμερικανική υπηκοότητα. Για να το καταφέρεις αυτό τότε, έπρεπε να έχεις αδερφό/μάνα/πατέρα. Σε μένα την έδωσαν γιατί είχα προσφέρει το καλύτερο παράδειγμα καλλιτεχνίας.


Ήρθε ο Μπένυ Γκούντμαν και με ρώτησε: «Η τζαζ μουσική της Αμερικής ταιριάζει μ’ αυτή την πεντατονική που κάνετε εσείς. Μήπως την ακούσατε από μας;»


Του απάντησα: «Είναι ποτέ δυνατόν ο πατέρας να κλέψει απ’ το παιδί;». «Έχετε δίκιο, κύριε Χαλκιά», μού λέει, «συγγνώμη». «Ίσως εσείς πήρατε από μας, και καλά κάνατε», του λέω.


Όταν ήρθαν οι Ινδοί στην Ελλάδα, πολύ μεγάλοι καλλιτέχνες, μου κάνουν μοιρολόι, πραγματικά. Λέω στην διερμηνέα: «Θέλουν να με πειράξουν με τα τραγούδια μας μ’ αυτά που κάνουν;»


Θυμώνει ο Ινδός: «Δεν είναι δικά μας τραγούδια αυτά, τα έχουμε από τότε που ήρθε ο Μέγας Αλέξανδρος και μας είπε ότι μ’ αυτά θα ξαναφτιάξουμε το κράτος μας. Η μουσική μας είναι διαφορετική». 


Είστε τυχερός, πάντως, που έχετε συνεργαστεί, ανά τις δεκαετίες, με πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους. Και τώρα, με τον Βασίλη Κώστα, έναν εξαιρετικό μουσικό και άνθρωπο, όσο μπορώ ν’ αντιληφθώ.


Είναι ένα φαινόμενο. Δεν τον ήξερα τον Βασίλη. Έπαιζα, βέβαια, στο γάμο του πατέρα του.


Μου το είπε χτες που μιλήσαμε. 


Τον γνώρισα στην Αμερική. Έπαιξα εγώ τον Σκάρο, κι εκείνος με ρωτά: «Να παίξω λίγο κι εγώ;» Πρώτη φορά άκουσα λαούτο να σολάρει, και να είναι καλός ο σολίστας.


Μου κίνησε την περιέργεια. «Δεν είσαι στην Ελλάδα», του λέω. «Είμαι εδώ και σπουδάζω», μου απαντά. «Θα σε χρειαστώ», του λέω. «Ό,τι θέλεις, μαζί», μου λέει με τη σειρά του.


Κάναμε κάποιες πρόβες όσο έμεινα στην Αμερική κι έμεινα κατάπληκτος. Στα τόσα χρόνια που εργάζομαι -είμαι 85 και πάω στα 86- μπορώ να σου πω ότι κάθε 2.000 χρόνια βγαίνει ένας τέτοιος άνθρωπος. 


Παίζω πράγματα που δεν μπορεί κανένα κλαρίνο -εκτός βέβαια από τον εγγονό μου που τον έχω διδάξει-, κι αυτός με το πρώτο «τακ», αμέσως το παρουσιάζει. Ο Βασίλης τα παίζει σαν να ζούσε εκείνη την εποχή.


Δεν πιστεύω πως θα γνωρίσουμε άλλον τέτοιο άνθρωπο. 


Οπότε αυτή η σύμπραξη πρέπει να ήταν μια εμπειρία που σας «γέμισε» κι εσάς. Θα πρέπει να αισθανθήκατε μεγάλη χαρά.


Βεβαίως! Μεγάλη χαρά νιώθω. Κανονικά δε θα έπρεπε να παίξω κλαρίνο τώρα, γιατί είναι η ηλικία μου τέτοια, η αναπνοή μου δε με φτάνει, αλλά, όταν συνεργάζομαι μ’ αυτόν τον άνθρωπο, κάτι μου δίνει δύναμη και μπορώ και ανταποδίδω κανονικά.


Αυτό είναι υπέροχο! Να είστε πάντοτε γερός, δυνατός και δημιουργικός.


Ευχαριστώ πάρα πολύ!


Photo credit: Γιώργος Βιτσαρόπουλος.


Ευχαριστώ από καρδιάς την Έλενα Χριστάκου, υπεύθυνη επικοινωνίας, για την πολύτιμη συμβολή της στον προγραμματισμό των συνομιλιών και τους ωραίους ανθρώπους Πετρολούκα Χαλκιά και Βασίλη Κώστα για το χρόνο τους.


Ο Πετρολούκας Χαλκιάς, ο Βασίλης Κώστας και άλλοι εκλεκτοί μουσικοί θα συμπράξουν συναυλιακά το Σάββατο 15 Φεβρουαρίου, 20:30, στο Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσός (πλατεία Αγ. Γεωργίου Καρύτση 8, Αθήνα).