Παρασκευή 7 Απριλίου 2017

Δομίνικος Ιγνατιάδης: «Με το “σπάσιμο” της εικόνας παραμένει κανείς “καθαρός”»


Μια γενναία, ειλικρινής και πολυεπίπεδη δουλειά, το ντοκιμαντέρ του πρωτοεμφανιζόμενου Δομίνικου Ιγνατιάδη Village Potemkin αφηγείται τις ιστορίες 6 ανθρώπων, πρώην χρηστών ουσιών, μαζί και του ίδιου του σκηνοθέτη, που παραμένουν «καθαροί», δημιουργικοί και με συνείδηση, σε μια Αθήνα που καταρρέει. Το Village Potemkin απέσπασε το βραβείο της Π.Ε.Κ.Κ. στο 19ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Συναντηθήκαμε με τον σκηνοθέτη λίγο πριν την αθηναϊκή πρεμιέρα του ντοκιμαντέρ του στο πλαίσιο του CineDoc.

Το Village Potemkin είναι μια γενναία, ειλικρινής, πολυεπίπεδη κι όχι αυτοαναφορική δουλειά. Έτσι ήθελες να «βγει» προς τα έξω;

Oι άνθρωποι που μίλησαν στο ντοκιμαντέρ είχαν «προπονηθεί» εδώ και πάρα πολύ καιρό μέσα από τις ομάδες αυτοβοήθειας να ξεμπροστιάζουν τον εαυτό τους. Πιστεύω ότι με το «σπάσιμο» της εικόνας παραμένει κανείς «καθαρός», δουλεύει, δηλαδή, με τα ελαττώματα του χαρακτήρα του. Όπως, για παράδειγμα, κοιτάω πολλές φορές την εικόνα μου, είμαι νάρκισσος, είμαι αυτοαναφορικός, έχω χαμηλή αυτοεκτίμηση, ντρέπομαι.

Πώς «παντρεύεται» ο ναρκισσισμός με τη χαμηλή αυτοεκτίμηση;

Αυτό το δίπολο με χαρακτηρίζει. Όχι μόνο εμένα, αλλά και πολλούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει, και δουλεύεται με το «ξεβράκωμα». Οπότε δεν ήταν δύσκολο γι’ αυτούς τους ανθρώπους να «ξεβρακωθούν» μπροστά στην κάμερα. Δε μου ήταν, εξάλλου, δύσκολο να τους πάρω συνέντευξη, αν και δεν τους γνώριζα προσωπικά. Μου ήταν πιο εύκολο να μ’ εμπιστευτούν και να δείξουν το πρόσωπό τους στην κάμερα, χωρίς να πιστεύουν ότι θα τους χειραγωγήσω ή θα τους χρησιμοποιήσω. Όσα έγιναν ήταν συνειδητά.

Με ποιο κριτήριο επέλεξες τους ανθρώπους, οι οποίοι μοιράστηκαν τα βιώματα, τις αγωνίες, τις σκέψεις τους;

Ο κάθε μου ήρωας που εμφανίζεται στο ντοκιμαντέρ είναι και μοναδικός και τον επέλεξα για συγκεκριμένους λόγους. Ο Μάριος Ατζέμης, για παράδειγμα, όταν τον γνώρισα ήταν ένας πολιτικός ακτιβιστής, ο οποίος παρέμενε «καθαρός» παίρνοντας μέρος σε δράσεις συλλογικοτήτων του 18 ΑΝΩ. Για μένα, είναι πολύ σημαντικό για έναν πρώην χρήστη να αποδομήσει τον παλιό του χαρακτήρα και την ταυτότητά του, που τον «έριξαν» στη χρήση, και να φροντίσει να γνωρίσει άλλους ανθρώπους, οι οποίοι κάνουν το ίδιο, να αγωνιστεί για την ελευθερία. Όταν λέω «ελευθερία», εννοώ από οποιαδήποτε εξάρτηση- και βέβαια από την εξουσία. Ο κάθε χρήστης ήταν το καλύτερο πιόνι της εκάστοτε εξουσίας. Είτε αυτή μας χρησιμοποιούσε σαν αποδιοπομπαίους τράγους, είτε έπαιρναν πακτωλό χρημάτων από την κάθε οικογένεια για την απεξάρτηση ή και σε σχέση το παράνομο μαύρο χρήμα, το οποίο δινόταν στην αγορά για τις ουσίες.

Μια μπίζνα, πολύ απλά.

Εγώ για ποιο λόγο να διακόψω αυτή τη ροή των χρημάτων. Ένας από τους λόγους που έκανα αυτό το ντοκιμαντέρ ήταν ο θυμός, τον οποίο ένιωσα με τη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών.



(Μάριος Ατζέμης) Εμένα αυτή είναι η κοινότητα προέλευσής μου. Είμαι οροθετικός, ήμουν χρήστης ενδοφλέβιων ναρκωτικών. Είχα απλά το προνόμιο να είμαι άντρας και να μη με πάρουν εκείνη την περίοδο. Έχει πάρα πολύ σημασία σημασία για μένα να λέω σ’ ένα κοινό ποιος είμαι κι από πού έρχομαι. Όχι για να κάνω διαφήμιση του συλλόγου, στον οποίο εργάζομαι, αλλά για να «σπάει» το στίγμα. Όταν δεν είσαι με πλάτη κάπου, δείχνεις και λες ποιος είσαι, είναι ένας τρόπος να αποστιγματίζεσαι. Γιατί γινόμαστε ένα πολύ ιδανικό φοβικό αντικείμενο για το καθεστώς. Ένας ιδανικός «αποδιοπομπαίος τράγος» είναι το πρεζάκι με AIDS, όπως θα το έλεγε κάποιος στο δρόμο. Είναι κάτι που εμπνέει φόβο και τρόμο. Ο τρόπος για να «σπάσει» αυτό το πράγμα, είναι να βρεις το σθένος να λες κατάφατσα, συνυπολογίζοντας πάντα και τις επιπτώσεις, ποιος είσαι κι από πού έρχεσαι.

(Δομίνικος) Ένας λόγος που δείχνουμε και μεις πρόσωπα είναι επειδή βγάλανε αυτές τις γυναίκες «φόρα παρτίδα», χωρίς, βέβαια, εκείνεις να το θέλουν. Εμείς θέλουμε, και λέμε «είμαστε σαν αυτές τις γυναίκες, απλώς είμαστε “καθαροί“». Πάνω κάτω κάναμε τα ίδια πράγματα στη χρήση- δεν έχω διαφορά μ’ αυτές τις γυναίκες που διαπόμπευσε ο Λοβέρδος και ο Χρυσοχοΐδης- απλώς επέλεξα να βγω από το Μεσαίωνα και να μπω στο Διαφωτισμό. Γιατί βρισκόμουν στο Μεσαίωνα. Κανονικά. Κι όταν λέω «Μεσαίωνα», εννοώ να βρω άλλους ανθρώπους που είναι μπροστά από μένα, είναι «καθαροί», οπότε παίρνω βοήθεια απ’ αυτούς.



Πήρες βοήθεια κι από την κάμερα;

Στα 31 μου ανακάλυψα ότι μ’ αρέσω- μέχρι τότε είχα τίγκα χαμηλή αυτοεκτίμηση- και με βοηθάει να γεμίσω το κενό μου. «Ο έρωτας», που λέει ο Κωνσταντίνος στο ντοκιμαντέρ, «με έρωτα ξεπερνιέται». Εγώ τον ξεπερνάω είτε με τον κινηματογράφο, είτε με μια όμορφη γυναίκα, που θα ερωτευτώ. Τον τελευταίο καιρό δε μου πάει καλά αυτό. Αυτά τα δύο μπορώ να τα συγκρίνω λίγο με τις ουσίες.

Στο Village Potemkin πρωταγωνιστεί και η Αθήνα. Τι σε συνδέει μ’ αυτή την πόλη; Τι σε απωθεί;

Μου προκαλεί οίκτο. Είναι μια πόλη σπάταλη, με έντονη τη σκουπιδοπαραγωγή. Το χρήμα γι’ αυτή την πόλη ήταν όπως ο σαρκικός πόθος, κανείς δε μιλάει καθαρά γι’ αυτόν, ούτε το σκέφτεται καν καθαρά με τις εκλογικεύσεις. Είτε το εξαϋλώνει με τα αμέτρητα “village Potemkin” της - είτε το θεωρεί πρόστυχο καθεαυτό, όταν αυτό αντιπροσωπεύει θέματα υγείας, περίθαλψης, παιδείας και, βέβαια, το μεταναστευτικό. Η πόλη αυτή λειτουργεί σαν υπνωτικό.



Πόσα χρόνια σου πήρε να το ολοκληρώσεις;

Τέσσερα χρόνια μου πήρε να το κάνω.

Ήταν για σένα και σαν στοίχημα προσωπικό, να το φέρεις σε πέρας;

Ναι ακριβώς. Ολοκληρώθηκε, ταξιδεύει και θέλω να παιχτεί όσο το δυνατόν περισσότερο σε ευπαθείς ομάδες, έγκλειστους σε φυλακές, σε νέα παιδιά. Νομίζω πως ήδη έχει βρει το δρόμο του.

Σε ανατροφοδοτεί, σε αναζωογονεί αυτό;

Σίγουρα, απλώς πρέπει πάντοτε να μου υπενθυμίζω ότι είμαι μια εθισμένη προσωπικότητα και μπορώ να τα κάνω όλα μαντάρα. Να σηκώσω, δηλαδή, ένα ποτήρι και να μηδενιστώ. Το έχω ξαναδεί το έργο. Μπορεί να με επευφημεί κόσμος για κάτι που έκανα κι εγώ να μην αισθάνομαι τίποτα. Είχα βιώσει τέτοιες εμπειρίες κι αυτές αποτελούν τον πραγματικό θάνατο για μένα. Είναι ό,τι πιο τραγικό έχω ζήσει στη ζωή μου, η πιο ακραία συνέπεια που έχω βιώσει από πριν, από την εποχή που έπινα, συγκρινόμενος με κάποιους ανθρώπους, οι οποίοι ήταν 80-φεύγα και τους έβλεπα να σηκώνονται το πρωί και να σκουπίζουν την αυλή τους. Απορούσα πώς το έκαναν.



Η τελευταία φορά που «ξανακύλησες» ήταν το 2015;

Το 2015, με αλκοόλ. Αλλά επανήλθα. Έτσι είναι. Θα ήθελα να έχω κόψει και το τσιγάρο. Το θέμα είναι να παράξω στη ζωή μου. Αν δεν παράγω, είμαι για το ψυχιατρείο. Δεν μπορώ να είμαι εισοδηματίας, δεν μπορώ να πάω διακοπές, όταν δε νιώθω πληρότητα μέσα μου και δε λέω «ναι, σου αξίζουν οι διακοπές, γιατί έχεις κάνει κάτι». Θα πάθω τραλαλά από τις ενοχές. Αυτό, βέβαια, μπορεί να μου βγεί και σε καλό, αν το χρησιμοποιήσω κάνοντας ωραία πράγματα. Ένα καινούριο ντοκιμαντέρ, ας πούμε.

«Ψήνεσαι» και για ένα επόμενο, λοιπόν.

Το πρώτο πήγε καλά. Για να θεωρήσω, όμως, τον εαυτό μου σκηνοθέτη, πρέπει να κάνω κι ένα δεύτερο.

Εξίσου προσωπικό, ή βασισμένο σε προσωπικά βιώματα, με το πρώτο;

Έχω πάλι κάποιους ανθρώπους στο μυαλό μου, τους οποίους θαυμάζω, και σκέφτομαι να δουλέψω μ’ αυτούς, να κάνω ένα ντοκιμαντέρ μ’ αυτούς τους ήρωες.

Με βάση τις μέχρι τώρα προβολές, το κοινό πώς ανταποκρίνεται;

Δείχνει αποδοχή. Ο κόσμος έχει ανάγκη από αλήθειες.

Το ντοκιμαντέρ του Δομίνικου Ιγνατιάδη Village Potemkin προβάλλεται σε επανάληψη την Κυριακή 9 Απριλίου στον κινηματογράφο Δαναό, 16:00, στο πλαίσιο του CineDoc.

Περισσότερες πληροφορίες για το ντοκιμαντέρ, μπορείτε να αναζητήσετε στο επίσημο site του http://village-potemkin-documentary.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου