Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2014

Ανταπόκριση από τη δίκη των δολοφόνων του Σεχζάντ Λουκμάν (3η συνεδρίαση, Παρασκευή 17/1)

Ακριβώς ένα χρόνο μετά τη στυγερή δολοφονία του Σεχζάντ Λουκμάν, συνεχίστηκε την Παρασκευή 17 Ιανουαρίου στο Πρωτοδικείο Αθηνών η δίκη των, κατ’ ομολογία τους, δραστών της, Λιακόπουλου και Στεργιόπουλου.

Στην τρίτη συνεδρίαση της δίκης, η οποία πραγματοποιήθηκε, όπως και τις προηγούμενες φορές, σε μία αίθουσα κατάμεστη από αλληλέγγυους αντιφασίστες, κατέθεσαν 4 μάρτυρες υπεράσπισης, 3 από την πλευρά Στεργιόπουλου και ένας από την πλευρά Λιακόπουλου, καθώς και ένας μάρτυρας κατηγορίας, ο Πέτρος Κωνσταντίνου, δημοτικός σύμβουλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο Δήμο Αθηναίων και συντονιστής της ΚΕΕΡΦΑ (Κίνηση Ενωμένοι Ενάντια στο Ρατσισμό και τη Φασιστική Απειλή).

Πρώτος εξετάστηκε ο αδερφός του Λιακόπουλου, Νίκος Λιακόπουλος. Στην προσπάθειά του να εξηγήσει πώς βρέθηκαν 117 φυλλάδια, καθώς και αυτοκόλλητα, της νεοναζιστικής Χ.Α. στο δωμάτιο του αδερφού του, υποστήριξε πως «προσεγγίστηκε από τη Χ.Α. κατά την προεκλογική περίοδο. Τα πήρε, γιατί φοβήθηκε μήπως τον προπηλακίσουν, αντί να τα πετάξει στον κάδο των αχρήστων». «Συνηθίζει να μαζεύει τη σαβούρα από το δρόμο», απάντησε σε σχετική ερώτηση του συνήγορου πολιτικής αγωγής Ζώτου. «Θα μπορούσα να το καταλάβω από τη συμπεριφορά του, αν ήταν μέλος της Χ.Α.», δήλωσε. Σύμφωνα με τον Νίκο Λιακόπουλο, ο αδερφός του έφερε το μαχαίρι «για αυτοπροστασία.. Κάποιο βράδυ τον είχαν κλέψει ναρκομανείς στο Θησείο και αυτό τον είχε στιγματίσει». Για τα υπόλοιπα μαχαίρια που βρέθηκαν στο δωμάτιο του αδερφού δήλωσε άγνοια. Κατά τον ίδιο, ο αδερφός του είναι άνθρωπος «φυσιολογικός, όχι νευρικός ή ευέξαπτος», ενώ για το επίμαχο βράδυ υποστήριξε πως ο αδερφός του του είπε πώς «πιαστήκανε στα χέρια» με τον Σεχζάντ Λουκμάν, γεγονός που διαψεύδεται από την αρχική κατάθεση του ίδιου του δράστη.


Ακολούθησε η κατάθεση της μητέρας του Στεργιόπουλου, Αλεξάνδρας Μπλέτσου. «Του είχα εμπιστοσύνη, δε μου είχε δημιουργήσει ποτέ πρόβλημα. Το μαχαίρι το είχε για τη δουλειά του (σημ. μέχρι τη σύλληψή του υπηρετούσε στο Πυροσβεστικό Σώμα) », υποστήριξε. Άφθονα γέλια σκόρπισε στην αίθουσα η δήλωσή της πως το ρόπαλο του μπέιζμπολ που βρέθηκε στο δωμάτιο του γιου της ήταν «διακοσμητικό», και ότι στο παρελθόν «ήταν στο κατηχητικό κι έκανε παρέα πάντα με συμμαθητές, γνωστούς, ανθρώπους της εκκλησίας». Σύμφωνα με την μητέρα του, «έχει μετανιώσει πάρα πολύ για την πράξη του», ενώ δεν είχε σχέση με κάποιο πολιτικό κόμμα.

Στη συνέχεια κατέθεσε η Ευθυμία Λαγκαδή, γειτόνισσα του Στεργιόπουλου και οικογενειακή τους φίλη, η οποία τον χαρακτήρισε «ήρεμο», επικρίνοντας, πάντως, την πράξη του.

Οι καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης ολοκληρώθηκαν με τον Σωτήριο Μανουσάκη, φίλο του Στεργιόπουλου και καθηγητή της Μέσης Εκπαίδευσης στο Αιγάλεω. «Δεν ήταν τσαμπουκάς, ούτε είχε παραβατική συμπεριφορά», ισχυρίστηκε. Επιχειρώντας να τεκμηριώσει τη «φιλανθρωπική» και «αντιρατσιστική» δράση του Στεργιόπουλου, υποστήριξε πως κάποτε είχε προσφέρει σάντουιτς σε έναν αλλοδαπό που καθάριζε τζάμια αυτοκινήτων, ενώ συμμετείχε στους εράνους που διοργάνωνε η εκκλησία στη Νέα Σμύρνη. Επειδή, μάλιστα, «ο Στεργιόπουλος δεν ήθελε να λουφάρει, αλλά να προσφέρει στην πατρίδα», κατατάχτηκε στις Ειδικές Δυνάμεις ως πεζοναύτης.

Διαρκώς διακοπτόμενος τόσο από την εισαγγελέα, όσο και από την πρόεδρο του δικαστηρίου, κατέθεσε, στη συνέχεια, ο Πέτρος Κωνσταντίνου. «Έχουν υπάρξει εκατοντάδες τέτοια περιστατικά τα τελευταία χρόνια. 400 κρούσματα ρατσιστικής βίας έχουν σημειωθεί την τελευταία 4ετία, ενώ λίγες υποθέσεις έχουν οδηγηθεί σε δίκη. Υπάρχει ατιμωρησία. Τα Πετράλωνα και η ευρύτερη περιοχή είναι χώρος δράσης ακροδεξιών οργανώσεων. Έχουν χρησιμοποιηθεί παρόμοια όπλα σε πολλές ρατσιστικές επιθέσεις. Οι Πακιστανοί έχουν στοχοποιηθεί τα τελευταία 2-3 χρόνια ως Μουσουλμάνοι και «λαθρομετανάστες». Στην ΚΕΕΡΦΑ καταγράφουμε καταγγελίες», υποστήριξε ο Πέτρος Κωνσταντίνου, επιδιώκοντας να αναδείξει το ρατσιστικό υπόβαθρο της δολοφονίας του Λουκμάν, για να αντιμετωπίσει την επιθετικότητα και την ειρωνεία της έδρας. Η εισαγγελέας, συγκεκριμένα, τον έψεξε, γιατί η ΚΕΕΡΦΑ εξέδωσε ανακοίνωση για τη δολοφονία πριν την επίσημη αστυνομική ανακοίνωση, η δε πρόεδρος, γιατί τη συνέδεσε με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. «Μη συνδέετε περιστατικά άσχετα με το επίδικο», τον επέπληξε.


Στη διάρκεια της διακοπής της συνεδρίασης υπήρξαν προπηλακισμός έξω από την αίθουσα του δικαστηρίου των δραστών της δολοφονίας του Λουκμάν από αλληλέγγυους αντιφασίστες και έντονος διαπληκτισμός με την μητέρα του Στεργιόπουλου. Με αφορμή τα περιστατικά αυτά, υποβλήθηκε από τον συνήγορο υπεράσπισης του Στεργιόπουλου Φούσσα αίτημα να καταστούν αυστηρότερα τα μέτρα ασφαλείας και να διεξάγεται η δίκη κεκλεισμένων των θυρών. Το τελευταίο αίτημα απορρίφθηκε από την έδρα. Η δίκη συνεχίζεται στις 31 Ιανουαρίου.

Από τη μέχρι τώρα εξέλιξή της, καθώς και από την προδικαστική διαδικασία, είναι, πάντως, ξεκάθαρη η προσπάθεια των αρχών, αστυνομικών και δικαστικών, να υποβαθμίσουν το ρατσιστικό υπόβαθρο της δολοφονίας του Σεχζάντ Λουκμάν, γεγονός που αποδεικνύεται από την ολιγωρία τους να εξετάσουν εγκαίρως και διεξοδικά όλα τα στοιχεία που συνδέονται με την υπόθεση.

Όπως, άλλωστε, επεσήμανε κατά τη διάρκεια της 2ης συνεδρίασης ο συνήγορος πολιτικής αγωγής Κώστας Παπαδάκης, ουδέποτε υποβλήθηκε αίτημα άρσης του απορρήτου των τηλεφωνικών επικοινωνιών των δύο δραστών, γεγονός που θα συνέβαλλε στη διερεύνηση τυχόν διασυνδέσεών τους με τη Χ.Α., ή άλλες ακροδεξιές οργανώσεις. Δε δημοσιοποιήθηκαν, εξάλλου, φωτογραφίες, ή άλλα προσωπικά τους δεδομένα, όπως κατά κανόνα συμβαίνει σε υποθέσεις, όπου οι κατηγορούμενοι είναι αναρχικοί. «Αν ήταν αναρχικοί, θα τους είχαν φορτώσει το μισό ποινικό κώδικα», έχει τονίσει χαρακτηριστικά ο Παπαδάκης. Από τη δε έδρα συχνά αποκαλούνται «παιδιά», λες και δεν πρόκειται για συνεργούς σε μία στυγερή δολοφονία, ενώ σε κάθε ευκαιρία γίνεται επίκληση από την πλευρά της υπεράσπισης του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, βάσει του οποίου δεν αποδεικνύεται η ένταξή τους σε εγκληματική οργάνωση (Χ.Α.), γι’ αυτό και δεν προφυλακίστηκαν για αυτή την κατηγορία. Το βούλευμα αυτό δεν είναι, ωστόσο, τελεσίδικο, ούτε προδικάζει την τελική κρίση του δικαστηρίου. Εμφανής είναι, τέλος, η απόπειρα να πέσει «στα μαλακά» ο Στεργιόπουλος, με την επίκληση του ισχυρισμού από τον συνήγορό του Φούσσα ότι η μαχαιριά που κατέφερε στο θύμα δεν ήταν θανατηφόρα.

Αν και δεν τρέφουμε αυταπάτες για τη λειτουργία και το χαρακτήρα των μηχανισμών εξουσίας, κομμάτι των οποίων συνιστά και η δικαστική εξουσία, αναμένουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τη συνέχεια και την τελική έκβαση μιας δίκης με σαφείς πολιτικές προεκτάσεις.

Η πρώτη δημοσίευση του ρεπορτάζ έγινε στο http://www.3pointmagazine.gr .

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου