Αν
και μικρές σε διάρκεια, οι κινηματογραφικές δημιουργίες της Νάνσυς Σπετσιώτη,
μιας αθόρυβης και χαμηλών τόνων σκηνοθέτριας, χαρακτηρίζονται από μια ματιά
βαθιά ανθρωποκεντρική, αξιοθαύμαστη αφηγηματική λιτότητα και πυκνότητα
νοημάτων. Οι χαρακτήρες της είναι «καθημερινοί» άνθρωποι «της διπλανής πόρτας»,
συχνά μοναχικοί, οι ιστορίες τους φαινομενικά «μικρές», κι όμως τόσο οικείες. Η
διαδικτυακή ανάρτηση της μικρού μήκους αντιρατσιστικής ταινίας της Jafar (2011) πριν από μερικές βδομάδες συζητήθηκε πολύ, έχοντας ήδη
ξεπεράσει τις 600.000 προβολές! Με αφορμή τη συγκεκριμένη ταινία και το αφιέρωμα
στο σύνολο των μικρού μήκους ταινιών της Νάνσυς Σπετσιώτη, που πραγματοποιείται
αυτές τις μέρες στον κινηματογράφο «Τιτάνια», κουβεντιάζουμε μαζί της.
Μέσα σε λίγες μόνο βδομάδες από την
ανάρτησή της στο διαδίκτυο, η μικρού μήκους ταινία σου Jafar, αν και παραγωγή του 2011, μετρά μερικές εκατοντάδες χιλιάδες
προβολές. Πώς ερμηνεύεις αυτή την «έκρηξη» δημοφιλίας; Τι σε ώθησε να αφηγηθείς
τη συγκεκριμένη ιστορία;
Ερμηνεύεται από τη δύναμη του διαδικτύου
και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Και το
ότι η συγκεκριμένη ταινία, με το θέμα που θίγει, μπορεί να
κινητοποιήσει το συναίσθημα κι έτσι να περάσει σε πιο πολλούς θεατές. Αλλά κι ο
αντίλογος που μπορεί να φέρει ερμηνεύει, απ’ την άλλη πλευρά, αυτή την απήχηση.
Αυτό που με ώθησε να αφηγηθώ τη συγκεκριμένη ιστορία ήταν το σενάριο που έπεσε
στα χέρια μου τυχαία κι αμέσως με κίνησε συναισθηματικά. Το πώς αυτή η μικρή
ατάκα στο τέλος σε «κρατάει» και σου γεννάει τόσες σκέψεις. Γιατί η ταινία δε
μένει μόνο σ’ ένα επίπεδο, το αντιρατσιστικό, φανερώνει την ανθρωποφοβία μας εν
γένει και μας καταδεικνύει ότι πρέπει να κοιτάμε πέρα απ’ τα φαινόμενα σε
οποιαδήποτε περίπτωση και να βάζουμε πάνω απ’ όλα την ανθρώπινή μας υπόσταση.
Εστιάζεις
σε «μικρές», καθημερινές ιστορίες, σε ανθρώπους πολλές φορές μοναχικούς, συχνά σπρωγμένους στο περιθώριο της κοινωνίας. Γιατί;
Μα οι μικρές καθημερινές μας ιστορίες φτιάχνουν τα μεγάλα. Δεν έχει σχέση η εμβέλεια της ζωής του ήρωα, για να μπορέσει να γίνει θελκτικός. Κι ούτε θεωρώ πως όλοι οι ήρωές μου είναι σπρωγμένοι στο περιθώριο της ζωής. Γιατί μπορεί να είσαι μέσα στον κόσμο και να αισθάνεσαι επίσης στο περιθώριο. Απλώς η μοναξιά ως δραματουργικό στοιχείο βοηθά όσον αφορά την εμβάθυνση στην ψυχολογία ενός χαρακτήρα.
Μα οι μικρές καθημερινές μας ιστορίες φτιάχνουν τα μεγάλα. Δεν έχει σχέση η εμβέλεια της ζωής του ήρωα, για να μπορέσει να γίνει θελκτικός. Κι ούτε θεωρώ πως όλοι οι ήρωές μου είναι σπρωγμένοι στο περιθώριο της ζωής. Γιατί μπορεί να είσαι μέσα στον κόσμο και να αισθάνεσαι επίσης στο περιθώριο. Απλώς η μοναξιά ως δραματουργικό στοιχείο βοηθά όσον αφορά την εμβάθυνση στην ψυχολογία ενός χαρακτήρα.
Η τόσο διαστρεβλωμένη και
συκοφαντημένη από την εξουσία έννοια της αλληλεγγύης είναι παρούσα ως βίωμα στις περισσότερες δουλειές σου. Πώς την αντιλαμβάνεσαι προσωπικά και πόσο λείπει στην εποχή μας;
Η
ουσία μας ως άνθρωποι πρέπει να’ναι η αλληλεγγύη.
Γιατί βιώνουμε πράγματα μαζί, στον ίδιο ζωτικό χώρο. Όταν λοιπόν
παραμερίσουμε το εγώ και πάμε στο εμείς, δε θα
χάσουμε, μα θα κερδίσουμε, γιατί δυναμώνοντας το σύνολο, δυναμώνουμε εμείς οι
ίδιοι. Η εξουσία διαστρεβλώνει την αλληλεγγύη, γιατί η αλληλεγγύη γεννά
δύναμη και κάτι τέτοιο προφανώς δεν τη συμφέρει… Η αλληλεγγύη τα τελευταία
χρόνια, λόγω κρίσης, ακούγεται σαν λέξη κι έχει γίνει λίγο σαν καραμέλα. Μα
πρέπει να «βουτήξουμε» στην ουσία της, για να δούμε να ξεδιπλώνει τη δυναμική
της.
Είναι αξιοθαύμαστη η αφηγηματική
οικονομία που χαρακτηρίζει τις ταινίες σου. Αν ήσουν συγγραφέας, πιστεύω ότι θα διέπρεπες στη διηγηματογραφία. Εκτιμάς ότι υπάρχουν αναλογίες ανάμεσα στη σκηνοθεσία ταινιών μικρού μήκους και τη συγγραφή διηγημάτων;
Έχω γράψει
κάποια διηγήματα, για ένα από τα
οποία έχω βραβευθεί. Η αναλογία προφανώς έγκειται στην πυκνότητα και
την αφηγηματική λιτότητα της ταινίας μικρού μήκους και του διηγήματος όσον
αφορά τη γραφή και των δύο. Η σκηνοθεσία είναι άλλο πράγμα που χρειάζεται κι
αυτή λιτότητα, όταν μιλάμε για μικρού μήκους ταινία.
Τόσο το Ουκ αν λάβοις (2012), όσο και η Αντιπαροχή
(2013), η πιο πρόσφατη δουλειά σου, αντανακλούν την οικονομική (και όχι μόνο) κρίση που ταλανίζει μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία χρόνια. Πόσο σε «βαραίνει» αυτή η ζοφερή κατάσταση και πώς πιστεύεις ότι θα μπορούσε να ξεπεραστεί;
Και με
βαραίνει, αλλά πολύ περισσότερο με θυμώνει, γιατί δεν ήρθε
έτσι μια ωραία πρωία, αλλά γεννήθηκε από μια αλληλουχία γεγονότων που τα
βλέπαμε και εθελοτυφλούσαμε ή κωφεύαμε. Και το άσχημο είναι ότι τα παράσιτα
αυτής της γενεσιουργού κατάστασης συνεχίζουν να υπάρχουν… και ο νοών νοείτω… Θα
ξεπεραστεί μόνο αν το θελήσουμε πραγματικά, αν το διεκδικήσουμε στην
καθημερινότητά μας, σε ό,τι κι αν κάνουμε, στην κάθε μας πράξη.
Δεν κρύβεις τις αριστερές πολιτικές
σου καταβολές και πεποιθήσεις. Μπορεί ο κινηματογράφος να αποτελέσει εργαλείο πολιτικής και συνειδησιακής αφύπνισης, κατά τη γνώμη σου;
Εννοείται
πως μπορεί. Απ’ τη στιγμή που κάθε μας πράξη μπορεί
να αποτελέσει εργαλείο πολιτικής αφύπνισης. Κι επειδή ο κινηματογράφος
ασχολείται με ζωές και πράξεις ανθρώπων,
είναι ένα από τα βασικά εργαλεία. Πέρα από φορέας
διασκέδασης, πρέπει να’ ναι φορέας αιχμής της συνείδησης. Δεν μπορεί να γίνει
αλλιώς.
Ανήκεις σε μια, ηλικιακά
τουλάχιστον, νέα γενιά δημιουργών. Είσαι αισιόδοξη για τις προοπτικές της, δεδομένης και της διεθνούς απήχησης που φαίνεται να έχουν πολλές πρόσφατες ελληνικές παραγωγές;
Είμαι
αισιόδοξη, γιατί, παρόλα τα ζοφερά, υπάρχει πείσμα
για δημιουργία και μεγάλη ανάγκη έκφρασης. Είναι εξαιρετικά
θετική η εκτός συνόρων φεστιβαλική
απήχηση των ταινιών. Μα δεν πρέπει να μείνουμε προσηλωμένοι σε
ένα είδος και μια κινηματογραφική ματιά. Γιατί υπάρχουν πολλά
κι ενδιαφέροντα βλέμματα δημιουργών που θα ’ταν πολύ όμορφο να ταξιδέψουν κι
αυτά.
Μπορείτε
να παρακολουθήσετε τις περισσότερες μικρού μήκους ταινίες της Νάνσυς Σπετσιώτη
στο διαδικτυακό κανάλι της στο youtube, στη διεύθυνση http://www.youtube.com/user/nancyspe81
.
Συνεχίζεται,
στο μεταξύ, μέχρι και την Τετάρτη 29 Ιανουαρίου το αφιέρωμα στο σύνολο των
μικρού μήκους ταινιών της, το οποίο πραγματοποιείται στον κινηματογράφο
«Τιτάνια» (Θεμιστοκλέους 5 & Πανεπιστημίου), κάθε βράδυ στις 8.
Η πρώτη δημοσίευση της συνέντευξης έγινε στο http://www.3pointmagazine.gr .