Άλις Όσβαλντ (Φωτογραφία: Kate Mount) |
Η σχέση με την φύση,
μέσα από μια γλώσσα πυκνή, ρέουσα και συχνά πειραματική,
βρίσκεται στο επίκεντρο της ποιητικής συλλογής Πέφτοντας
ξύπνια, που μας συστήνει την Άλις Όσβαλντ, μια από τις πιο
σημαντικές σύγχρονες ποιήτριες.
Μια συνομιλία μαζί
της με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία του βιβλίου της στα ελληνικά.
«Η όλη πρόκληση της
ποίησης», έγραψες κάποτε, «είναι να κρατήσει την γλώσσα ανοιχτή, έτσι
ώστε ό,τι δε γνωρίζουμε ακόμη να περάσει μέσα από αυτήν».
Σε ποιον βαθμό ήταν
«πρόκληση» η πρώτη σου συνάντηση με την ποίηση ως αναγνώστρια - και μετά ως
ποιήτρια;
Η πρόκληση που αναφέρεις
(το να κρατάς την γλώσσα «ανοιχτή») έχει να κάνει περισσότερο με την ψυχή παρά
με το λεξικό, αν και τα συμπτώματά της εμφανίζονται πάντα σε μένα στα ποιήματα.
Κολλάω σε μια φράση,
παγιδεύομαι σε μια μελωδία, δεν μπορώ να πω κάτι σίγουρο ή λέω κάτι πολύ
φωτεινό και μου καίει το μυαλό σαν τον φώσφορο γιατί ήταν απλώς συναρπαστικό,
όχι αληθινό.
Για εβδομάδες και μήνες
παλεύω με αυτά τα συμπτώματα, αλλά, όπως είπα, δεν μπορείς να τα θεραπεύσεις με
ένα λεξικό, γιατί είναι εκείνες οι αδύνατες συνηθισμένες ατελείωτες ασθένειες
που προκαλούνται από την προσπάθεια να δεις κάτι καθαρά.
Δεν νομίζω πως υπάρχει
κάποιος που δε γνωρίζει αυτές τις προκλήσεις, αν και δε χρησιμοποιούν όλοι την
ποίηση για να τις διαγνώσουν.
Από πού πηγάζει η
ενασχόλησή σου με την εξερεύνηση -και εν δυνάμει υπέρβαση- των περιορισμών/ορίων
και τον συνεχή επαναπροσδιορισμό/αναδόμηση της (ποιητικής) γλώσσας;
Είμαι σε πόλεμο με την επίπεδη
φύση του χαρτιού, που μας κάνει κρυφά να υποθέτουμε ότι το μέλλον έχει ήδη
τυπωθεί και πουληθεί.
Μπορεί κάποιος να φανταστεί
την ελεύθερη βούληση μόνο αν αναλογιστεί την σκέψη ως μια μη τυπωμένη
παράσταση.
Έτσι, έχω περάσει πολύ
από τη ζωή μου δουλεύοντας σε εξωτερικούς χώρους, σε μια σκόπιμη προσπάθεια να
αλλάξω το μέσο σκέψης. Αυτό που εννοώ είναι πως τα δέντρα (πριν γίνουν χαρτί)
επαναπροσδιορίζονται πάντα (όπως οι προφορικοί ποιητές)...
Ο ίδιος ο τίτλος της
πρώτης, εξ όσων γνωρίζω, ποιητικής συλλογής σου που είναι διαθέσιμη στα
ελληνικά, Πέφτοντας
ξύπνια, αποτελεί από μόνος του ένα οξύμωρο. Τι ήθελες να
αναδείξεις μέσα από την χρήση αυτού του οξύμωρου;
Ο Σαλβαδόρ Νταλί
συμβούλεψε τους καλλιτέχνες να αποκοιμηθούν με ένα κουταλάκι σφηνωμένο ανάμεσα
στα δόντια. Όταν το κουταλάκι πέφτει και χτυπά στο πάτωμα, ο καλλιτέχνης ξυπνά
και αντιλαμβάνεται τον ύπνο του.
Προσπαθώ να τοποθετήσω
ποιήματα σε αυτόν τον χώρο που αναβοσβήνει.
Ο Tιθωνός
για παράδειγμα, το τελευταίο ποίημα του Πέφτοντας ξύπνια, συντελείται
στο ανοιγοκλείσιμο ενός ματιού.
Όταν ερμήνευσα το ποίημα,
για να διαρκέσει το ρεσιτάλ ακριβώς 46 λεπτά, ενέταξα μια αυτοσχέδια κεντρική
ενότητα στην οποία έκανα κολάζ μια σειρά από φράσεις, συμπεριλαμβανομένης μιας
για έναν γέρο που έπεσε ξύπνιος.
Είχα στο μυαλό μου τον
Νταλί. Το αυτοσχέδιο τμήμα εξαφανίστηκε αλλά διατήρησα την φράση -σαν κουταλάκι
του γλυκού- για να συνεχίσω να βλέπω την θέα του ύπνου.
Και πώς διαχειρίζεσαι την
αίσθηση της βαρύτητας, τόσο ως ποιήτρια όσο και ως άνθρωπος;
Λατρεύω το κουταλάκι που πέφτει.
Όπως ορθά το θέτει η Kate Kellaway, σε αυτήν την συλλογή
βρίσκεις λέξεις «για
συναντήσεις με την φύση που συνήθως αψηφούν την γλώσσα». Γιατί αυτές οι
συναντήσεις είχαν -και συνεχίζουν να έχουν- τόση σημασία για εσένα;
Φοβάμαι ότι ξεκίνησα ως σολιψίστρια,
οπότε υπάρχει κάτι νευρωτικό στις συναντήσεις μου με άλλα μυαλά. Δεν μου αρκεί
να βλέπω ένα ποτάμι, πρέπει να κολυμπήσω πέρα από αυτό που μπορώ να δω και να
βρω κάτι εκεί που έρχεται από αλλού.
Υποθέτω ότι το καλύτερο
ποταμίσιο ποίημα θα ήταν οι τελευταίες μπουρμπουλήθρες των πνιγμένων.
Και γιατί ένιωσες την
ανάγκη να τις εξερευνήσεις μέσα από την ποιητική γλώσσα;
Αντί να «εξερευνούν μέσω
της γλώσσας» θα ήθελα τα ποιήματα να «επικαλούνται την γλώσσα». Ένα ποίημα δεν
είναι περιγραφή, αλλά ένα περίπλοκο όνομα που καλεί ένα πλάσμα να έρθει και να
σταθεί δίπλα του.
Η γλώσσα σου δεν είναι
μόνο ποιητική αλλά χαρακτηρίζεται και από μια εσωτερική μουσικότητα.
Ως ακροατής -και όχι μόνο
ως αναγνώστης- της ποίησής σου, βρίσκω αναλογίες με την φρι τζαζ, την κλασική
μουσική ή ακόμα και την βρετανική φολκ. Είσαι κι εσύ φανατικός λάτρης της μουσικής;
Το περασμένο
Σαββατοκύριακο, άκουσα κάποιον να τραγουδάει μια μπαλάντα, εντελώς χωρίς
συναίσθημα. Ήταν μια μπαλάντα για έναν
φόνο, έναν έρωτα και τις βατομουριές που φύτρωναν πάνω από το πτώμα.
Επειδή ο τραγουδιστής δε
σκεφτόταν το συναίσθημα, αλλά τον τόνο και την μελωδία, οι χαρακτήρες μπήκαν
κατευθείαν στο δωμάτιο. Ήταν η μουσική που τους έφερε.
Δεν ξέρω τίποτα για τη
μουσική, αλλά μου αρέσει να την ακούω, ιδιαίτερα όταν οι μουσικοί αποστρέφουν
το βλέμμα τους για να εισέλθει κάτι άλλο.
Η φθορά, η θνητότητα και
ο ίδιος ο θάνατος είναι επίσης παρόντα στο Πέφτοντας ξύπνια. Είναι η
ποίηση ένας τρόπος να συμφιλιωθούμε με την σκοτεινή μας πλευρά και ενδεχομένως
να την υπερβούμε/ξορκίσουμε;
Δεν είμαι σίγουρη ότι ο
θάνατος είναι σκοτεινός, αλλά σίγουρα είναι μια αλλαγή βλέμματος, σαν ένα
ανοιγοκλείσιμο του ματιού.
Χωρίς να μιλάω με
αφετηρία κάποιο είδος συστήματος πεποιθήσεων, νομίζω πως ο
καλύτερος ορισμός της ποίησης είναι ότι είναι μια συνομιλία με τους νεκρούς. Αυτό δεν είναι το ίδιο με εξορκισμό. Ούτε είναι το ίδιο με μια κουβέντα
για νεκρούς.
Αλλά υπάρχει κάτι γνωστό
ως «η παλιά γλώσσα», που επικοινωνεί όχι μέσω μεμονωμένων λέξεων, αλλά μέσω των
μελωδιών πολλών λέξεων οι οποίες ενώνονται μεταξύ τους.
Σε αυτήν την αυτοσχέδια esperanto φυτά, ζώα, ορυκτά,
ζωντανοί και νεκροί άνθρωποι μπορούν να συναντηθούν.
Ελπίζω να μην είναι πολύ
περίπλοκη εξήγηση για τα πολλά πτώματα στα ποιήματά μου, τα οποία είναι απλώς
κουταλάκια του γλυκού, που με κρατούν ανάμεσα σε μέρη...
Το Πέφτοντας ξύπνια
«εκπνέει» με ένα φιλόδοξο, μακροσκελές, επιτελεστικό ποίημα, το Tιθωνός,
το οποίο είναι εμπνευσμένο από την αρχαία ελληνική μυθολογία.
Θα θέλατε να αναλύσεις
την προσωπική σου σχέση με την αρχαία ελληνική μυθολογία και τους μύθους
γενικότερα;
Είμαι ευγνώμων στους
μύθους ως ένα είδος τρίτου χώρου στον οποίο μπορούν να συνομιλήσουν
διαφορετικές γλώσσες.
Μπορώ να αλληλεπιδράσω με
ακρίδες μέσω του Tιθωνού,
ή με τους νεκρούς στις αλληλεπιδράσεις τους με ακρίδες, ή με το γρασίδι που
μιμείται η ακρίδα.
Ένας μύθος είναι ένα εκτενές
όνομα που μπορεί να φέρει όλα τα είδη των πραγμάτων κοντά σου. Όταν έγραφα το Tιθωνός,
άνοιγα συνεχώς βιβλία και έβρισκα ακρίδες συνθλιμμένες μέσα.
Σε ένα διαφορετικό
επίπεδο, συνομιλείς -είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά- με τη σύγχρονη ελληνική
ποίηση και (μερικούς από) τους/τις εκπροσώπους της;
Όχι, θα ήθελα πολύ να
μάθω περισσότερα για τη σύγχρονη ελληνική ποίηση.
Ήσουν η πρώτη γυναίκα που
εξελέγη Καθηγήτρια Ποίησης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης το 2019. Είναι,
λοιπόν, η ποίηση -σε πιο ακαδημαϊκό πλαίσιο- ακόμα ένα ανδροκρατούμενο πεδίο; Ή
αυτό έχει αλλάξει σταδιακά;
Θεωρώ την αγγλική
λογοτεχνία ως προβληματικά ανδρική και προβληματικά προνομιακή. Προσπάθησα να
αντιμετωπίσω το γεγονός αυτό εστιάζοντας στις προφορικές παραδόσεις.
Μπορεί κάλλιστα να είναι
φανταστικό, αλλά πιστεύω ότι τα ομηρικά ποιήματα διαβάζονται καλύτερα ως τα
επακόλουθα των παλιών τραγουδιών των υφαντρών και των θρήνων.
Φυσικά υπάρχουν πολλές
σύγχρονες ποιήτριες, κάτι που είναι θετικό. Αλλά παραμένει αλήθεια ότι οι καλύτεροι ποιητές είναι
ανώνυμοι.
Και ποια είναι, κατά την
γνώμη σου, η κοινωνική συνάφεια, απήχηση και λειτουργία της ποίησης,
γενικότερα, και της ποίησής σου, ειδικότερα, στις μέρες μας;
Είναι πολύ πιθανό να ζεις
γραμμικά, από το Α στο Β, αλλά η ποίηση παρέχει ένα τρίτο σημείο -πέστ’το Γ-
όπου ένας άνθρωπος μπορεί να σταματήσει. Σε αυτήν την παύση υπάρχουν
συναντήσεις με άλλα μυαλά, όχι όλα ανθρώπινα.
Η ποίηση μαθαίνει πώς να
επικαλείται άλλα μυαλά μέσω της διαύγειας, μέσω της ευγένειας, μέσω της
μελωδίας, ακόμη και μέσω της αγάπης. Το εξισώνω με αυτό που λέει ο Όμηρος για τις Παράκλησες (Λιταί):
«Γιατί υπάρχουν
ορισμένες ικέτιδες, που ονομάζονται Λιταί, οι οποίες είναι κόρες του Θεού και
είναι κουτσές και ρυτιδιασμένες και ρίχνουν τα μάτια τους στο πλάι και
ταλαντεύονται πίσω από την βία.
Αλλά η βία είναι ευκίνητη
και ισχυρή, γι’ αυτό τους ξεπερνά όλους και μπαίνει σε κάθε χώρα για να βλάψει
τους ανθρώπους, και μετά έρχονται οι ικέτιδες για να διορθώσουν την κατάσταση.
Όταν εμφανίζονται, όποιος
σέβεται αυτές τις κόρες του Θεού τού παρέχουν πλεονέκτημα και ακούν τις
απαιτήσεις του.
Αλλά αν κάποιος τις
αρνηθεί και τις απομακρύνει άκαμπτα, τότε πηγαίνουν στον Θεό παρακαλώντας τον
να ακολουθήσει η βία αυτόν τον άνθρωπο, ώστε με την σειρά του να ζημιωθεί και
να τιμωρηθεί»...
Αποτροπιασμένος από τις
ακροδεξιές ισλαμοφοβικές επιθέσεις που έχουν σαρώσει την Μεγ. Βρετανία,
αναρωτιόμουν για τους τρόπους με τους οποίους η ποίηση θα μπορούσε να
μεταμορφώσει την προσωπική αλλά και την συλλογική συνείδηση.
Είναι βέβαιο ότι η βία
έχει μπει στην χώρα μας και μπορώ μόνο να ελπίζω ότι οι ικέτιδες θα έρθουν
σύντομα.
Η ποιητική συλλογή
της Άλις Όσβαλντ Πέφτοντας
ξύπνια κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πατάκη
σε μετάφραση του Δημήτρη Κηλαϊδίτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου