Δευτέρα 5 Ιουνίου 2023

Παυλίνα Παμπούδη: «Δεν ήμουν ποτέ ευνοημένη από τον κόσμο των “κλικών”»

 

Παυλίνα Παμπούδη (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός)

Ποιήτρια, συγγραφέας, μεταφράστρια, εικονογράφος, στιχουργός και ζωγράφος, η πολυπράγμων Παυλίνα Παμπούδη συγκεράζει γόνιμα στη Χάρτινη ζωή την (αυτο)βιογραφία και τη διερεύνηση της εγχώριας συλλογικής Ιστορίας.

Συναντώντας τη συγγραφέα με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία της αναθεωρημένης έκδοσης του βιβλίου της.

Γιατί αποφάσισες τώρα, εν έτει 2023, να ξαναδουλέψεις τη Χάρτινη ζωή; Επειδή όλοι οι άνθρωποι που αναφέρονται σ’ αυτή τη μυθιστορία έχουν «φύγει»;

Το ένα κίνητρο είναι ότι έχουν «φύγει». Το άλλο κίνητρο, πως δεν υπήρχε πλέον το βιβλίο, είχε πολτοποιηθεί κατά λάθος.

Πώς συνέβη ένα τέτοιο λάθος;

Ήταν η εποχή που υπήρχαν ακόμα αποθήκες και τα ογκώδη βιβλία καταλάμβαναν χώρο σ’ αυτές. Ο τότε σύζυγός μου, που ήταν και εκδότης μου, έκανε εκκαθάριση της αποθήκης του, και μαζί με άλλα βιβλία έφυγε και το δικό μου. Με πόνεσε αυτό.

Τον καιρό μάλιστα κατά τον οποίο έγραψα το συγκεκριμένο βιβλίο δεν κυκλοφορούσε στην Ελλάδα άλλο τέτοιου είδους, που να διαπλέκει τη μυθοπλασία με την Ιστορία. Κατόπιν εκδόθηκαν πολλά.

Γιατί, ωστόσο, επέλεξες αυτή την αφηγηματική προσέγγιση;

Δεν ξέρω γιατί ακριβώς, αλλά είχα την αίσθηση ότι έπρεπε να το κάνω ώστε να σωθούν και τα ιστορικά ντοκουμέντα, τα οποία γίνονται πιο «εύπεπτα» όταν «πλεχτούν» με μυθοπλασία.

Σ’ αυτά τα ντοκουμέντα, εκτός από τα επίσημα έγγραφα, συγκαταλέγεται και η αλληλογραφία των παππούδων και των γονιών μου. Επιβίωσαν τόσων μετακομίσεων- έχω αλλάξει 52 σπίτια στη ζωή μου.

Παγκόσμιο ρεκόρ στις μετακομίσεις!

Έτσι νομίζω! Ένα από τα πιο πρόσφατα ποιητικά μου βιβλία τιτλοφορείται Το σπίτι στους 40 δρόμους. Εκεί αναφέρομαι στα 52 σπίτια, αλλά σε 40 δρόμους. Πολλές φορές αλλάζαμε σπιτι στον ίδιο δρόμο.

Αυτά τα σπίτια τα βλέπω πια ως ένα, καθώς σε πολλές μετακομίσεις με ακολουθούν και τα έπιπλα, αλλά και τα ντοκουμέντα που διάβασες στη Χάρτινη ζωή.

Όταν πρωτοξεκίνησε η διαδικασία συγγραφής αυτού του βιβλίου...

Δεν το κατάλαβα, ήταν κάτι αυθόρμητο και υποσυνείδητο.

Υπήρξε και μια προσπάθεια να μπει τάξη στην ταραχώδη προσωπική σου ιστορία;

Ναι. Αγνοούσα πολλά κομμάτια της. Υπάρχουν πράγματα που δε συζητιούνται στο οικογενειακό τραπέζι, οπότε μαζεύοντας ψηφίδες αποδώ κι αποκεί έκανα τη συρραφή. Και ταιριάξανε τα κομμάτια. Όχι πολύ ξαφνικά. Ενδιαμέσως έβγαλα άλλα βιβλία.

Επομένως, η Χάρτινη ζωή αποτελούσε μια διαρκή εκκρεμότητα.

Ένα «συγύρισμα» που έκανα, ίσως. Βλέπεις μπροστά σου ένα άτομο απολύτως στοιχειωμένο από άλλους. «Πυκνοκατοικημένο» και στοιχειωμένο.

Συνέβαλε η συγγραφή στο να υποχωρήσει το στοίχειωμα ή να γίνει γλυκύτερο;

Είμαι πολύ χαρούμενη γι’ αυτό το στοίχειωμα, γιατί το αξιοποιώ. Άλλοι καταφεύγουν στον ψυχαναλυτή, εγώ γράφω. Πρόκειται για αυτοψυχανάλυση διαρκείας.

Άρα η γραφή είναι μια μορφή αυτοψυχανάλυσης για σένα.

Η καλύτερη!

Και επίσης διαρκής. Έχουν περάσει σχεδόν 60 χρόνια από την κυκλοφορία της πρώτης ποιητικής συλλογής σου, Ειρηνικά, αν και με το ψευδώνυμο Ναταλία Βορεάδου.

Από τρυφερότατη ηλικία ασχολούμουν με τη γραφή.

Η πρώτη «συνάντηση» ήταν μέσω της ποίησης;

Ποίηση έγραφα πάντα. Πεζά δεν έχω γράψει πολλά.

Τι σε αναστάτωνε στην ποίηση;

Σε πολύ νεαρή ηλικία είχα πάει σε σπίτι φίλων όπου βαριόμουν γιατί υπήρχαν μόνο μεγάλοι. Είχα καταφύγει, λοιπόν, στη βιβλιοθήκη του σπιτιού, κι εκεί ανακάλυψα τον Σικελιανό, τον αλαφροΐσκιωτο. Άρχισα να διαβάζω, ενώ οι άλλοι γλεντούσαν.

Όταν τελείωσα, ήμουν κατακόκκινη. Ντρεπόμουν σαν να είχα γράψει εγώ αυτό που είχα διαβάσει.

Αποφάσισα τότε πως θα γράψω κι εγώ έτσι, αλλά καλύτερα! Είχα διαγνώσει στην ποίησή του έναν βερμπαλισμό, που τότε ακόμα δεν ήξερα σε τι συνίστατο.

Αντιλήφθηκα το ένθεο στοιχείο σ’ αυτόν, όμως. Υπήρξε κάτι σαν πνευματικός παππούς μου. Είχε βαφτίσει την μαμά μου.

Τα δήθεν παιδικά βιβλία που έχεις γράψει -και είναι πολλά- γιατί είναι δήθεν, όπως αναφέρεται στο βιογραφικό σου;

Δεν αντιμετωπίζω τα παιδιά ως τα περίεργα όντα που τα θεωρούν οι συγγραφείς παιδικών βιβλίων, αλλά ως πιο κοντούς ανθρώπους. Συλλαμβάνουν πολύ περισσότερα πράγματα, ώσπου πηγαίνουν στο σχολείο και ισοπεδώνονται.

Ένα καλό βιβλίο απευθύνεται σε ανθρώπους όλων των ηλικιών και κάθε ύψους.

Κάθε φορά που ξαναδιαβάζεις την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων, για παράδειγμα, «ανοίγει» η γκάμα των πραγμάτων που συλλαμβάνεις.

Με τους τετράποδους φίλους μας είναι εξίσου μακρά και διαρκής η τρυφερή σου σχέση;

Ξέρεις ότι έχω γράψει ένα βιβλίο με τίτλο Σκυλολόγιο, ένα με τίτλο Γατολόγιο, καθώς και Το Γατοβιβλίο, το Σκυλοβιβλίο και το Ποντικοβιβλίο κι έχω επίσης μεταφράσει το Εγχειρίδιο πρακτικής Γατικής του Τ. Σ. Έλιοτ;

Δεν το γνώριζα.

Δε θα έπρεπε ν’ αγαπώ τις γάτες, τουλάχιστον. Όταν γεννήθηκα, με είχαν στην κούνια μου. Ο γάτος του σπιτιού, που ζήλεψε, ήταν πάνω μου και με ξέσκιζε. Τον αντιμετώπισα γενναία, σαν τον Ηρακλή. Τον καημένο τον έδιωξαν απ’ το σπίτι.

Σε τρεις μήνες, ωστόσο, ξαναγύρισε! Τον έδειραν και τον ξαναέδιωξαν. Ίσως νιώθω ενοχές γι’ αυτόν τον γκρίζο γάτο.

Με τους σκύλους, αντιθέτως, δεν είχα ποτέ ιδιαίτερη σχέση. Αντάμωσα την Λάρα, τη σκυλίτσα μου, πριν από δεκαπέντε χρόνια στο βουνό να τρέφεται με πεταλούδες. Ήταν διάφανη. Μου έμεινε.

Ήταν κι η φιλενάδα η Ζιζή αδεσποτάκι;

Βέβαια, και πατημένη από αυτοκίνητο. Κουτσαίνει όπως κι εγώ. Είναι η κουτσή μπαλαρίνα. Υπάρχει και η Σίλκα, που κοιμάται τώρα. Αυτή βρέθηκε στα σκουπίδια.

Αισθάνεσαι λίγο σαν μαμά τους;

Όχι, σαν ισότιμη φίλη. Απλώς έχω δύο πόδια -ενάμισι αυτή τη στιγμή-, κι εκείνες περισσότερα.

Η ζωγραφική πότε μπήκε στη ζωή σου;

Μπήκε στην ηλικία που μπαίνει στον καθένα. Όλα τα παιδάκια δε ζωγραφίζουν;

Στην πρώτη ή στη δευτέρα δημοτικού, όταν παίρναμε τα ενδεικτικά μας, με φώναξε η δασκάλα, μου έδωσε το ενδεικτικό, είχα πάρει «δέκα» -άριστα δηλαδή-, και μου είπε το εξής καταπληκτικό:

«Το ξέρεις ότι δεν το αξίζεις, αλλά στο έβαλα επειδή ζωγραφίζεις ωραία». Από τη μια «φούσκωσα» από υπερηφάνια, από την άλλη, για εκείνη, δεν το άξιζα.

Δε σε απέτρεψε αυτό το τραύμα, ωστόσο.

Αφού ζωγραφίζω ακόμα, σημαίνει πως συνεχίζω. Μέσα είναι το «γατελιέ» μου, όπως το αποκαλώ, γιατί κοιμούνται εκεί οι γάτες. Παλαιότερα είχα περισσότερες, κάθονταν και με θαύμαζαν.

Εγκυκλοπαιδικές γνώσεις δεν ξέρω πόσες απέκτησα- ή πόσες μου έμειναν, τουλάχιστον. Δεν ήμουν καλή μαθήτρια, όπως έχεις καταλάβει.

Ήταν δύσκολα και τα μεταπολεμικά χρόνια.

Γιατί ήταν δύσκολα; Η ακαδημαϊκή μου καριέρα ξεκίνησε όταν όλα αυτά είχαν πλέον απομακρυνθεί.

Πιο πολύ έχω στο μυαλό μου την παιδική σου ηλικία, η οποία δεν ήταν μεν δυστυχισμένη, αλλά σίγουρα σημαδεύτηκε από απουσίες- και κυρίως του πολιτικού εξόριστου πατέρα.

Ως παιδί δεν αντιλήφθηκα έλλειψη αγάπης.

Δε σου έλειπε ο πατέρας σου;

Δεν ήξερα πώς είναι οι μπαμπάδες. Ήταν άλλο ένα άτομο που δεν ήταν τη δεδομένη στιγμή στην οικογένεια. Εξάλλου, έλειπε σε ταξίδι για δουλειές. Έτσι παρουσίαζαν την απουσία του.

Σταδιακά αναπληρώθηκε ο χαμένος χρόνος, αποκαταστάθηκε η μεταξύ σας σχέση;

Νομίζω ναι. Έτσι κι αλλιώς, εκείνη την εποχή οι πατεράδες δεν είχαν τον χρόνο ν’ ασχοληθούν με τα παιδιά τους. Ήταν σκιώδεις παρουσίες.

Με την μητέρα σου ποια ήταν η σχέση;

Έγινε σχέση φιλενάδων αργότερα, μητρική δεν υπήρξε. Στο Μοβ άλμπουμ αναφέρομαι στις γυναίκες της ζωής μου. Τις αντιμετωπίζω όλες ισότιμα, σαν φιλενάδες.

Μεγαλύτερη, πιο «ειδική» σχέση είχα με την γιαγιά μου, γιατί ήταν στο σπίτι.

Το πρώτο δήθεν παιδικό βιβλίο μου είναι αφιερωμένο σ’ αυτή τη γιαγιά «που με μεγάλωσε, λέγοντάς της ιστορίες». Κοιμόμασταν στο ίδιο δωμάτιο, κι εγώ της έλεγα ιστορίες που κατασκεύαζα η ίδια. Και την κοίμιζα!

Σε ενθάρρυναν να γράφεις στα κατοπινά χρόνια;

Όχι, εκείνη την εποχή δε θεωρείτο καλό να ασχολείσαι με την τέχνη. Έπρεπε να σπουδάσεις κάτι και να πιάσεις μια δουλειά. Δεν έμαθα παρά πολύ αργότερα ότι ο προπάππος μου ήταν λόγιος και πως ο πατέρας μου έγραφε ποιήματα.

Σπούδασες και στη Φιλοσοφική. Δεν το ήθελες;

Αρχικά ήθελα να γίνω γεωπόνος, όπως ο πατέρας μου. Τελικά σπούδασα στη Φιλοσοφική, επιθυμούσα να ασχοληθώ με την έρευνα. Μου έμεινε απωθημένο. Στη συνέχεια γράφτηκα στο Μαθηματικό, που δεν το τελείωσα. Ούτε φιλολογία δίδαξα.

Τα αξιοποιώ όλα, όμως, χωρίς τις περισσότερες φορές να το καταλαβαίνω. Είμαι φοβερή εκμεταλλεύτρια. Η σχέση μου με τα μαθηματικά φαίνεται ίσως στη δομή των βιβλίων μου.




Δεδομένου ότι μεγάλωσες σε μια εποχή και εντός ενός οικογενειακού περιβάλλοντος έντονα φορτισμένων πολιτικά, ποια είναι η σχέση σου με την πολιτική;

Τα πράγματα ακολούθησαν τη φυσική τους πορεία.

Στο σπίτι δεν κάναμε ποτέ πολιτικές συζητήσεις. Όταν μπήκα στο πανεπιστήμιο, συνδικαλίστηκα, σαν αυτό να ήταν στο κύτταρό μου.

Συνεχίστηκε αυτή η ενασχόληση;

Μετά τη Χούντα, έπιασα δουλειά, σοβαρεύτηκα, νοικοκυρεύτηκα και δεν ασχολήθηκα ξανά. Μόνο συναισθηματικά.

Στο ευάερο και ευήλιο διαμέρισμα που τώρα ζεις πόσα χρόνια από τη ζωή σου έχεις αφιερώσει;

Με είχε στείλει η γιαγιά μου να ψωνίσω, κι εγώ χάζευα στον δρόμο. Ήμουν τριάντα χρονών πλέον. Είδα ένα πωλητήριο, κι αφού είχα χρόνο ση διάθεσή μου σκέφτηκα: «Δεν πάω να δω τι πουλιέται εδώ

Ανέβηκα, είδα ετούτο το σπίτι και το ερωτεύτηκα. Ήταν ένας πολύ συμπαθητικός κύριος με δύο παιδάκια. Πιάσαμε κουβέντα, γίναμε φίλοι. Το έδινε σε μια γελοία τιμή, γιατί είχε πεθάνει η γυναίκα του κι ήθελε να φύγει οπωσδήποτε.

Για ποια περίοδο μιλάμε;

Για το 1979.

«Το θέλω αυτό το σπίτι. Μη μου το τυλίξετε, θα το πάρω αμέσως», του είπα. Του έδωσα ένα εικοσάρικο, και το «αρραβώνιασα». Επιστρέφοντας στο σπίτι μου, ανακοίνωσα: «Να το σαλάμι, να το ψωμί, αγόρασα κι ένα σπίτι!»

Η θεία μου, πιο λογική, με ρώτησε: «Πώς θα το πάρεις αφού δεν έχουμε λεφτά;» «Θα βρούμε. Δεν έχεις ένα οικόπεδο. Αν το πουλήσεις, καλύπτουμε το κόστος», της απάντησα.

Την ίδια μέρα πήγα την αγγελία γα την πώληση σε εφημερίδα, δημοσιεύτηκε την άλλη μέρα κι αμέσως δέχτηκα τηλεφώνημα από έναν ενδιαφερόμενο.

Ξεκινήσαμε με το αυτοκίνητο, μαζί με τον ίδιο και την γυναίκα του. Δεν ήξερα καν πού βρισκόταν το οικόπεδο. Καθ’ οδόν, ξαφνικά έπιασε μια καταρρακτώδης βροχή. Του υπέδειξα κάποιο τυχαίο οικόπεδο.

Ήταν εύπιστος σαν κι εμένα, και την επομένη μου έδωσε μια σακούλα γεμάτη χιλιάρικα. Μέσα στην ίδια βδομάδα πραγματοποιήθηκε η αγοραπωλησία!

Μυθιστορηματική περίσταση.

Μου συμβαίνουν διάφορα μυθιστορηματικά στη ζωή μου. Δεν αγόρασα άλλο σπίτι έκτοτε.

Είσαι «βέρα» Εξαρχειώτισσα, λοιπόν.

Εκείνη την εποχή ήταν ωραία. Δεν είχε, εξάλλου, χτιστεί το διπλανό κτίριο κι έβλεπες το Πεδίο του Άρεως. Τώρα υπάρχει ένα γυάλινο μεγαθήριο, μάλλον ακατοίκητο.

Σε ανησυχεί, σε λυπεί, σε αφήνει αδιάφορη η ραγδαία μετάλλαξη της περιοχής, ιδίως από οικιστικής άποψης;

Σου είπε κανείς ότι η εξέλιξη προχωρά χωρίς λάθη; Κύκλους και σπείρες κάνει. Η περιοχή απαξιώθηκε όσο γινόταν και τώρα θα γίνει πάλι η αξιοποίησή της.

Για ποιους, όμως;

Εναλλασσόμεθα οι ευνοημένοι.

Νιώθεις ευνοημένη;

Ναι.

Από ποια άποψη; Δυνατοτήτων, εμπειριών;

Είμαι πάμπλουτη από όλα αυτά, νομίζω. Είμαι ευγνώμων για πολλά πράγματα που αντιλαμβάνομαι. Δεν ήμουν, πάντως, ποτέ ευνοημένη από τον κόσμο των «κλικών». Είμαι «off-Broadway».

Τα πας καλά με τον χρόνο που περνά, συμπεραίνω- αυθαίρετα, ίσως.

Αν μπορώ, ας κάνω κι αλλιώς! Σε όλα μου τα βιβλία πρωταγωνιστής είναι ο χρόνος.

Οι περισσότεροι, πάντως, δεν έχουμε και τόσο καλή σχέση με τον χρόνο, κυρίως με ό,τι δεν μπορεί να διορθωθεί.

Μόνο σε περίπτωση που έχεις διαπράξει κάποιο έγκλημα είναι αδύνατο να επανορθώσεις.

Σε «τριγυρίζει» κάποια καινούρια έμπνευση;

Έχω ένα έτοιμο ποιητικό βιβλίο.

Σε ικανοποιεί;

Γράφω για ευχαρίστηση, οπότε δεν είναι δυνατό να μη με ικανοποιεί αυτό που βλέπω.

Οι αναγνώστες/αναγνώστριές σου, τι σου λένε;

Δε νομίζω πως έχω «ντουέντε». Θεωρείται μάλλον δύσκολο το γράψιμό μου.

Έχεις συνθέσει τους υπέροχους στίχους στις Έξη μέρες της Αρλέτας. Πώς γνωριστήκατε;

Γνωριστήκαμε στην Καλών Τεχνών. Ήμασταν πολύ φίλες. Η συνεργασία μας ήταν τυχαία. Ήταν και γειτόνισσα όσο ζούσε στα Εξάρχεια.

Ξενύχτησα ένα βράδυ γράφοντας τις Έξη μέρες για να αποφύγω το διάβασμα των λατινικών για τη σχολή. Ούτε καν έμπνευση δεν είχα. Τις είδε η Αρλέτα και τις μελοποίησε. Το βινύλιο πήγε «άπατο», βέβαια. Ήταν, όμως, ξεχωριστό και διαχρονικό.

Τι μουσική ακούς;

Μάλλον άμουση είμαι, και ακούω τα πάντα. Ακούω μουσική όταν ζωγραφίζω, με βοηθάει. Τότε ακούω Γρηγοριανό Μέλος.

Ευχαριστώ θερμά την συγγραφέα για τη φιλοξενία και τον Ανδρέα Καρτάκη (Εκδόσεις PRiNTA-ΡΟΕΣ) για την πολύτιμη συμβολή του στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.

Η μυθιστορία της Παυλίνας Παμπούδη Χάρτινη ζωή κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις PRiNTA-ΡΟΕΣ.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου