Κυριακή 9 Απριλίου 2023

Maryam Touzani: «Κάποιες παραδόσεις πρέπει να αμφισβητούνται»

 

Maryam Touzani (Φωτογραφία: Valery Hache/AFP)

Αιχμηρή -και συνάμα διακριτική και τρυφερή- η βραβευμένη ταινία της Maryam Touzani, Το μπλε καφτάνι, «ανατέμνει» το ταμπού της ομοφυλοφιλίας στο σύγχρονο Μαρόκο μέσα από την ιστορία ενός ασυνήθιστου ερωτικού τριγώνου.

Συνομιλώντας με την σκηνοθέτρια με αφορμή την κυκλοφορία του φιλμ στις αίθουσες από τις 30 Μαρτίου.

Θα έλεγες ότι η εξαιρετική καλοφτιαγμένη και συγκινητική ταινία σου, Το μπλε καφτάνι, αφορά στην αγάπη, και στο να μη φοβόμαστε να αγαπάμε, τελικά;

Για μένα το φιλμ αφορά στην αγάπη στις πολλές μορφές της, σε μια αγάπη που δε χρειάζεται να ταξινομήσουμε, που είναι δυνατή γιατί είναι και ελεύθερη.

Πρόκειται για μια αγάπη η οποία υπερβαίνει τον εαυτό της. Το ζευγάρι υπερβαίνει όσα ήξερε για την αγάπη.

Εντέλει, είναι μια ταινία για τη βαθιά αγάπη ανάμεσα σε έναν άντρα, τον Χαλίμ, και μια γυναίκα, την Μίνα, αλλά και με τον νεαρό μαθητευόμενο ράφτη, τον Γιούσεφ, που καταφθάνει στη ζωή τους.

Έχει, επίσης, να κάνει με την αγάπη για μια τέχνη που εξαφανίζεται. Ήθελα να μιλήσω και γι’ αυτό το ζήτημα.

Νιώθεις πως το σινεμά ως τέχνη -ή και ως χειροτεχνία- σταδιακά εξαφανίζεται ή αντικαθίσταται από κάτι προκατασκευασμένο, είτε αυτό προέρχεται από το Χόλιγουντ είτε από τον καλλιτεχνικό ευρωπαϊκό κινηματογράφο;

Είναι πολύ ενδιαφέρον αυτό που λες.

Προφανώς το σινεμά είναι μια μορφή τέχνης, και σήμερα πρέπει να πολεμήσουμε κάτι που μερικές φορές μπορεί να είναι συντριπτικό, τον φρενιτιώδη ρυθμό τον οποίο συνηθίζουμε.

Διαρκώς «βομβαρδιζόμαστε» από πληροφορίες. Δεν έχουμε την υπομονή να βλέπουμε τα πράγματα όπως το κάναμε στο παρελθόν. Πάντα βιαζόμαστε, τα πάντα επιταχύνονται.

Αυτό μάς οδηγεί σε μια πολύ τρομακτική κατεύθυνση. Είναι σαν να τρομάζουμε να κάτσουμε και να απολαύσουμε τις καταστάσεις στη διάρκειά τους. Η συγκεκριμένη συνθήκη ίσως επηρεάζει και τον τρόπο που κάνουμε σινεμά.

Όταν, όμως, φτιάχνεις ή φαντάζεσαι μια ταινία ή γράφεις το σενάριό της, εσύ μπορείς να αποφασίσεις τον ρυθμό της.

Είναι σημαντικό να αποσυνδέεσαι μερικές φορές από τον ρυθμό της καθημερινής ζωής σου και να βλέπεις λεπτομέρειες που δε βλέπουμε κατ’ ανάγκη, να δίνεις στον εαυτό σου τη δυνατότητα να βιώνει πράγματα, αντί να προχωρά στα επόμενα.

Πρόκειται για μια πρόκληση. Και ήθελα να κάνω αυτό το φιλμ με τον συγκεκριμένο ρυθμό, ακολουθώντας τις επαναστάσεις που βιώνουν οι χαρακτήρες χωρίς να επιταχύνουμε τις καταστάσεις.

Χρειάζεται, εξάλλου, υπομονή για να φτιάξεις ένα καφτάνι!




Εκτός του φιλμικού πλαισίου, τι σηματοδοτεί για σένα το καφτάνι στο επίπεδο της μαροκινής κοινωνίας και κουλτούρας;

Στο επίπεδο της ταινίας είναι κάτι πολύ συμβολικό. Το στοιχείο του καφτανιού προέρχεται από ένα καφτάνι που φορούσε η μητέρα μου και μου είχε δωρίσει. Όταν έγινα γυναίκα, μου ταίριαζε και μου το έδωσε.

Τότε κατανόησα πόσο όμορφη, δυνατή και χειροπιαστή μπορεί να είναι η μεταβίβαση μέσω του υφάσματος που μου είχε δωρίσει.

Όταν άρχισα να γράφω το σενάριο, ήξερα πως ο Xαλίμ πρέπει να είναι ράφτης καφτανιών. Σε έναν κόσμο όπου όλα γίνονται τόσο γρήγορα είναι δύσκολο γι’ αυτόν να επιβιώσει κρατώντας την τέχνη του ζωντανή.

Το καφτάνι είναι επίσης κάτι που φοράς σε ευτυχισμένες περιστάσεις: σε βαφτίσεις, γάμους κι άλλες γιορτές.

Ο Χαλίμ φτιάχνει τα όμορφα καφτάνια του για να τα φορέσουν οι γυναίκες- αυτό είναι το όμορφο τμήμα της παράδοσης την οποία θέλει να κρατήσει ζωντανή.

Υπάρχει, όμως, και εκείνο το τμήμα της που δεν τον αφήνει να είναι αυτός που είναι, κι έτσι βιώνει μια διαρκή αντίφαση.

Έτσι λειτουργεί κι η ταινία σου: από τη μία είναι βαθιά ριζωμένη στη μαροκινή παράδοση κι από την άλλη την αμφισβητεί, την υπονομεύει ή την ανανοηματοδοτεί με τρόπο διακριτικό και λεπτό.

Σέβεται τους «παλιούς τρόπους», αλλά και επιχειρεί να υιοθετήσει μια πιο συμπεριληπτική προσέγγιση των αναγκών και του προσανατολισμού των χαρακτήρων.

Πραγματικά πιστεύω ότι η παράδοση μπορεί να είναι κάτι πολύ όμορφο. Γι’ αυτό άλλωστε, ήθελα να ρίξω φως σε μια παράδοση που χάνεται.

Πιστεύω, όμως, πως πρέπει και να αμφισβητείται, να ταρακουνιέται μια στις τόσες. Και κάποιες παραδόσεις πρέπει να αμφισβητούνται.

Για μένα, λοιπόν, το φιλμ είναι εορτασμός της παράδοσης αλλά και βαθιά αμφισβήτηση ορισμένων παραδόσεων. Όλες οι παραδόσεις που δε μας επιτρέπουν να είμαστε αυτό που είμαστε πρέπει να αμφισβητούνται.

Πώς λειτουργεί η συνεργασία σου με τον Nabil Ayouch στη συγγραφή του σεναρίου και στην ανάδειξη των πολύπλοκων δυναμικών στις σχέσεις ανάμεσα στους χαρακτήρες;

Η συγγραφή ενός σεναρίου μπορεί να είναι μια πολύ μοναχική διαδικασία. Είναι, επομένως, πολύ όμορφο όταν τη μοιράζεσαι με κάποιον σε καταλαβαίνει και είναι ευθυγραμμισμένος μαζί σου.

Με τον Nabil συζητάμε, υπάρχει ανατροφοδότηση και, λίγο λίγο, κατανοώ προς ποια κατεύθυνση θέλω να κινηθώ. Συνεργαζόμαστε πάντα στα εγχειρήματά μας, χωρίς να συν-σεναριογραφούμε κάθε φορά.

Το γράψιμό μου είναι ενστικτώδες. Κι όταν ξεκινήσω να γράφω, δεν μπορώ να σταματήσω.

Εξ αρχής, φανταζόμουν το Μπλε καφτάνι με χρώματα κι ως κάτι προσωπικό. Μου αρέσει η οικειότητα στις ταινίες. Και είναι σημαντικό να βρισκόμαστε με τους χαρακτήρες καθώς μετακινούνται από τη μια τοποθεσία στην άλλη.

Η Μίνα ζει με τον Χαλίμ 25 χρόνια, γνωρίζει για την ομοφυλοφιλία του, αλλά αυτή η γνώση δεν έχει ποτέ αρθρωθεί με λέξεις. Δεν μπορεί, λοιπόν, παρά να αισθανθεί ζήλεια όταν ο σύζυγός της αντικρίζει τον Γιούσεφ με άλλο μάτι.

Σιγά σιγά, ωστόσο, θα έρθει αντιμέτωπη με τους φόβους της και θα ακολουθήσει τον δρόμο της.




Και τους τρεις χαρακτήρες υποδύονται εξαιρετικά γοητευτικοί άνθρωποι, εξωτερικά και -φαντάζομαι- εσωτερικά. Είχες σκεφτεί να επιλέξεις λιγότερο γοητευτικούς από άποψη φυσικής εμφάνισης ηθοποιούς;

Η ομορφιά είναι κάτι πολύ υποκειμενικό. Χρειάζεται να συγκινηθώ από κάτι περισσότερο από αυτό που αντικρίζουμε στην επιφάνεια: από τα μάτια των ηθοποιών, την έκφρασή τους. Να κοιτάξω στην ψυχή τους.

Ο χαρακτήρας του Χαλίμ, όπως κι ο Saleh Bakri που τον υποδύεται, είναι χαρισματικός, αποπνέει μια ήρεμη δύναμη, είναι σαν ένα βουνό. Κι όμως ταρακουνιέται εσωτερικά. Διαθέτει ανθρωπιά, ευγένεια, ευθραυστότητα.

Το ίδιο συμβαίνει και με την Lubna Azabal, η οποία υποδύεται την Mίνα. Είναι γοητευτική εξαιτίας και όσων νιώθει και αποτυπώνονται στο πρόσωπό της.

Όταν συνάντησα τον Ayοub Missioui -που ενσαρκώνει τον Γιούσεφ- για πρώτη φορά, σκέφτηκα ότι είναι πολύ εμφανίσιμος. Αναρωτήθηκα, όμως, τι υπήρχε πίσω από την επιφάνεια.

Αφότου άρχισα να «σκάβω», συνειδητοποίησα πως πρόκειται για έναν πολύ παθιασμένο άνθρωπο. Αυτό με συγκίνησε, και «δείχνει» στο πρόσωπό του.

Ως χαρακτήρας είναι καλό άτομο, με αρχές, με πάθος για την τέχνη του και ευαισθησία στο πώς αντιμετωπίζει τη σχέση της Μίνα με το Χαλίμ. Καταλαβαίνει τι περνάει το ζευγάρι χωρίς να το διατυπώνει με λόγια.

Έξοχη είναι και η φωτογραφία της ταινίας, η οποία διαθέτει μια ζωγραφική ποιότητα. Απολαμβάνεις τη ζωγραφική, και πιο συγκεκριμένα τα έργα του Βερμέερ;

Αγαπώ τον Βερμέερ, τον ντε Λα Τουρ, τον Καραβάτζο. Αγαπώ τη ζωγραφική.

Η δημιουργία μιας ταινίας σχετίζεται με μια χρωματική παλέτα, με τα υλικά και την αίσθηση της αφής που έχουν.

Γι’ αυτό και είναι πολύ σημαντική η συνεργασία με τον διευθυντή ή την διευθύντρια φωτογραφίας, και τους σχεδιαστές του σκηνικού και των κουστουμιών..

H Virginie Surdej, εν προκειμένω, είναι απίστευτη, διαθέτει βαθιά κατανόηση τού τι αναζητώ.




Σε ένα πιο κοινωνικοπολιτικό επίπεδο, αισθάνεσαι πως η σύγχρονη μαροκινή κοινωνία γίνεται πιο συμπεριληπτική, ανεκτική ή δίκαιη απέναντι σε ανθρώπους με διαφορετικούς προσανατολισμούς, σεξουαλικούς και άλλους;

Ή υπάρχουν αντιστάσεις, κοινωνικά και θεσμικά;

Η μαροκινή κοινωνία είναι εξαιρετικά περίπλοκη και γεμάτη αντιφάσεις.

Αυτές οι αντιφάσεις είναι πολύ δύσκολο να οριστούν και συνάμα αποτελούν πηγή έμπνευσης. Ζούμε διαρκώς με αυτές.

Υπάρχει, πιστεύω, η επιθυμία για αλλαγή, για ανεκτικότητα, για διάλογο, γι’ αυτό και κάποια ζητήματα πρέπει να τεθούν ανοιχτά.

Ζω σε μια κοινωνία όπου τα ζητήματα τα οποία ενοχλούν, επειδή πηγαίνουν κόντρα σ’ ένα ορισμένο ρεύμα, μπαίνουν κάτω από το χαλί και προτιμάμε να μην τα συζητάμε.

Μπορούμε, όμως, να είμαστε πολύ ανοιχτοί. Θα εκπλαγείς από την ανοιχτότητα που θα συναντήσεις στο Μαρόκο. Και στην παρακάτω γωνία θα συναντήσεις την ακριβώς αντίθετη στάση. Αυτές οι αντιθέσεις συνυπάρχουν.

Είναι, λοιπόν, σημαντικό να φέρνεις στην επιφάνεια ευαίσθητα ζητήματα και να συμμετέχεις στη διαδικασία δημιουργίας ενός διαλόγου.

Οι νόμοι είναι οι νόμοι, βέβαια, και βαθιά επιθυμία μου είναι ν’ αλλάξουν.

Ως θεατής, αντιλαμβάνομαι τη σύνθετη πραγματικότητα που αποτυπώνεται στο Μπλε καφτάνι, κι όμως αυτό γίνεται με τρόπο σεβαστικό προς την παράδοση και τις όποιες ευαισθησίες άλλων κομματιών της κοινωνίας. Δύσκολη ισορροπία!

Σε κάθε περίπτωση, έκανα την ταινία που ήθελα να κάνω και οι σκηνές αντανακλούν τα βιώματα των χαρακτήρων σ’ αυτή και στην εκάστοτε στιγμή της ζωής τους. Υπήρξα όσο το δυνατόν πιο ειλικρινής απέναντί σ’ αυτούς και στα συναισθήματά τους.

Είναι πολύ εύκολο να αυτολογοκριθείς, ξέρεις. Αυτό είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σ’ έναν καλλιτέχνη.

Το φιλμ πηγαίνει σε μέρη, χωρίς όμως να δείχνει κατ’ ανάγκη κάποια πράγματα ανοιχτά. Αυτό έγινε από προσωπική πεποίθηση, αποφάσισα πως ήθελα να μιλήσω για τους χαρακτήρες μου με αυτόν τον τρόπο.

Δείχνεις αποφασισμένη και άφοβη.

Για να κάνεις μια τέτοια ταινία, πρέπει να έχεις μια πραγματική πεποίθηση. Όσο αυτή υπάρχει, τα υπόλοιπα δεν έχουν σημασία. Κι αν συναντήσεις δυσκολίες, δεν πειράζει. Το αντίθετο!

Η ταινία της Maryam Touzani Το μπλε καφτάνι έκανε την ελληνική πρεμιέρα της στο πλαίσιο του 28ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας, όπου κέρδισε τα βραβεία κοινού και της Π.Ε.Κ.Κ.

Προβάλλεται από τις 30 Μαρτίου στους κινηματογράφους σε κοινή διανομή των Danaos Films και Rosebud.21.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου