Επιστρέφοντας στο φιλμ
νουάρ που τον έφερε στο κινηματογραφικό προσκήνιο (13 Τζαμέτι), ο ταλαντούχος
Γαλλο-Γεωργιανός σκηνοθέτης Γκέλα Μπαμπλουάνι καταδύεται με την ταινία Η
ληστεία στο μικρόκοσμο τριών ανθρώπων που παραβαίνουν το νόμο με απρόβλεπτες συνέπειες. Κουβεντιάζοντας μαζί του, με αφορμή την κυκλοφορία της δουλειάς του στις αίθουσες
από τις 31 Μαΐου.
Δεδομένου
ότι και ο πατέρας σου είναι σκηνοθέτης, ισχύει στην περίπτωσή σου το γνωμικό «το
μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει»;
Στην πραγματικότητα όχι.
(Γέλια). Στην οικογένεια είμαστε τέσσερα παιδιά και κανένα δε σπούδασε κινηματογράφο.
Όλα, ωστόσο, καταλήξαμε σ’ αυτόν. Προσωπικά σπούδασα νομική. Ήθελα να γίνω
συγγραφέας, δεν ήθελα καθόλου να γίνω σκηνοθέτης.
Ποιο
ήταν το σημείο καμπής, λοιπόν;
Θα γύριζα ένα μικρού
μήκους φιλμ με κάποιον. Την τελευταία στιγμή, μου είπε «δε θέλω να το κάνω πλέον». «Δε
θέλεις να το κάνεις, θα προσπαθήσω εγώ», του απάντησα. Ούτε καν το είπα
στον πατέρα μου. Ό,τι γύριζα το πρώτο διήμερο ένιωθα πως ήταν φρικτό. Κι έτσι
μου πήρε δυο χρόνια. Περισσότερο μάθαινα, παρά οτιδήποτε άλλο. Μάθαινα πώς να
δουλεύω με τους ηθοποιούς, πού να τοποθετώ την κάμερα, πώς να κάνω μοντάζ, πώς
να γράφω. Αυτό ήταν το σχολείο μου.
Κι
ένα προσωπικό στοίχημα που είχες να κερδίσεις.
Όταν ξεκινάω κάτι,
δυσκολεύομαι πολύ να αποφασίσω τι θα κάνω. Όταν, όμως, το αποφασίσω, το πάω
μέχρι το τέλος. Δεν έχει σημασία τι θα συμβεί.
Τι
σε προσέλκυσε στο φιλμ νουάρ, κατ’ αρχήν;
Νομίζω η παιδική ηλικία
μου. Μεγάλωσα στο δρόμο. Τα τέλη της δεκαετίας του ’80 και οι αρχές της
δεκαετίας του ’90 ήταν κόλαση. Έχω δει πολλή βία, αλλά δε μ’ εντυπωσιάζουν τα
όπλα. Αυτό που εξακολουθεί να με ενοχλεί είναι η βία που μπορεί να ασκήσει ο ένας στον άλλο κυρίως για υλικούς λόγους.
Κι
αυτό εξηγεί τον ίδιο τον τίτλο της τελευταίας σου ταινίας.
Νομίζω ότι η κοινωνία
διαιρείται όλο και περισσότερο σε δύο μέρη. Υπάρχει η «υψηλή» και η «χαμηλή»
κοινωνία. Δεν επικοινωνούν μεταξύ τους πλέον. Πέραν της ανθρώπινης ιδιότητάς
τους, κάποιοι δεν έχουν κανένα άλλο κοινό μεταξύ τους. Η πλειονότητα των
ανθρώπων στον κόσμο γίνονται φτωχοί και η μειονότητα εκείνων που γίνονται πιο
πλούσιοι μειώνεται όλο και πιο πολύ. Υπάρχει, επομένως, μια ανισορροπία στις
μέρες μας και τα υλικά αγαθά τρελαίνουν τους ανθρώπους.
Μ’
αυτή την έννοια, η Χάβρη, όπου είναι γυρισμένο το φιλμ σου, μοιάζει με την
Τιφλίδα, όπου μεγάλωσες;
Όχι και τόσο. Ερχόμενος
στη Γαλλία, είχα την εντύπωση ότι η παιδική ηλικία μου στη Γεωργία ήταν κάτι
ξεχωριστό. Έπειτα, όμως, συνειδητοποίησα πως αυτή η βία βρίσκεται παντού. Ίσως
δεν είναι εξίσου ακραία, αλλά τα ίδια συμβαίνουν παντού για τον ίδιο λόγο.
Είναι θέμα ανθρώπινης φύσης.
Δεν της δίνεις σημασία,
όταν βρίσκεσαι εκεί. Υπάρχει το πάνω και το κάτω μέρος της πόλης. Σ’ αυτό έκανα
τα γυρίσματα. Όλοι μου έλεγαν «είναι
τρελό γκέτο, μην πας εκεί». Εγώ, όμως, έγινα φίλος με τους κατοίκους της
περιοχής. Δύο από τους ηθοποιούς προέρχονται από τη γειτονιά.
Γεγονός
που προσθέτει, άρα, στην αυθεντικότητα των ερμηνειών και της πλοκής.
Είναι πολύ φτωχή περιοχή,
και οι κάτοικοί της αγωνίζονται πολύ. Δεν το συνειδητοποιείς μέχρι που φτάνεις
εκεί. Θα έκαναν τα πάντα για τα λεφτά; Ναι, γιατί δεν έχουν καμία άλλη
υποστήριξη.
Χρησιμοποιείς
εξαιρετικά τη σκιά και το φως, δύο ουσιώδη στιλιστικής φύσης συστατικά του
φιλμ νουάρ.
Καθένας έχει το στιλ του,
νομίζω. Υπό μία έννοια, είμαι της παλιάς σχολής. Σκέφτομαι ποιο φακό να
χρησιμοποιήσω, πώς να «χτίσω» την κάθε σκηνή. Καθετί πρέπει να είναι
καδραρισμένο, οι ηθοποιοί πρέπει να σταματούν τη σωστή στιγμή. Δίνω πολλή
σημασία στη σύνθεση. Για μένα, το σινεμά υπήρξε πάντα οπτική εμπειρία. Συνδέεται
κάπως με τη ζωγραφική, γιατί βάση των εικόνων είναι η ζωγραφική. Πρέπει,
λοιπόν, οι εικόνες να έχουν κάτι οπτικά ενδιαφέρον και όμορφο.
Το
σύγχρονο γεωργιανό σινεμά είναι πολύ ζωντανό. Πώς σχετίζεσαι μ’ αυτό;
Υπήρξε μια τεράστια παύση
μετά τη δεκαετία του ’90 και τώρα αναδύεται μια νέα γενιά. Ειλικρινά νομίζω ότι
θα κάνουν σπουδαία πράγματα. Το σινεμά είναι η μορφή τέχνης που ταξιδεύει
καλύτερα. Αυτή η γενιά κάνει τεράστια πρόοδο, αναβιώνοντας τις δόξες του
γεωργιανού κινηματογράφου του παρελθόντος.
Μοιάζεις
να γυρίζεις ταινίες με το πάσο σου. Αν εξαιρέσουμε το φιλμ που συν-σκηνοθέτησες
με τον πατέρα σου και το remake
του ντεμπούτου σου, η Ληστεία είναι η δεύτερη «κανονική» μεγάλου
μήκους ταινία σου. Θα σου πάρει κι η επόμενη εξίσου μεγάλο χρονικό διάστημα, ή
τη δουλεύεις ήδη;
(Γέλια). Δουλεύω ήδη πάνω
σ’ αυτή. Πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό.
Στιλιστικά
και πάλι στην παράδοση του νουάρ;
Ναι, άλλα πολύ
διαφορετικό. Γράφω μια ιστορία που εκτυλίσσεται σε γυναικείες φυλακές.
Παραμένει στον κόσμο της βίας, αλλά αυτή τη φορά με γυναίκες.
Η ταινία του Γκέλα Μπαμπλουάνι Η ληστεία προβάλλεται από
τις 31 Μαΐου στους κινηματογράφους σε διανομή της Weird
Wave.