Βασισμένο στην προσωπική
ιστορία του θαρραλέου ανεξάρτητου Ιρανού
δημοσιογράφου και κινηματογραφιστή Ahmad Jalali Farahani, καθώς και Ιρανών συναδέλφων και φίλων του
μέσα κι εξώ από τη χώρα, το Είμαστε δημοσιογράφοι είναι ένα ντοκιμαντέρ-«γροθιά στο στομάχι», το
οποίο αποκαλύπτει τις ανελέητες διώξεις
που υφίστανται όσοι αγωνίζονται για
ελευθερία έκφρασης στο Ιράν. Κουβεντιάζουμε με τον σκηνοθέτη, ενόψει της
προβολής του ντοκιμαντέρ στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης την Τρίτη 17 και το Σάββατο 21 Μαρτίου.
Θα
ήθελες να «φωτίσεις» λίγο την προσωπική σου ιστορία, η οποία αποτελεί τμήμα της
αφήγησης του ντοκιμαντέρ κι είναι ενδεικτική της αντιμετώπισης των ανεξάρτητων δημοσιογράφων
από το ιρανικό κράτος, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα;
Το
Φεβρουάριο του 2010 οι Ιρανικές Μυστικές Υπηρεσίες ανακοίνωσαν τη σύλληψη 7 μελών του «αντεπαναστατικού δορυφορικού δικτύου
οργανώσεων και σιωνιστικών Μ.Μ.Ε.», τα οποία, όπως είπαν, συνδέονταν με το
αντιπολιτευτικό «Πράσινο Κίνημα». Το υπουργείο είπε ότι οι συλληφθέντες, τους οποίους
κατηγόρησε πως είχαν εκπαιδευτεί «σε διάφορες ήπιες ανατρεπτικές τεχνικές και τεχνικές
σαμποτάζ στο εξωτερικό», είχαν σχέση με το Radio Farda, ενώ πρόσθεσε ότι κάποιοι από αυτούς
είχαν επίσημα προσληφθεί από τις Αμερικανικές Μυστικές Υπηρεσίες. Ένας από αυτούς
τους ανθρώπους ήμουν εγώ. Ήταν η τρίτη φορά που συλλαμβανόμουν. Ήμουν συντάκτης
στο ειδησεογραφικό πρακτορείο «Mehr»
κι επίσης συνεργαζόμουν με άλλα Μ.Μ.Ε. στο Ιράν.
Η
δεύτερη σύλληψη συνέβη όταν βρισκόμουν στο αεροδρόμιο Χομεϊνί το Νοέμβριο του
2009 επιστρέφοντας από το Ντουμπάι, οπότε και μου κατέσχεσαν το διαβατήριο.
Έπειτα από μια βδομάδα ανακρίσεων, οι Αρχές μου είπαν ότι όλα ήταν εντάξει και θα
μπορούσα να συνεχίσω τη ζωή μου. Μου επέστρεψαν ακόμη και το διαβατήριό μου, λέγοντάς
μου πως θα μπορούσα να ταξιδέψω, αν το ήθελα.
88
μέρες μετά από αυτό το ταξίδι στο Ντουμπάι, 8 αξιωματικοί των Μυστικών Υπηρεσιών
ήρθαν στο σπίτι μας. Ήταν νύχτα, 1 ή 2 τα ξημερώματα. Με έδειραν, πήραν όλα τα έγγραφα
και τα CD
μου, έψαξαν παντού και συνέχιζαν
να με ρωτούν «πού είναι τα δολάρια και τα ευρώ σου, πού τα έκρυψες;». Τους πήρε
3 ώρες, έπειτα μου ζήτησαν να ντυθώ και μου είπαν ότι «θα σε πάμε κάπου
όμορφα». Μου έδεσαν τα μάτια, μου πέρασαν χειροπέδες και με οδήγησαν με
αυτοκίνητο στη φυλακή Evin.
Όταν
με πήγαν για ανάκριση, τους ρώτησα να μου πουν ποιες ήταν οι κατηγορίες εναντίον
μου. Επί 3 μέρες με βασάνιζαν, με παρενοχλούσαν, με ξυλοκοπούσαν. Μπορούσα να αντέξω
το ξύλο, αλλά τα ψυχολογικά βασανιστήρια ήταν χειρότερα. Έλεγαν: «’Εχουμε συλλάβει
την γυναίκα σου και θα την βιάσουμε». Συνέχιζαν να μου λένε ότι έπρεπε να τους
πω με ποιον βρισκόμουν σε επαφή και μου έδινε λεφτά. «Ποιον συνάντησες στο Ντουμπάι;»,
με ρωτούσαν.
Μετά
από 3 μέρες, με οδήγησαν στο γραφείο του εισαγγελέα της φυλακής κι εκεί μου είπαν ότι κατηγορούμουν για δράση εναντίον
της εθνικής ασφάλειας μέσω επικοινωνίας με στοιχεία της CIA στο Ντουμπάι. Τους απάντησα πως δε βρισκόμουν
σε επαφή με τη CIA,
ήμουν εκεί σε συνέντευξη για δουλειά κι ούτε καν έγινα δεκτός, αλλά εκείνοι επέμεναν
ότι είχα συναντηθεί με πράκτορες της CIA που με εκπαίδευαν και μου έδιναν
λεφτά, προκειμένου να εξωθήσω τους ανθρώπους σε διαδηλώσεις στην επέτειο της
Επανάστασης του 1979, να κάψουν αυτοκίνητα, να τραγουδάνε συνθήματα κι έπειτα
να τα καταγράψω όλα και να τα στείλω στο Radio Farda και το BBC.
Στη
φυλακή, μου έλεγαν ότι έπρεπε να ομολογήσω πως είμαι κατάσκοπος. Με αποκαλούσαν
«κατάσκοπο», δεν έλεγαν «Jalali
Farahani,
έλα εδώ». Έλεγαν: «Κύριε κατάσκοπε». Εκεί, μου είπαν ότι είχα λάβει 40 ή
400.000 δολάρια- δε θυμάμαι το ακριβές ποσό- για να το δώσω στους ανθρώπους,
ώστε να βγουν στους δρόμους, να φωνάξουν συνθήματα εναντίον του Ανώτατου Ηγέτη
και να τραγουδάνε «ο Αλλάχ είναι μεγάλος». Έπειτα ισχυρίστηκαν πως θα κατέγραφα
όλα αυτά με το κινητό και την κάμερά μου, μιας κι ήξεραν ότι είμαι
κινηματογραφιστής, θα τα μόνταρα και θα τα έστελνα στο Radio Farda, το BBC και τη VOA («Voice of America»). Τους ρώτησα πώς μπορεί κάποιος να
εκπαιδευτεί μέσα σε 48 ώρες για κάτι τέτοιο και μου απάντησαν: «Για αυτό έγινε
η συνάντησή σου στο Ντουμπάι».
Ήξεραν,
επίσης, ότι προσπαθούσα να κάνω μια ταινία σχετικά με την κατάσταση που βίωναν οι
Ιρανοί δημοσιογράφοι με τίτλο «Είμαστε δημοσιογράφοι». Ξεκίνησα να φιλμάρω, όταν
ανέβηκε ο Αχμαντινετζάντ στην εξουσία το 2005. Προσπάθησα να γυρίσω ένα underground ντοκιμαντέρ, αλλά δυστυχώς ένας από τους
καλύτερους φίλους μου με πρόδωσε κι οι δυνάμεις ασφαλείας με συνέλαβαν, για
πρώτη φορά, το 2007.
Τον
Αύγουστο του 2010, εγκατέλειψα το Ιράν μετά την αποφυλάκισή μου, πρώτα με κατεύθυνση
την Τουρκία και μετά την Κοπεγχάγη. Το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ CPH-DOX είχε προσκαλέσει εμένα και τη μικρού μήκους
ταινία μου «Sofar»
σχετικά με τους Ιρανούς ράπερ που διαδήλωναν, και 24 ώρες μετά την προβολή το
όνομά μου ήταν στη λίστα της Basij
(σημ.: πρόκειται για παραστρατιωτική εθελοντική
ομάδα που συγκροτήθηκε στη διάρκεια του καθεστώτος Χομεϊνί, λογοδοτεί στους
«Φρουρούς της Ιρανικής Επανάστασης» κι είναι επιφορτισμένη με την καταστολή των
διαφωνούντων στη χώρα) με τα άτομα
που ήθελαν νεκρά. Τότε η οικογένειά μου κι εγώ αποφασίσαμε να μείνουμε στη Δανία
και κάναμε αίτηση για άσυλο.
Το
2012, ξεκίνησα να δουλεύω για τη Danish
Doc
Production ως
κινηματογραφιστής και μοντέρ. Μια μέρα, ένας από τους καλύτερους φίλους μου, που
είναι στη φυλακή μέχρι σήμερα, μου έστειλε μήνυμα ζητώντας μου να ολοκληρώσω ως
σκηνοθέτης το ντοκιμαντέρ «Είμαστε δημοσιογράφοι». Προσπάθησα, λοιπόν, να βρω το
υπόλοιπο υλικό της ταινίας στο Ιράν από φίλους μου, ώστε να ολοκληρωθεί η δουλειά.
Αλλά τότε οι δυνάμεις ασφαλείας άρχισαν να απειλούν την οικογένειά μου στο Ιράν.
Απέλυσαν την αδερφή μου από τη δουλειά της και της είπαν ότι ότι «αν ο αδερφός
σου δε σταματήσει, θα τον βρούμε και θα τον σκοτώσουμε». Ακόμη και τώρα, οι δυνάμεις ασφαλείας συνεχίζουν
να απειλούν την οικογένειά μου κι εμένα μέσω e-mail και facebook. Κάποιες φορές μου αφήνουν και σχόλια.
Πρωτοξεκίνησες,
λοιπόν, τα γυρίσματα αυτού που αργότερα θα εξελισσόταν σε ντοκιμαντέρ το 2005.
Υπήρξαν στιγμές που αισθάνθηκες ότι ήθελες να τα παρατήσεις;
Ξεκίνησα
την ταινία το 2005, όταν ο Αχμαντινετζάντ ήρθε στην εξουσία ως Πρόεδρος. Ένιωσα
ότι ο δεσποτισμός επέστρεφε με τη μορφή του λαϊκισμού, μετά από μια περίοδο
μεταρρυθμίσεων με τον πρόεδρο Χαταμί, πριν το 2005. Άκουγα πολύ καλά τον επερχόμενο
ισλαμικό φασισμό να παρελαύνει. Σκέφτηκα πως έπρεπε να κάνω κάτι για την επόμενη
γενιά στο Ιράν και τον κόσμο. Στην αρχή, δε σχεδίαζα να σκηνοθετήσω ένα πραγματικό
ντοκιμαντέρ για τη δημοσιογραφία στο Ιράν, απλώς κατέγραφα όσα περισσότερα
μπορούσα. Το 2008, όπως σου είπα, με συνέλαβαν, ενώ κινηματογραφούσα ένα σεμινάριο
για την κατάσταση της δημοσιογραφίας στο Ιράν. Τους υποσχέθηκα ότι θα σταματούσα
το φιλμ. Αλλά, όταν ξεκίνησε η προεδρική εκλογή το 2009 κι είδα πόσο ενθουσιασμένοι
ήταν οι άνθρωποι ελπίζοντας σε μια μικρή αλλαγή με την εκλογή ενός νέου
μεταρρυθμιστή προέδρου, του Μουσαβί,, άλλαξα γνώμη και ξανάρχισα να
κινηματογραφώ. Αφότου ξεκίνησαν οι διαδηλώσεις ενάντια στην εκλογική απάτη, συνέχισα
την κινηματογράφηση όχι με επαγγελματικό εξοπλισμό, αλλά με φορητό. Όταν με συνέλαβαν
για τρίτη φορά, αισθάνθηκα πως ήθελα να τα παρατήσω κι έκαψα τμήμα του υλικού για
λόγους ασφαλείας μερικών φίλων. Όταν, όμως, εγκατέλειψα το Ιράν και πήρα άσυλο στη
Δανία το 2012, αποφάσισα να κάνω ένα ντοκιμαντέρ για αυτά τα 10 χρόνια της ζωής
μου και των ζωών των φίλων μου, έπειτα από πρόταση ενός από αυτούς που
βρισκόταν στη φυλακή. Η ταινία ολοκληρώθηκε το 2014, όταν πήρα αρκετά χρήματα από
το Δανέζικο Κινηματογραφικό Ινστιτούτο.
Ποιος
είναι, επομένως, ο στόχος της ταινίας σου;
Όπως
ήδη είπα, θέλω να μιλήσω στην επόμενη γενιά όχι μόνο στο Ιράν, αλλά και σε ολόκληρο
τον κόσμο σχετικά με την πραγματική κατάσταση στη χώρα. Θα πρέπει να ξέρουν ότι
η μορφωμένη μεσαία τάξη στο Ιράν δε συμφωνεί με το ισλαμικό καθεστώς κι υπάρχει
διαφορά ανάμεσα στους περισσότερους Ιρανούς και τους μουλάδες. Αν μια μέρα τα εγγόνια
μου με ρωτήσουν «Τι έκανες την περίοδο του καθεστώτος του Αχμαντινετζάντ;», μπορώ
να τους δείξω την ταινία. Ξέρω πως κάποια στιγμή το καθεστώς θα πέσει κι η επόμενη
γενιά στο Ιράν και τον κόσμο θα έχει μια καταγραφή αυτών των ημερών. Βεβαίως, υπάρχει
πολύ οπτικοακουστικό υλικό στο ίντερνετ σχετικά με τη συγκεκριμένη περίοδο, αλλά
η ιστορία δείχνει ότι τα γεγονότα ξεχνιούνται εύκολα κι είναι ευθύνη μου ως
δημοσιογράφου και κινηματογραφιστή να κάνω κάτι για τη μνήμη.
Τόσο
εσύ, όσο κι άλλοι Ιρανοί δημοσιογράφοι, που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα
στη διάρκεια του καθεστώτος του Αχμαντινετζάντ, αντιμετώπισαν προβλήματα
ενσωμάτωσης, καθώς και ψυχικής υγείας. Σε ό,τι σε αφορά, βελτιώθηκε κάπως η κατάσταση;
Αισθάνεσαι ασφαλής κι ικανός να κάνεις τη δουλειά σου, όπως την έχεις
οραματιστεί, στη Δανία;
Ειλικρινά
όχι! Ακόμη κι αν εδώ στη Δανία ζω σε μια ελεύθερη χώρα με ελευθερία λόγου
κ.λπ., νιώθω ότι δεν έχει σημασία για τη δανέζικη κυβέρνηση και τους Δανούς
ποιος είμαι και γιατί είμαι εδώ. Νομίζουν απλώς πως μου αρκεί που μου επιτρέπεται
να μένω εδώ και για αυτό το λόγο περιμένουν να είμαι ευγνώμων. Μια μέρα, όταν είπα
σε κάποιο μέλος του προσωπικού της τοπικής αυτοδιοίκησης ότι είμαι δημοσιογράφος
και κινηματογραφιστής κι επομένως δεν μπορώ να εργαστώ ως υπάλληλος, λόγω της
αποστολής μου για τη χώρα μου, απάντησε: «Κάνεις λάθος! Για μένα είσαι απλώς ένας
αριθμός δελτίου ταυτότητας». Βλέπεις, εδώ χρειάζεται να παλέψω, για να είμαι δημοσιογράφος
και κινηματογραφιστής. Αν κι είμαι στρατιώτης της δημοκρατίας κι έχασα τη ζωή, το
μέλλον, τη δουλειά και το δελτίο ταυτότητάς μου στη χώρα μου, οι Δανοί με αντιμετωπίζουν
ως ξένο κάθε μέρα, λες και νομίζουν ότι θέλω να κλέψω τη χώρα και τα υπάρχοντά
τους. Από την άλλη, πρέπει να προσπαθήσω να μάθω μια καινούρια γλώσσα, μια καινούρια
κουλτούρα και μια καινούρια κοινωνία.
Ο
καινούριος Πρόεδρος του Ιράν Ρουχανί έχει περιγραφεί ως πολιτικά μετριοπαθής και
μεταρρυθμιστής. Από όσο γνωρίζεις, τι έχει αλλάξει μετά την άνοδό του στην εξουσία
το 2013 όσον αφορά την ελευθερία του τύπου στο Ιράν;
Τίποτα
δεν έχει αλλάξει κι η κατάσταση είναι χειρότερη από πριν. Το καθεστώς θέλει να πετύχει
μια συμφωνία με την Ομάδα των 5+1 (σημ.: πρόκειται για μια ομάδα αποτελούμενη από τις 6 υπερδυνάμεις-
Η.Π.Α., Κίνα, Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία και Γερμανία- που διεξάγουν διπλωματικές
συνομιλίες με το Ιράν σχετικά με το πυρηνικό του πρόγραμμα) και για αυτό προσπαθεί να καταστείλει τα Μ.Μ.Ε.
και τους διανοούμενους στο Ιράν περισσότερο για να διατηρήσει το status quo στη χώρα. Μετά τον Ρουχανί απαγόρευσαν
περισσότερα Μ.Μ.Ε. και συνέλαβαν περισσότερους δημοσιογράφους από ότι στο παρελθόν.
Ο νέος Πρόεδρος είναι απλώς μια διακοσμητική παρουσία αποδεκτή από τη Δύση.
Θα
ήθελα, τέλος, το δημοσιογραφικό σου σχόλιο για το μακελειό στη Charlie Hebdo,
καθώς και τη διπλή επίθεση από εξτρεμιστές ισλαμιστές στην Κοπεγχάγη προ
μερικών εβδομάδων, άλλη μια απόδειξη της ανάδυσης του φονταμενταλισμού στις
μέρες μας- τόσο του χριστιανικού, όσο και του ισλαμικού.
Ως
δημοσιογράφος, κινηματογραφιστής και μορφωμένος άνθρωπος, γνωρίζω πολύ καλά ότι
η θρησκεία είναι εναντίον της δημοκρατίας. Δε θέλω να πω πως όλα τα προβλήματα στον
κόσμο οφείλονται στη θρησκεία ή τους θρησκευόμενους, αλλά ότι η θρησκεία δεν
μπορεί να προστατέψει το σύγχρονο πολιτισμό και τις δημοκρατικές αξίες. Ασφαλώς
καταδικάζω έντονα όσα συνέβησαν στη Γαλλία κι εδώ. Εννοώ, όμως, πως πρέπει να ψάξουμε
βαθιά τους λόγους για αυτές τις λανθασμένες αντιδράσεις. Μπορώ να δω πόσο αναπτύσσονται
στο δυτικό κόσμο ο ρατσισμός κι ο σοβινισμός, όπως συμβαίνει με τον ισλαμικό
φονταμενταλισμό στη Μέση Ανατολή. Και τα δύο αυτά κινήματα είναι εναντίον της ελευθερίας
του λόγου ως αξίας της δημοκρατίας και της νεωτερικότητας. Ο δημοσιογράφος κι η
δημοσιογραφία είναι τα πρώτα θύματα αυτής της κατάστασης. Πραγματικά θέλω να κάνω
μια ταινία σχετικά με αυτό το μεγάλο ερώτημα: «Ο τρόμος στην Κοπεγχάγη και το
Παρίσι ήταν δράση ή αντίδραση;».
Το ντοκιμαντέρ του Ahmad Jalali Farahani Είμαστε
δημοσιογράφοι προβάλλεται
στα πλαίσια του 17ου Φεστιβάλ
Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης την Τρίτη
17 Μαρτίου (αίθουσα Σταύρος Τορνές,
23:00) και το Σάββατο 21 Μαρτίου (αίθουσα Παύλος Ζάννας, 20:00).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου