Συζητώντας
για κινηματογράφο και πολιτική με τον σπουδαίο, κι ιδιαίτερα
αγαπητό στο ελληνικό κινηματογραφόφιλο κοινό, Φινλανδό σκηνοθέτη Άκι
Καουρισμάκι.
Σε όλες σας τις ταινίες εκφράζετε μια βαθιά τρυφερότητα
απέναντι στους μη προνομιούχους, τους κακοπαθημένους, τους περιθωριοποιημένους.
Κατά ποια έννοια και σε ποιο βαθμό ταυτίζεστε με τους ήρωές σας;
Όλοι μου οι
«ήρωες» είναι, κατά κάποιο τρόπο, τα alter ego μου, διαφορετικά δε θα μπορούσα να δημιουργήσω και να
σκηνοθετήσω τους χαρακτήρες. Αλλά το κομμάτι αυτό δεν είναι ενδιαφέρον, είναι
απλώς πρακτικό.
Οι
«αποτυχημένοι» είναι το αλάτι της γης κι υπήρξαν σε όλες τις κοινωνίες
ξεκινώντας από την αρχαία Ελλάδα, όπου για μοναδική φορά στην ιστορία έτυχαν
λίγου σεβασμού. Προφανώς, για να επιβιώσουν, ποτέ δεν έκαναν πολύ θόρυβο γύρω
από τον εαυτό τους.
Η οπτική διάσταση των ταινιών σας είναι, πιθανόν,
η βασική: οι εκφράσεις του προσώπου, οι χειρονομίες, οι σιωπές διαδραματίζουν αποφασιστικό
ρόλο. Συμφωνείτε;
Ναι, συμφωνώ. Για μένα ο «κινηματογράφος»
συμβαίνει ανάμεσα στο φακό της κάμερας και τα μάτια του ηθοποιού. Μου αρέσουν
οι διάλογοι, και κάποτε έχει πλάκα να τους γράφεις, αλλά ο κινηματογράφος
βασίζεται στο φως.
Στην πιο πρόσφατη ταινία σας, Tο λιμάνι της Χάβρης (2011), που θυμίζει παραμύθι, ο βασικός πρωταγωνιστής,
ο ηλικιωμένος λούστρος Μαρσέλ Μαρξ, γίνεται φίλος και φιλοξενεί τον Ιντρίσσα, ένα
παιδί-πρόσφυγα από τη Σενεγάλη. Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για τη δουλειά σας
και γιατί επιλέξατε να τη γυρίσετε στο λιμάνι της Χάβρης;
Το αγόρι
στην πραγματικότητα κατάγεται από το Τσαντ, αλλά αυτό δεν αναφέρεται ποτέ στην
ταινία για τον προφανή λόγο ότι θα πρέπει κατά κάποιο τρόπο να αντιπροσωπεύει
όλα τα παιδιά-πρόσφυγες. Κατά τον ίδιο τρόπο, η «Χάβρη» της ταινίας θα μπορούσε
να βρίσκεται σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα, ακόμη κι αν το μεταναστευτικό
πρόβλημα έχει ριχτεί κυρίως στους ώμους της Ελλάδας, της Ιταλίας και της
Ισπανίας, χάρις στην ηλίθια «Συμφωνία του Δουβλίνου».
Προσωπικά,
έκανα τα γυρίσματα στην πόλη της Χάβρης, γιατί «ήταν εκεί» κι ήταν τέλεια για
τη βόρεια λογική μου, την οποία δεν έχω αποβάλει, παρότι ζω στην Πορτογαλία τα
τελευταία 25 χρόνια. Η αλληλεγγύη της πόλης είναι,
εν μέρει, αντανάκλαση του προπολεμικού γαλλικού νεορεαλισμού στον κινηματογράφο,
αλλά, επίσης, και μια πιθανή πραγματικότητα σε μια οποιαδήποτε κοινωνία του
μετά-παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού.
Η άνοδος της ακροδεξιάς είναι εμφανής σε όλη την
Ευρώπη- κι όχι μόνο σε ό,τι αφορά το κοινοβουλευτικό της ποσοστό. Ποια είναι η
γνώμη σας για το κόμμα των «Αληθινών Φινλανδών»; Νομίζετε ότι η φινλανδική κοινωνία
σταδιακά γίνεται ξενοφοβική;
Ο
παιδιάστικος πανικός για μια χούφτα πρόσφυγες στη Φινλανδία θα ήταν
αποκλειστικά γελοίος, αν δεν αντανακλούσε την άνοδο ρατσιστικών πολιτικών
κινημάτων σε όλη την Ευρώπη. Η ανασφάλεια των ανθρώπων για τη ζωή και το μέλλον
τους χρησιμοποιείται από εκείνη την απρόσωπη εξουσία που τη δημιούργησε. Μια εξουσία
που δε διδάχτηκε τίποτε από τη συνεργασία της με τον Χίτλερ στο παρελθόν.
Πώς θα περιγράφατε τον εαυτό σας πολιτικά;
Είμαι «ενός
είδους σοσιαλιστής», που σημαίνει ότι πιστεύω στη δικαιοσύνη μέσα κι έξω από
την κοινωνία.
Κριτικά καταξιωμένος σκηνοθέτης, σεναριογράφος,
ιδρυτής εταιρείας παραγωγής και διανομής ταινιών… Ξεκουράζεστε ποτέ;
Ξεχνάς τα
εστιατόριά μου, τους κινηματογράφους και τα φεστιβάλ κινηματογράφου. Σοβαρά
τώρα, συνήθιζα να γυρνώ τρεις ταινίες το χρόνο και τώρα κάνω μία κάθε τρία
χρόνια, που σημαίνει ότι είμαι σχεδόν πιο αργός από τον Jim Jarmusch- κι
αυτό σημαίνει αργός.
Παρακολουθείτε ταινίες στον ελεύθερο χρόνο σας;
Υπάρχουν κάποιοι σύγχρονοι σκηνοθέτες ή/και κινηματογραφικές σχολές, των οποίων
τη δουλειά εκτιμάτε;
Παρακολουθώ
ταινίες προς τα πίσω στην ιστορία. Τώρα
έχω φτάσει περίπου στον πρώιμο Buster Keaton και τον D.W. Griffith. Είναι απόλαυση. Οι σύγχρονες
ταινίες πρέπει να αποδείξουν ότι δεν είναι μόνο αυτό.
Η Ελλάδα, ανάμεσα σε άλλες χώρες παγκοσμίως, υποφέρει
από μέτρα λιτότητας που έχει εμπνευστεί κι επιβάλει το Δ.Ν.Τ. (κι όχι μόνο) κι υλοποιούν
διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις. Νομίζετε ότι βιώνουμε μια βαθειά συστημική κρίση;
Κι αν ναι, ποια πιστεύετε ότι είναι η κατάλληλη διέξοδος από αυτή;
Η κρίση της
λεγόμενης Ευρω-ζώνης είναι απλώς αντανάκλαση της βασικής κι εγγενούς
δυσλειτουργίας του καπιταλισμού των ημερών μας: η μόνη γιατρειά που προσφέρει
στα προβλήματα που έχει δημιουργήσει είναι η απεριόριστη ανάπτυξη κι ο
ελάχιστος έλεγχος από οποιοδήποτε δημοκρατικό σώμα. Η απληστία αυτής της
«μηχανής του διαβόλου» πολύ σύντομα θα καταστρέψει τον πλανήτη έτσι όπως έχουμε
μάθει να τον αντιλαμβανόμαστε.
Η μόνη
διέξοδος είναι να φύγουν οι κοινωνίες κι οι κυβερνήσεις από τον έλεγχο των
κοινοπραξιών. Σε ό,τι αφορά τις κυβερνήσεις, αυτό συνήθως σημαίνει την αλλαγή
τους, γεγονός που δε βοηθά, εκτός κι αν εισέλθουν στην πολιτική τίμιοι άνθρωποι
ξανά. Το πρώτο μέλημα είναι να τεθεί σε εφαρμογή ο «φόρος Τόμπιν» (σημ.: φόρος
στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές που είχε προτείνει ο νομπελίστας Αμερικανός
οικονομολόγος Τζέιμς Τόμπιν το 1972),
αλλά σε ποσοστό τουλάχιστον 5%.
Έχετε ένα μικρό, αλλά αφοσιωμένο, κοινό στην Ελλάδα.
Πόσο εξοικειωμένος είστε με τον ελληνικό κινηματογράφο τόσο του παρελθόντος,
όσο και του παρόντος;
Όχι αρκετά,
και κυρίως όχι με την ιστορία του πριν τη δεκαετία του ‘60.