Μαρίνα Σιώτου (αριστερά), Νίκος Κολιούκος (δεξιά) (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός) |
Aπό τα πιο πολυσυζητημένα φιλμ του φετινού
Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας, το Χάος που άφησε πίσω της
του πρωτοεμφανιζόμενου Νίκου Κολιούκου εστιάζει
στην ταραχώδη σχέση πατέρα-κόρης.
Συναντώντας
τον σκηνοθέτη Νίκο Κολιούκο και την πρωταγωνίστρια Μαρίνα Σιώτου ενόψει της
προβολής του φιλμ στις 29ες
Νύχτες Πρεμιέρας (5 Οκτωβρίου).
Το
φιλμ σας, Το χάος που άφησε πίσω της,
υπήρξε από τα πιο πολυσυζητημένα του φετινού Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού
Μήκους Δράμας πριν καν προβληθεί, ενώ
έγινε δεκτό με ενθουσιώδη χειροκροτήματα κατόπιν.
Πώς
ερμηνεύετε το γεγονός αυτό;
Νίκος
Κολιούκος: Δεν το είχα παρατηρήσει πριν την πρεμιέρα του στην
αίθουσα.
Από τη δεύτερη μέρα και
μετά, όμως, μάς σταματούσαν τυχαίοι άνθρωποι στον δρόμο και μας έλεγαν «Τι ωραία ταινία!»
Μαρίνα
Σιώτου: Αν τη συζητούσαν, που ούτε κι εγώ το αντιλήφθηκα,
θεωρώ ότι συνέβη λόγω της αφίσας. Με έλκυε κι εμένα οπτικά. Θύμιζε Γουόνγκ Καρ
Γουάι.
Περιείχε επίσης το όνομα του
Γιάννη Τσορτέκη που κατόπιν έγινε πολύ δημοφιλές. Ήταν και το τρέιλερ πολύ «πιασάρικο».
Από την αρχή μου άρεσε το
θέμα της. Κάτι στην ιστορία με άγγιζε πολύ χωρίς να έχω κανένα κοινό με την
ηρωίδα.
Πόσο
περισσότερο χρειάστηκε, λοιπόν, να δουλέψεις τον συγκεκριμένο χαρακτήρα τόσο σε
επίπεδο ατομικής υποκριτικής προσέγγισης όσο και σε συνεργασία με τον Γιάννη
τον Τσορτέκη;
Μ.Σ.: Κάναμε πολλή
δουλειά και κουβέντα με τον Νίκο, και ασφαλώς στη συνέχεια με τον Γιάννη. Αυτές
οι κουβέντες, στη διάρκεια των οποίων μοιραστήκαμε με θάρρος πολλά από τις ζωές
μας, με βοήθησαν πολύ.
Στο στάδιο των προβών
ό,τι είχε προηγηθεί σε επίπεδο διαλόγου «έδεσε» οργανικά. Είχαμε, δηλαδή, γίνει αυτοί οι άνθρωποι και μιλούσαμε
όπως εκείνοι. Δε σκεφτόμουν, επομένως, πως προσπαθούσα να προσεγγίσω μια κοπέλα
που απείχε πολύ από μένα.
Όλες αυτές οι πρόβες
πραγματοποιούνταν σ’ ένα σπίτι, ώστε να αισθανθούμε πραγματικά μέρος αυτού του
σπιτιού.
Η
απήχηση της ταινίας ίσως να οφείλεται και στον ιντριγκαδόρικο τίτλο της. Ήταν
αντανάκλαση της προσωπικής ματιάς στο συγκεκριμένο σενάριο ή προέκυψε κατά τη
διάρκεια της συγγραφής του σεναρίου και των γυρισμάτων;
Ν.Κ.: Ο τίτλος με
δυσκόλεψε πάρα πολύ. Πρώτα έγραψα το σενάριο, γεγονός το οποίο υπήρξε μια μακρά
διαδικασία και ίσως το δυσκολότερο πράγμα που έχω κάνει.
Ήθελα να χρησιμοποιήσω
έναν παραπλανητικό τίτλο ως προς το τέλος. Σε ένα δεύτερο επίπεδο αντανακλά και
τη σχέση με τη μητέρα της πρωταγωνίστριας.
Εκεί,
άλλωστε, βρίσκεται ο πυρήνας του χάους, κι όχι τόσο στην πιθανότητα να
μεταναστεύσει η πρωταγωνίστρια.
Ν.Κ.: Τελικά, η επιλογή
του τίτλου ήταν ενστικτώδης, σαν να έπεσα πάνω του. Δε θα μπορούσε να είναι
διαφορετικός.
Η
ίδια η ιστορία αντλούσε έμπνευση από το παρελθόν ή το παρόν σου;
Ν.Κ.: Είναι στο σύνολό
της μια πολύ προσωπική ιστορία καλυμμένη πίσω από μυθοπλαστικά ευρήματα. Όποιος
με γνωρίζει, βλέπει σ’ αυτή πολλά στοιχεία από μένα.
Το
αξιοθαύμαστο είναι ότι μια αμιγώς προσωπική ιστορία -ή έστω με αφετηρία
προσωπικά βιώματα- μετουσιώνεται σε μυθοπλασία χωρίς να πρόκειται για σχηματική
αναπαραγωγή βιωμάτων.
Και
-ας μην ξεχνάμε- πρόκειται για ταινία αποφοίτησης!
Ν.Κ.: Αν αυτή η ιστορία
δεν είχε στον πυρήνα της τόσα προσωπικά συναισθήματα, θα μπορούσε να είναι πολύ
κλισέ, τετριμμένη και όχι πρωτότυπη.
Ούτε κι η πλοκή είναι το
δυνατό της σημείο. Ωστόσο, ακόμα και μέσα σε μικρές καθημερινές στιγμές μπορεί
να κρύβονται περίπλοκα συναισθήματα, περίπλοκες ποιότητες - πότε πιο σκοτεινές,
πότε πιο φωτεινές. Αυτές μ’ ενδιέφεραν.
Σπανίζουν
τα καλά σενάρια στην εγχώρια φιλμική πραγματικότητα. Διδάσκεστε σενάριο στο
Τμήμα Κινηματογράφου του Α.Π.Θ.;
Διδασκόμαστε, απλά οι
καθηγητές μπορεί να μη βρίσκονται πάντα στην ίδια πλευρά με σένα. Η ταινία μου,
για παράδειγμα, δεν είχε εξ αρχής την αποδοχή και την υποστήριξη των καθηγητών
μου. Την κέρδισε αργότερα!
Σε κάθε περίπτωση, όλοι
και όλες μας ήμασταν πολύ πωρωμένοι/ες και παθιασμένοι/ες με αυτή τη δουλειά.
Δεν μπορούσαμε να δείξουμε στους άλλους πώς θα είναι μέχρι να την κάνουμε.
Η
επιλογή του φορμά προφανώς υπηρετεί τη δραματουργία και αναδεικνύει την
κλειστοφοβική ατμόσφαιρα της ταινίας - σε αναγκάζει να εστιάσεις στους
χαρακτήρες θες δε θες.
Ν.Κ.: Θέλαμε να
επικεντρωθούμε στους χαρακτήρες, τη μεταξύ τους σχέση και τις ερμηνείες. Αυτός
ήταν ο βασικός λόγος που διαλέξαμε το φορμά 1:1, το οποίο δεν είναι και το πιο
ελκυστικό από κινηματογραφικής άποψης.
Σημαντικό ρόλο
διαδραμάτισε επίσης το ότι η διευθύντρια φωτογραφίας Αλεξάνδρα Ρίμπα προέρχεται
από το πεδίο της στατικής φωτογραφίας. Είχε, επομένως, μέσω αυτού του φορμά τη
δυνατότητα να πειραματιστεί δημιουργικά περισσότερο.
Υπήρξαν,
Μαρίνα, στιγμές κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων που ένιωσες πως τα όποια
εμπόδια ήταν ανυπέρβλητα;
Μ.Σ.: Η διαδικασία των
γυρισμάτων κύλησε σαν νεράκι. Ήταν μεστά και χωρίς μεγάλη διάρκεια. Είχαν,
εξάλλου, προηγηθεί όλες οι εξωτερικές σκηνές και κατόπιν γυρίστηκαν οι σκηνές
της «αναμέτρησης» πατέρα-κόρης. (Γέλιο).
Παρακολουθώντας,
πάντως, την ταινία βασανίστηκα λίγο. Ως θεατής.
Μ.Σ.: Προσωπικά την
απόλαυσα. Επίσης και το γεγονός ότι τα γυρίσματα απαιτούσαν σωματικό κόπο με βοήθησε
πολύ γιατί δε λειτουργούσα καθόλου εγκεφαλικά. Λειτουργούσαμε όλες και όλοι ως
ομάδα.
Είχες, Νίκο, σκεφτεί να δώσεις ένα διαφορετικό τέλος; Για να είμαι ειλικρινής, δε θα περίμενα να επέλθει κάποιου είδους αποκατάσταση της επικοινωνίας πατέρα-κόρης βάσει όσων είχαν προηγηθεί.
Ν.Κ.: Πρώτα μου ήρθε το
τέλος της ταινίας. Στα διάφορα στάδια της συγγραφής του σεναρίου κρίθηκε αν
είναι το κατάλληλο. Πολλές φορές το αμφισβήτησα, ενώ έγραψα και άλλα τέλη, πολύ
πιο ζοφερά ή ευτυχή.
Αυτό το τέλος, όμως, με κάλυπτε
συναισθηματικά, ήταν το πιο ρεαλιστικό κι εκείνο που είχαν ανάγκη οι
χαρακτήρες.
Δεν πήγαν, άλλωστε, όλα κατ’ ευχήν τελικά, αλλά πατέρας και κόρη χρειαζόταν να συμφιλιωθούν, γιατί υπήρχε πολλή αγάπη και φροντίδα ανάμεσά τους, ακόμα κι αν αυτές δεν εκφράζονταν με τον κατάλληλο τρόπο.
Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι μπορείς να υπάρξεις κάπως ήρεμα εντός ενός τέλους όπου δεν έχεις πάρει όλα όσα επιθυμούσες.
Σε
πολλές από τις μικρού μήκους ταινίες της εγχώριας παραγωγής μου λείπει η
κοινωνικοπολιτική διάσταση. Σαν να απουσιάζει το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο,
και να υπάρχουν μόνο οι σχέσεις -ή η έλλειψη σχέσεων- και η βίωσή τους.
Ν.Κ.: Δε νομίζω πως
ισχύει απαραιτήτως αυτό που λες.
Όλοι οι χαρακτήρες
βρίσκονται πάντα σ’ ένα κοινωνικό πλαίσιο, το ίδιο και σχέσεις τους -ερωτικές,
οικογενειακές, εργασιακές-, και επηρεάζονται από αυτό. Οι επιλογές των
χαρακτήρων έχουν έναν κοινωνικό αντίκτυπο.
Ακόμα και κουίρ ιστορίες
ανάμεσα σε ομόφυλα ζευγάρια λειτουργούν ως κοινωνικό σχόλιο. Μέσα από τις
προσωπικές ιστορίες μπορείς να θίξεις πολύ καλύτερα ένα κοινωνικό πλαίσιο.
Το να επιλέξεις να φύγεις
από μια καταπιεστική σχέση, επίσης, αποτελεί μια πολύ γενναία πολιτική θέση.
Μ.Σ.: «Ζουμάροντας» στη
μικρή εικόνα μιας σχέσης βλέπεις τη μεγάλη. Δεν υπάρχουν, άλλωστε, άτυπες
σχέσεις εξουσίας και ισχύος, σε ένα άλλο επίπεδο, ανάμεσα σε χαρακτήρες που
συνδέονται;
Το Χάος..., ας πούμε, μου θύμισε λίγο την Αντιγόνη του Σοφοκλή, αν και δε δουλεύτηκε μια τέτοια κατεύθυνση.
Ακούγοντας, εξάλλου,
νεότερους ανθρώπους που είναι πολύ θυμωμένοι, εκτιμώ ότι μπορεί να γίνουν πολύ
πιο θαρρετές επιλογές στο μέλλον. Χρειάζεται ζύμωση για να προκύψουν νέες
ματιές.
Πώς
βλέπετε το δημιουργικό μέλλον σας;
Ν.Κ.: Το βλέπω αρκετά
αισιόδοξα! Το Χάος... με έφερε σε
επαφή με πολύ ταλαντούχους ανθρώπους με τους οποίους συνεργαστήκαμε και
συνδεθήκαμε πολύ προσωπικά.
Αυτοί οι άνθρωποι θα με
συνοδεύουν και ελπίζω να κάνουμε μαζί ταινίες και στο μέλλον. Στην Ελλάδα, όπου
έχουμε μάθει να κάνουμε φιλμ με τα ελάχιστα, είναι οι άνθρωποι αυτοί οι οποίοι κάνουν
τη διαφορά και συγκροτούν μια ομάδα που προχωρά.
Πιστεύεις
κι εσύ, Μαρίνα, πως οι άνθρωποι κι οι μικρές ομάδες κάνουν, τελικά, τη διαφορά;
Μ.Σ.: Σίγουρα!
Σε μια χώρα που δε
στηρίζει καθόλου έμπρακτα, έχουμε ο ένας τον άλλο. Έτσι ξεκινούν κι οι μεγάλες
παρέες, από μικρά βήματα, και κατόπιν προχωρούν και ανοίγονται.
Στη μεγάλη κλίμακα τα
πράγματα είναι δυσοίωνα, αλλά η μικρή σού δίνει δύναμη να παλέψεις πιο ομαδικά.
Όλα είναι δυνατά, αρκεί να έχουμε κουράγιο, πίστη κι ελπίδα!
Ν.Κ.: Οι ταινίες θα
συνεχίσουν να γίνονται. Όσο υπάρχουν οι φωνές που θέλουν να εκφραστούν και να
αφηγηθούν μια ιστορία, θα την αφηγηθούν και με τα ελάχιστα μέσα.
Το Χάος που άφησε πίσω της κέρδισε τα Βραβεία Σκηνοθεσίας (Νίκος Κολιούκος) και Γυναικείας Ερμηνείας (Μαρίνα
Σιώτου) στο πλαίσιο του Εθνικού Σπουδαστικού του 46ου Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών
Μικρού Μήκους Δράμας.
Το φιλμ προβάλλεται στο
πλαίσιο του διαγωνιστικού τμήματος Ελληνικές
μικρές ιστορίες του 29ου
Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας την Πέμπτη
5 Οκτωβρίου (Δαναός 1, 17:00).
Το εγχώριο «ταξίδι» του συνεχίζεται
τον Νοέμβριο στο 64ο Διεθνές Φεστιβάλ
Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (2-12
Νοεμβρίου).
Το σύνολο του Εθνικού
Διαγωνιστικού του 46ου Διεθνούς
Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας θα φιλοξενηθεί στην Ταινιοθήκη
της Ελλάδος μεταξύ 26 και 29 Οκτωβρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου