Αν στο «παρθενικό»
ντοκιμαντέρ της Cinema
Komunisto εξερεύνησε την ιστορία της πρώην Γιουγκοσλαβίας μέσα από την άνοδο και την
πτώση της κάποτε πανίσχυρης κινηματογραφικής
βιομηχανίας της, στο Η άλλη πλευρά των πάντων, η Mila Turajlić,
ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα του σύγχρονου σερβικού σινεμά τεκμηρίωσης,
καταπιάνεται με την ταραγμένη ιστορία
της Σερβίας.
Αφετηρία
της, το ίδιο το διαιρεμένο διαμέρισμα
όπου μεγάλωσε και κεντρική
πρωταγωνίστρια η ακτιβίστρια, ακαδημαϊκός και πολιτικός μητέρα της.
Συνομιλώντας
με την σκηνοθέτρια, με αφορμή την προβολή του ντοκιμαντέρ της στο πλαίσιο του 20ού Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Φαίνεται
να σε απασχολεί η ιστορία της πρώην Γιουγκοσλαβίας και της Σερβίας, υπό
διαφορετικό πρίσμα σε καθένα από τα 2 ντοκιμαντέρ σου. Στο πρώτο, το Cinema Komunisto, μέσα από τον κινηματογράφο, στο
δεύτερο, το Η άλλη πλευρά των πάντων, με ένα πιο προσωπικό σημείο εκκίνησης, την
ίδια την εμπειρία ζωής σου.
Δεν μπορώ να πω πως ήταν
κάτι συνειδητό. Δε με απασχολεί τόσο πολύ η Γιουγκοσλαβία. Αυτό που συνέβη ήταν
ότι η ταυτότητα της χώρας άλλαξε με τέτοια ταχύτητα καθώς μεγάλωνα, που όλοι
μας προσπαθούσαμε να διαχειριστούμε το συγκεκριμένο γεγονός. Σε συνδυασμό μ’
αυτό, υπάρχει και η έντονη απόρριψη του πώς η επίσημη ιστοριογραφία απέτυχε να
αφηγηθεί το πρόσφατο παρελθόν, κυρίως λόγω πολιτικών πιέσεων.
Σε τελική ανάλυση, θεωρώ
ότι μια χώρα που δεν μπορεί να αφηγηθεί τον εαυτό της δεν έχει ταυτότητα. Καταλήγεις,
έτσι, να αναζητάς τα δικά σου εργαλεία αφήγησης αυτής της ιστορίας. Το έχω
ανάγκη για μένα προσωπικά, δε νομίζω πως αυτό που κάνω έχει ευρύτερο κοινωνικό
ενδιαφέρον.
Έπειτα υπάρχει το ζήτημα
της μόνιμης διαγραφής που συμβαίνει γύρω μας: οι δημόσιες αργίες δεν είναι πια οι
ίδιες, τα ονόματα των δρόμων δεν είναι πια τα ίδια, το όνομα του σχολείου μου
έχει αλλάξει. Αν βάλουμε στην άκρη τις ιδεολογικές ή τις ηθικές κρίσεις, δε θα
έπρεπε να διαγράφονται χωρίς να αφήνεται κάποιο ίχνος.
Το
ντοκιμαντέρ, λοιπόν, είναι το εργαλείο μέσω του οποίου αφηγείσαι και εξερευνάς
αυτή τη διαδικασία μεταβολής στην ιστορία της πρώην Γιουγκοσλαβίας, αλλά και ό,τι
αφορά στην προσωπική σου ταυτότητα. Πώς ήταν να μεγαλώνεις σ’ ένα διαιρεμένο
διαμέρισμα;
Όταν μεγαλώνεις, δεν
έχεις επίγνωση ότι υπάρχει κάτι ασυνήθιστο σ’ αυτό. Η συνειδητοποίηση προέκυψε
πολύ αργότερα. Δεν ήμουν, εξάλλου, η μόνη που ζούσε σ’ ένα τέτοιο σπίτι, αυτό
συνέβαινε και σε πολλούς φίλους μου. Αργότερα, κυρίως όταν είχαμε καλεσμένους
από το εξωτερικό κι αρχίζαμε να εξηγούμε, έλεγες: «Περίμενε, όλο αυτό είναι αρκετά ασυνήθιστο». Καθώς, λοιπόν, άρχιζα
να το εξηγώ, κατέληγα να εξηγώ πολύ περισσότερα.
Πότε
αποφάσισες πως ήθελες να κάνεις κάτι γι’ αυτό από κινηματογραφικής άποψης;
Δεν μπορώ να πω
ακριβώς... Μιλούσα σχετικά με μια Δανέζα φίλη κι ήταν το 2005. Επρόκειτο να
είναι το πρώτο μου φιλμ, αλλά τότε συνειδητοποίησα ότι δεν ήξερα πώς να το
κάνω. Δεν ήμουν αρκετά ώριμη ως κινηματογραφίστρια, ακόμα κι ως ενήλικη.
Κατέληξα, έτσι, να γυρίσω το Cinema
Komunisto πρώτα.
Έπειτα, συνάντησα έναν πολύ έμπειρο Γάλλο παραγωγό που μου είπε ότι ήταν πολύ
νωρίς να κάνω ένα τέτοιο φιλμ στην καριέρα μου, γιατί είναι περισσότερο μια
ταινία που συνοψίζει. Ίσως να είχε δίκιο. Δεν ξέρω.
Κεντρικός
πρωταγωνιστής του ντοκιμαντέρ είναι η μητέρα σου. Φαίνεται πολύ ξεχωριστός
άνθρωπος: παίρνει θέση, δε φοβάται να εκφράσει την άποψή της όποιος κι αν είναι
ο λόγος, όποιες κι αν είναι οι συνέπειες. Ποια ήταν η σχέση σας;
Και οι δύο γονείς μου
είναι καθηγητές μαθηματικών. Η αδερφή μου κληρονόμησε αυτό το γονίδιο, εγώ όχι.
Έτσι, η γλώσσα μέσω της οποίας επικοινωνούσαν οι τρεις τους ήταν τα μαθηματικά.
Η γλώσσα επικοινωνίας με την μητέρα μου, ωστόσο, ήταν η πολιτική. Από τα 12
άρχισα να την παρακολουθώ και σπούδασα πολιτική επιστήμη, γιατί νόμιζα ότι θα
ήταν και ο δικός μου δρόμος στη ζωή.
Έπειτα, όμως, είμαι από
τους ανθρώπους που απογοητεύτηκαν πολύ από την επανάσταση (σημ.: ενάντια στο
καθεστώς Μιλόσεβιτς). Συμμετείχα σ’ αυτή, αλλά κάποια στιγμή συνειδητοποίησα
πως δεν πίστευα στην πολιτική εμπλοκή οποιουδήποτε είδους. Αποφάσισα, έτσι, να
αναζητήσω νόημα κάπου αλλού, και υπήρξα πολύ τυχερή που ανακάλυψα το
ντοκιμαντέρ.
Είναι,
λοιπόν, το ντοκιμαντέρ και η εμπλοκή με το σινεμά, γενικότερα, ο δικός σου
τρόπος να «κάνεις» πολιτική;
Στην πραγματικότητα
νομίζω πως ήμουν πολύ απολίτικη εκείνη την περίοδο. Υποθέτω, βέβαια, ότι
υπάρχει κάτι βαθιά πολιτικό σε ό,τι κάνω (γέλια). Δεν πιστεύω, όμως, στην
εργαλειοποίηση του ντοκιμαντέρ και του σινεμά, δεν είμαι οπαδός της χρήσης του
ντοκιμαντέρ ως εργαλείου κοινωνικού ακτιβισμού.
Ας
επιστρέψουμε στην μητέρα σου.
Όταν ξεκίνησα, δεν ήξερα
ότι θα ήταν ο κεντρικός χαρακτήρας. Ο λόγος που της έπαιρνα συνεντεύξεις ήταν
επειδή είχε γεννηθεί σ’ αυτό το διαμέρισμα και ήταν ο φορέας της οικογενειακής
μνήμης. Μόνο όταν φτάσαμε στη διαδικασία του μοντάζ κι άρχισα να παρακολουθώ το
υλικό, συνειδητοποίησα ότι η συνομιλία μου μαζί της είχε οδηγηθεί κάπου αλλού.
Τα ερωτήματα που κατέληξα
να της απευθύνω ήταν αυτά, τα οποία θέτει ένας ενήλικας ενώπιον των γονιών του
και των επιλογών ζωής που έχουν κάνει. Τι παρακαταθήκη σου αφήνουν ηθικά; Τι
προτίθεσαι να αποδεχτείς; Τελικά θα αναλάβεις κάποια ευθύνη έναντι της κοινωνίας,
εντός της οποίας ζεις ή όχι; Τίποτα από όλα αυτά δεν ήταν συνειδητό ως
διαδικασία. Μακάρι να μπορούσα να σου πω ότι ήξερα τι έκανα. Στην πραγματικότητα
δεν ήξερα. Προσπαθούσα να βρω το φιλμ. Αυτό το φιλμ απλώς συνέβη.
Λειτουργείς
υπεύθυνα έναντι της κοινωνίας; Τι νομίζεις;
Δεν ξέρω. Προς το τέλος
της ταινίας υπάρχει μια πραγματική αίσθηση αποτυχίας, γιατί δεν μπορώ να
διατυπώσω μια απάντηση.
Πώς
αξιολογείς την πολιτική κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων;
Στρατηγικά μιλώντας, τα
δύο μεγαλύτερα ερωτήματα για την περιοχή είναι το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε., η αναζήτηση
κάποιου είδους μέλλοντος στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Δε νομίζω, ωστόσο, ότι αυτή
διαδικασία εξελίσσεται σε υγιή βάση, γιατί έχουμε μια δεξιά κυβέρνηση εδώ. Δεν
είναι καθόλου ενθαρρυντική η κατάσταση. Αυτό μπορώ να πω μόνο.
Όσον
αφορά στις σχέσεις της Σερβίας με τις υπόλοιπες χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας,
δεδομένων και των τραυμάτων του πρόσφατου παρελθόντος;
Όταν ταξιδεύω στην πρώην
Γιουγκοσλαβία, ο βαθμός κοινής μνήμης, κουλτούρας, αντίληψης των πραγμάτων που
συναντώ είναι εκπληκτικός. Αν, όμως, παρακολουθείς τα μέινστριμ μέσα, θα
νόμιζες πως θα ξεσπάσει πόλεμος αύριο. Αν ακούς τις υστερικές κραυγές της
πολιτικής αντιπαράθεσης, θα νόμιζες ότι οι διαφορές είναι αξεπέραστες.
Έκανε
κάποια παρατήρηση για την ταινία η μητέρα σου πριν την προβολή της;
Η μητέρα μου εξεπλάγη πιο
πολύ από όλους, γιατί δεν ανέμενε ότι θα ήταν ο κεντρικός χαρακτήρας. Υπό
πολλές έννοιες την χειραγώγησα συναισθηματικά για να γυρίσω την ταινία, αλλά δε
θα συμφωνούσε, αν το έκανε κάποιος άλλος. Η ανησυχία μου συνίστατο στο αν είχα
παρουσιάσει τον καθένα πιστά. Νοίκιασα μια αίθουσα πριν την παγκόσμια πρεμιέρα
και τους έδειξα την ταινία. Όλοι είπαν «προχώρα».
Τα
ευρωπαϊκά κοινά εκτός Βαλκανίων πώς υποδέχτηκαν το ντοκιμαντέρ;
Στην Ευρώπη, γενικότερα,
εξαιτίας της ανόδου αυτού του υστερικού πολιτικού λόγου αναγνωρίζουν το
κεντρικό μήνυμα σε όσα λέει η μητέρα μου, το οποίο είναι: «Πρέπει να κάνεις μια επιλογή. Ή θα μιλήσεις, ή θα το σκάσεις».
Photo credit (Mila Turajlić): Vladimir
Zivojinovic.
Το ντοκιμαντέρ της Mila Turajlić Η άλλη πλευρά των πάντων προβάλλεται
στο πλαίσιο του 20ού Φεστιβάλ
Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (ενότητα Μνήμη/Ιστορία) την Τρίτη 6 Μαρτίου (αίθουσα Σταύρος
Τορνές, 13:30) και Σάββατο 10 Μαρτίου (κινηματογράφος Ολύμπιον,
17:30).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου