Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

Αλέξανδρος Αβρανάς: "Ήταν συνειδητή επιλογή να κάνω ταινίες στην Ελλάδα"



Η διεισδυτική και οξεία ανατομία της σύγχρονης ελληνικής οικογένειας βρίσκεται στο επίκεντρο της δεύτερης μεγάλου μήκους, και πολλά υποσχόμενης, ταινίας του Αλέξανδρου Αβρανά Miss Violence, η οποία συμμετέχει στο Επίσημο Διαγωνιστικό Πρόγραμμα του 70ού Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, το οποίο άνοιξε τις πύλες του στις 28 Σεπτεμβρίου. 

Πρωταγωνίστρια της ταινίας, η εντεκάχρονη Ελένη, η οποία αυτοκτονεί με ένα χαμόγελο στο πρόσωπό της, πέφτοντας από το μπαλκόνι του σπιτιού της τη μέρα των γενεθλίων της. Ενώ αστυνομία και υπηρεσίες πρόνοιας αναζητούν την αιτία, η οικογένειά της επιμένει πεισματικά πως επρόκειτο για ατύχημα. Ποιο είναι το μυστικό που κρύβει το καθαρό και τακτοποιημένο σπιτικό;

Λίγες μέρες πριν από την προγραμματισμένη παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας την Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου, είχαμε μια σύντομη συνομιλία με τον σκηνοθέτη.


Η ταινία σου αποτελεί μια παραβολή για τη βία ενός συστήματος και μιας κοινωνίας που καταπιέζουν, συχνά μέχρι βιολογικής εξόντωσης, το άτομο;


Δε θα έλεγα σε καμία περίπτωση πως το «Miss Violence» είναι μία παραβολή. Η ταινία είναι απόλυτα γειωμένη στην πραγματικότητα και οι χαρακτήρες της καθημερινοί άνθρωποι που ζουν ανάμεσά μας. Φυσικά, όμως, η οικογένεια είναι ένας συμβολισμός της κοινωνίας μας, αφού θεωρώ πως είναι μια μικρογραφία της.


Σε ποιο βαθμό η νεοελληνική οικογένεια, όπως είναι δομημένη, αποτελεί αποκούμπι και σε ποιο εφιάλτη;


Η νεοελληνική οικογένεια δυστυχώς θεωρώ ότι, ενώ πιστεύει πως είναι το πιο ισχυρό αποκούμπι, δημιουργεί υπόγεια και σε βάθος χρόνου τα μεγαλύτερα και ανυπέρβλητα προσωπικά προβλήματα, αφού έχει την ευχέρεια να τα δημιουργεί στο άτομο από πολύ μικρή ηλικία.


Ποιοι δημιουργοί, αν όχι σε διαμόρφωσαν, σε επηρέασαν ως σκηνοθέτη;


Υπάρχουν πολλοί σκηνοθέτες που με γοητεύουν. Αυτοί, όμως, που θα μπορούσε κανείς να πει ότι με έχουν επηρεάσει, είναι εκείνοι που έχουν μια πολιτική διάσταση-κριτική στις ταινίες τους. Όπως ο Pasolini και ο Fassbinder, για παράδειγμα.


Στην εποχή των μνημονίων, ο ελληνικός κινηματογράφος αντιπροσωπεύεται, τουλάχιστον σε φεστιβαλικό επίπεδο, περισσότερο, ίσως, από ποτέ. Σχετίζεται το γεγονός αυτό με την ποιότητα των παραγόμενων ταινιών, ή μήπως αποτελεί συγκυριακό φαινόμενο;


Σε δύσκολες εποχές πάντα οι τέχνες άνθιζαν, αφού η ανάγκη για κριτική και επικοινωνία μεγάλωναν. Πάντα, όμως, δημιουργούνταν ρεύματα, τάσεις- ακόμα και μόδα.


Αποτελεί δημιουργική πρόκληση για έναν νέο σκηνοθέτη η υλοποίηση του οράματός του υπό τις παρούσες συνθήκες;


Το ότι ένας νέος σκηνοθέτης έχει την ανάγκη να κάνει ταινίες δε σημαίνει ότι είναι και μαζοχιστής. Μακάρι να υπήρχαν περισσότερα χρήματα, ούτως ώστε να μη χρειάζεται να αναλώνεται στη λύση προβλημάτων, αλλά στην καθαρή δημιουργία.


Η συμμετοχή μιας ταινίας σε ένα Φεστιβάλ του βεληνεκούς της Βενετίας αποτελεί, αντικειμενικά, «διαβατήριο» για ένα ευρύτερο κοινό, αλλά και για τις διεθνείς αγορές. Σε έχει απασχολήσει η συνέχιση της σταδιοδρομίας σου στο εξωτερικό;


Έχοντας ζήσει χρόνια στο Βερολίνο, ήταν συνειδητή επιλογή να κάνω ταινίες στην Ελλάδα και όχι από ανάγκη.


Πότε αναμένεται να προβληθεί η Miss Violence στην Ελλάδα;


Στις αρχές Δεκέμβρη, αν όλα πάνε καλά.


Περισσότερες πληροφορίες για την ταινία και τον σκηνοθέτη:



Συντελεστές


Cast

Θέμης Πάνου, Ρένα Πιττακή, Ελένη Ρουσσινού, Σίσσυ Τουμάση, Καλλιόπη Ζωντανού, Κωνσταντίνος Αθανασιάδης, Χλόη Μπολώτα, Μαρία Σκουλά, Γιώργος Γεροντιδάκης, Μαρία Καλλιμάνη, Άννα Κουτσαφτίκη, Rafika Chawishe, Στέφανος Κοσμίδης, Χρήστος Λούλης, Μάρθα Μπουζιούρη, Νίκος Χατζόπουλος, Γιώτα Φέστα, Μηνάς Χατζησάββας, Κώστας Ανταλόπουλος, Γιώργος Συμεωνίδης, Βασίλης Κουκαλάνι, Βάσω Ιατροπούλου


Crew


Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Αβρανάς
Σενάριο: Αλέξανδρος Αβρανάς, Κώστας Περούλης
Διεύθυνση φωτογραφίας: Ολυμπία Μυτιληναίου
Ήχος: Νίκος Μπουγιούκος
Μοντάζ: Νίκος Χελιδονίδης
Καλλιτεχνική διεύθυνση: Εύα Μανιδάκη, Θανάσης Δεμίρης
Σχεδιασμός κουστουμιών: Δέσποινα Χειμώνα
Make-up: Ιωάννα Συμεωνίδη, Μαίρη Σταυρακάκη, Απολλωνία Β.
Μίξη ήχου: Κώστας Βαρυμποπιώτης
Post production: 2|35
Εκτέλεση παραγωγής: Χρήστος Β. Κωνσταντακόπουλος
Παραγωγοί: Βασίλης Χρυσανθόπουλος, Αλέξανδρος Αβρανάς
Εταιρείες παραγωγής: Faliro House Productions, Play2place Productions



Δευτέρα 19 Αυγούστου 2013

Δημήτρης Μπαβέλλας: "Η τάση για φυγή είναι ένα φαινόμενο που ξεφεύγει από τα όρια της Αθήνας"





Γυρισμένο σε ατμοσφαιρικό ασπρόμαυρο φιλμ 16mm, το Runaway Day, μεγάλου μήκους ντεμπούτο του έμπειρου μικρομηκά Δημήτρη Μπαβέλλα, επιλέχτηκε να συμμετάσχει στο Διαγωνιστικό Πρόγραμμα του Φεστιβάλ του Σαράγεβο, το οποίο ξεκίνησε στις 16 Αυγούστου και ολοκληρώνεται στις 24. Πρόκειται για την ιστορία της Μαρίας και του Λουκά που, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, αποφασίζουν να αποδράσουν από τα σπίτια τους, όπου ασφυκτιούν. Ξεκινούν, λοιπόν, να περιπλανιούνται στη σύγχρονη Αθήνα, βιώνοντας αμφιλεγόμενες εμπειρίες και συναντώντας μια σειρά από αντιπροσωπευτικούς χαρακτήρες της. Μέχρι που και η ίδια η πόλη θα αποφασίσει να αποδράσει… Με αφορμή την επικείμενη παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας στις 22 Αυγούστου, κουβεντιάσαμε με τον Δημήτρη Μπαβέλλα:


Runaway Day: μια ταινία για την απόδραση, λοιπόν. Των χαρακτήρων της ή ολόκληρης της πόλης; Πόσο έχει αλλάξει η Αθήνα, ως ζωντανός οργανισμός κι αυτή, στα χρόνια των αλλεπάλληλων μνημονίων- αλλά και πριν από αυτά;


Είναι αλήθεια ότι η Αθήνα έχει αλλάξει ριζικά τα τελευταία χρόνια. Θα έλεγα ότι οι κομβικές αλλαγές ξεκίνησαν από την Ολυμπιάδα του 2004 και τον καταστροφικό οικονομικό αντίκτυπο που αυτή είχε στην πόλη και στους κατοίκους της.
Τόσο εγώ, όσο και η οικογένειά μου, έχουμε γεννηθεί και μεγαλώσει στα Κεντρονότια προάστια της Αθήνας. Μοιραία, λοιπόν, λυπάμαι βλέποντας τη σταδιακή σήψη της πόλης. Ευτυχώς, η Αθήνα είναι τόσο αλλοπρόσαλλη και «ότι να’ναι» που έχει κρατήσει κάποιες από τις κρυφές ομορφιές της, τουλάχιστον για όσους ενδιαφέρονται να ψάξουν.
Βέβαια είναι γεγονός ότι, μετά την οργανωμένη επίθεση του ΔΝΤ στη χώρα γενικότερα και στην πόλη ειδικότερα, η Αθήνα έχει αποκτήσει κάτι από post-apocalyptic ταινία του ’80: ρημαγμένοι δρόμοι, εγκαταλελειμμένα κτήρια, καχύποπτα βλέμματα πίσω από τον κόρφο, προπαγάνδα 24/7 από την τηλεόραση (στην οποία εδώ και χρόνια μοιάζει σαν να εκπέμπει μόνο ένα κανάλι αλά «1984»), φτώχεια, μιζέρια και πενία σε κάθε στενό, εγκληματικότητα, τώρα τελευταία μάλιστα με την εμφάνιση των επιδοτούμενων συμμοριών νεοναζί να παραμονεύουν σε κάθε σοκάκι, έχει δέσει το γλυκό!  Σαν κινηματογραφικό σκηνικό η παραπάνω κατάσταση έχει ενδεχομένως ένα ενδιαφέρον αλλά σαν καθημερινότητα είναι ανυπόφορη!


Αυτή είναι λοιπόν και η αφετηρία για το «Runaway Day»: Η ασφυκτική και ολοένα αυξανόμενη πίεση που οι Αθηναίοι νιώθουν με όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω, τους οδηγεί σε μια «απόδραση», όπως τη χαρακτηρίζεις, μια πανδημικού χαρακτήρα φυγή από την πόλη προς άγνωστο προορισμό!


Κατά τη γνώμη μου, η πρωτόγνωρη κατάσταση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια στην Αθήνα είναι κάτι σαν μια σπείρα με τα δύο άκρα ενωμένα, όπου είμαστε όλοι μέσα, ξένοι, Έλληνες και προσπαθούμε να επιβιώσουμε, ουσιαστικά, συνήθως κάνοντας κακό ο ένας στον άλλον. Αυτή η ασφυξία και αυτό το εσωτερικό κενό είναι που δημιουργεί την τάση για φυγή η οποία εξωτερικεύεται και το κενό από εσωτερικό γίνεται κυριολεκτικά εξωτερικό.


Παρατηρώντας πόσο γνώριμα νιώθουν με το συγκεκριμένο θέμα άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο, συνειδητοποιώ ότι η τάση για φυγή είναι ένα φαινόμενο που ξεφεύγει από τα όρια της Αθήνας. Προφανώς είναι ένα συναίσθημα που αναπτύσσει γενικότερα ο δυτικός άνθρωπος προσπαθώντας να επιβιώσει μέσα στις μεγαλουπόλεις…


Γιατί πιστεύεις ότι το ασπρόμαυρο φιλμ αποτυπώνει πιο αποτελεσματικά το κλίμα ασφυξίας που θέλεις να δημιουργήσεις;


Μαζί με τον Γιάννη Φώτου, τον Διευθυντή Φωτογραφίας της ταινίας, προσπαθήσαμε να βρούμε τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ο οποίος να αποτυπώνει αυτό το συναίσθημα πανικού που κυριεύει τους χαρακτήρες και που θέλαμε να είναι διάχυτο μέσα στην ταινία. Καταλήξαμε λοιπόν ότι η καλύτερη επιλογή είναι το «Runaway Day» να έχει μια άγρια, «ακατέργαστη», εικόνα. Ο καλύτερος τρόπος για να εξυπηρετηθεί αυτός ο σκοπός ήταν η ταινία να γυριστεί σε φιλμ 16mm και να είναι ασπρόμαυρη, όπως και έγινε.


Η ασπρόμαυρη εικόνα, πέρα από το να υπογραμμίζει την απελπισία και το αδιέξοδο που στιγματίζει όλους τους χαρακτήρες, δίνει και ένα τόνο ‘60s που επίσης ήταν ζητούμενο στο φιλμ το οποίο αναπαράγει μια σειρά από μοτίβα b-movies παλαιότερων δεκαετιών.



Η άνθιση του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου φαίνεται να κινείται στον αντίποδα της γενικευμένης, και δύσκολα υπερβάσιμης, κρίσης. Πώς ερμηνεύεις αυτό το φαινόμενο; Θεωρείς ότι όντως υπάρχει μια «μαγιά» νέων δημιουργών ή η τόσο συχνή παρουσία ελληνικών ταινιών σε όλα σχεδόν τα διεθνή φεστιβάλ τα τελευταία χρόνια είναι κάτι συγκυριακό;


Η Ιστορία έχει δείξει η τέχνη ευδοκιμεί στις πιο δύσκολες εποχές, παρά όταν υπάρχει ευημερία. Η καταστροφική μας πορεία ως χώρα έχει αναμφισβήτητα τραβήξει το παγκόσμιο ενδιαφέρον σε πολλά επίπεδα. Όλοι θέλουν μια μικρή δόση από την πρώην «πατρίδα του ήλιου και της θάλασσας» που σταδιακά βυθίζεται στην εξαθλίωση. Ωστόσο, έχοντας πει αυτό, θεωρώ ότι τα τελευταία χρόνια όπου η κρατική και ιδιωτική επιχορήγηση έχει στερέψει, το να κάνει κάποιος ταινίες θέλει γερό στομάχι και παράλληλα μια ακατανίκητη επιθυμία να τα καταφέρεις.
Κατά συνέπεια, όσοι επιμένουν να κάνουν κινηματογράφο υπό τις παρούσες συνθήκες έχουν πραγματική αγάπη για το αντικείμενο και σίγουρα έχουν κάτι να πουν με τις ταινίες τους. Αυτό μπορεί ενίοτε να αγνοείται εντός συνόρων, αλλά ευτυχώς δεν περνάει απαρατήρητο στο εξωτερικό.



Πόσο απαιτητικό είναι, λοιπόν, να σκηνοθετείς, υπό τις παρούσες συνθήκες; Και πόσο δύσκολο να εξασφαλίσεις χρηματοδότηση;


Θεωρώ ότι, όποιος καταφέρνει να ολοκληρώσει μια ταινία στην Ελλάδα, έχει ολοκληρώσει έναν μικρό άθλο. Αν μάλιστα η ταινία αυτή βλέπεται και σημειώνει κάποιες επιτυχίες, τότε μιλάμε για ένα  πραγματικό επίτευγμα.
Υπάρχει μια σειρά από ανθρώπους, οι οποίοι δουλεύουν ασταμάτητα κάτω από τις πλέον αντίξοες συνθήκες σε ένα πολλές φορές ακόμη και εχθρικό περιβάλλον, προκειμένου να ολοκληρώσουν την κάθε ταινία με οποιοδήποτε κόστος και χωρίς καμία εξασφάλιση.

Έτσι ξεκινήσαμε κι εμείς το «Runaway Day», μια ομάδα ανθρώπων, με μοναδική αφετηρία την ανιδιοτελή αγάπη για το σινεμά και σκοπό να πούμε όλοι μαζί κάτι για αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Το μεράκι και η θετική ενέργεια, με το οποίο αγκάλιασαν την ταινία όλοι όσοι συμμετείχαν είναι η καλύτερη απόδειξη ότι, ακόμα και μέσα σε αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση, η δύναμη του ανθρώπου ξεπερνάει κάθε όριο. Αυτό από μόνο του είναι ένα εξαιρετικό γεγονός που δίνει σε όλους μας κουράγιο για να συνεχίσουμε να κάνουμε κινηματογράφο με όποιο τρόπο μπορούμε. Σινεμά με «ξύλινα σπαθιά», υψηλών, ωστόσο, επιδόσεων... Για πόσο ακόμα χωρίς υποστήριξη;

Αυτοί λοιπόν οι μοναδικοί, συγκινητικοί άνθρωποι που έβαλαν τις ζωές τους στην άκρη για να φτάσουμε μέχρι εδώ είναι αυτοί, στους οποίους οφείλεται η ύπαρξη της ταινίας, τους υπερ-ευχαριστώ όλους και τους είμαι για πάντα υπόχρεος. 

Από την έλευση του ΔΝΤ και μετά, γίνεται μια μαζική, οργανωμένη θα έλεγα, επίθεση στο χώρο της τέχνης με ξεκάθαρο σκοπό τον αφανισμό του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού. Η κυβέρνηση δείχνει με κάθε ευκαιρία τις πραγματικές τις προθέσεις. Απόδειξη το πρωτοφανές κλείσιμο της ΕΡΤ, αλλά και η παρεμφερής εξαγγελία για το κλείσιμο των μικρών θεατρικών σκηνών της Αθήνας.
Στην δική μας περίπτωση, το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου έχει κάνει μια πρώτη κίνηση καλής πίστης, η οποία ελπίζουμε να ολοκληρωθεί το συντομότερο δυνατό. Την έχουμε άμεση και απόλυτη ανάγκη.


Αν και μόλις «ενηλικιώθηκε», το Φεστιβάλ του Σαράγεβο έχει εξελιχτεί σε ένα από τα πιο δυναμικά και πολύπλευρα της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Ήταν έκπληξη για σένα η συμμετοχή της ταινίας σου στο Διαγωνιστικό Πρόγραμμά του;


Από τις πρώτες μέρες των γυρισμάτων, όπου συνήθως φαίνεται αν μια ταινία θα είναι καλή ή κακή, όλοι αντιλαμβανόμασταν ότι αυτό που κάνουμε έχει λόγο ύπαρξης. Το επίπεδο όλων των συντελεστών, αλλά και το μεράκι με το οποίο μπήκαν είτε μέσα στα πολύωρα και απαιτητικά γυρίσματα στους 45 βαθμούς υπό σκιά το προηγούμενο καλοκαίρι είτε στο δύσκολο οδοιπορικό του post production, το οποίο διήρκεσε όλο τον περασμένο χειμώνα και συνεχίζεται μέχρι αυτή τη στιγμή, ήταν και είναι η καλύτερη εγγύηση για το τελικό αποτέλεσμα.

Η συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του ολοένα και ανερχόμενου Φεστιβάλ του Σαράγεβο ήταν μια μεγάλη χαρά και παράλληλα μια δικαίωση για τον κόπο με το οποίο έχει γίνει το «Runaway Day». Βέβαια, όπως έχει στο παρελθόν σωστά πει η φίλη μου η Ρηνιώ Δραγασάκη, «είναι δύσκολο να είσαι χαρούμενος όταν όλα γύρω σου καταρρέουν». Ωστόσο, ακόμα και μέσα σε αυτά τα στενά, σχεδόν «οργουελικά» περιθώρια χαράς που έχουν απομείνει, παίρνουμε το κομμάτι της ικανοποίησης που μας αναλογεί και ελπίζουμε σε ένα καλύτερο μέλλον.


Να αναμένουμε την προβολή της στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης; Έχετε εξασφαλίσει διανομή;

Αυτό που μας απασχολεί αυτή την περίοδο είναι η προβολή της ταινίας στο Σαράγεβο, καθώς και σε άλλα Φεστιβάλ του εξωτερικού που έχουν εκδηλωθεί θετικά για το «Runaway Day». Φυσικά υπάρχει ενδιαφέρον τόσο για ελληνική πρεμιέρα όσο και για κινηματογραφική διανομή, αλλά αυτό θα το δούμε στο άμεσο μέλλον.

Εννοείται βέβαια ότι μια ταινία με θέμα την Αθήνα οφείλει να παιχτεί στον τόπο «προέλευσής» της!


Χρήσιμες διευθύνσεις

https://www.facebook.com/RunawayDay (η επίσημη σελίδα της ταινίας στο facebook)

http://vimeo.com/bavellas  (η προσωπική σελίδα του σκηνοθέτη της Δημήτρη Μπαβέλλα στο vimeo)


Συντελεστές


CAST

Μαρία Σκουλά
Μάκης Παπαδημητρίου
Ερρίκος Λίτσης
Κωνσταντίνος Σταρίδας
Εύα Βόγλη

Η Υβόννη Μαλτέζου και ο Χρήστος Στέργιογλου

Γιάννης Παπαδόπουλος, Κωνσταντίνος Βουδούρης, Νίκος Γιαννίκας, Γιώργος Ρουσσάκης, Γιώργος Αραχωβίτης, Ανδρέας Σωτηρακόπουλος, Χάρης Φραγκούλης, Γιώργος Μπελεσιώτης, Στέλλα Καρύδα, Chalil Ali Zada, Barakat Hossaini, Στάθης Κόκκορης, Χρόνης Τζήμος, Οδυσσέας Χατζηπαράς, Μιλτιάδης Σωτηρακόπουλος
Αφηγητής: Αλέκος Δραγώνας


CREW

Σενάριο-Σκηνοθεσία: Δημήτρης Μπαβέλλας

Στην αρχική γραφή του σεναρίου έχει συνεργαστεί η Ελίνα Ψύκου

Μακιγιάζ: Ιωάννα Λυγίζου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Ναταλία Πανέτσου
Ηλεκτρολόγος: Κώστας Βρακοζώνης
Σκηνικά: Δήμητρα Παναγιωτοπούλου
Κοστούμια: Μάρλι Αλειφέρη
Σχεδιασμός Ήχου: Δάφνη Φαραζή
Μίξη Ήχου: Γιώργος Φασκιώτης
Additional Dialogue Recording: Στέφανος Δαμιανάκης
Ηχοληψία: Μάκης Ασημακόπουλος
                    Κυριάκος Πουκαμισάς


Μουσική

The Mongrelettes
The Smoking Barrels
Γιώργος Γκίνης
Γιώργος Μπουσούνης
Addy Flor & His Orchestra
Executive Producer: Νίκος Μούτσελος

Συνεργάτης Παραγωγός: Λίνα Γιαννοπούλου
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Γιάννης Φώτου
Φωτογράφος πλατώ: Ελένη Μήτσιου 
Μοντάζ: Δημήτρης Τόλιος
Παραγωγή: Vox Productions Δύο Τριάντα Πέντε Sklavis Film Lab SteFilm
                    Online Recording Masters
Παραγωγοί: Τζίνα Πετροπούλου
                       Σωτήρης Μήτσιος
                       Δημήτρης Μπαβέλλας



 Η πρώτη δημοσίευση της συνέντευξης έγινε στο http://3pointmagazine.gr



Παρασκευή 9 Αυγούστου 2013

Νιχάλ Σαάντ Ζαγκλούλ: "η σεξουαλική παρενόχληση είναι κοινωνικά αποδεκτή στην Αίγυπτο"






Η σεξουαλική παρενόχληση γυναικών στην Αίγυπτο, τόσο κατά την προ, όσο και, κυρίως, κατά τη μετά- Ταχρίρ περίοδο έχει αναδειχτεί μόνο συγκυριακά, παρά τη σοβαρότητά της. Σε μια προσπάθεια να φωτίσουμε τις αιτίες που συντελούν στη γέννηση και την αναπαραγωγή του φαινομένου αυτού, να αποτιμήσουμε την ανάδυση ομάδων αυτοάμυνας γυναικών, καθώς και να προβούμε σε μια συνολικότερη εκτίμηση για την πολιτική κατάσταση στην Αίγυπτο, ένα και πλέον μήνα μετά την πραξικοπηματική ανατροπή του Ισλαμιστή Προέδρου Μόρσι από το στρατό, συζητούμε με την Νιχάλ Σαάντ Ζαγκλούλ, Μουσουλμάνα φεμινίστρια ακτιβίστρια, μπλόγκερ και συνιδρύτρια του κινήματος Bassma. Το κίνημα Bassma, το οποίο τον Ιούλιο συμπλήρωσε ένα χρόνο ύπαρξης, ασχολείται με ζητήματα που εκτιμά ότι παραμελούνται από την τοπική κοινωνία, όπως η σεξουαλική παρενόχληση, ενώ έχει γίνει γνωστό για τη διοργάνωση περιπολιών σε δρόμους και σταθμούς μετρό στο Κάιρο, αποσκοπώντας στη μη βίαιη αποτροπή περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης γυναικών και στην παράδοση των δραστών, ή όσων εκδηλώνουν τέτοια πρόθεση, στις Αρχές.



Πώς ερμηνεύεις τη σεξουαλική παρενόχληση των γυναικών στην Αίγυπτο, τόσο κατά την προ, όσο και κατά τη μετά-Ταχρίρ περίοδο;


Η σεξουαλική παρενόχληση είναι κοινωνικά αποδεκτή στην Αίγυπτο. Οι γυναίκες συχνά υποτιμώνται και δε γίνονται σεβαστές, συνεπώς οι άνθρωποι θεωρούν ότι δεν υπάρχει πρόβλημα να κάνουν ό,τι θέλουν. Τα αιγυπτιακά mainstream Μ.Μ.Ε. συνήθως απεικονίζουν τις γυναίκες ως σεξουαλικά αντικείμενα κι αυτό τις απανθρωποποιεί. Η Αίγυπτος έχει υποφέρει και ακόμη υποφέρει από καταπίεση και αδικία, οι οποίες ωθούν τους ανθρώπους να καταφεύγουν στη βία, προκειμένου να πετύχουν ό,τι επιθυμούν. Οι γυναίκες υποφέρουν περισσότερο από όλους σε τέτοιες βίαιες κοινωνίες.



Είσαι μία από τις συνιδρύτριες του κινήματος Bassma. Μπορείς να μου πεις περισσότερα γι’ αυτό; Σε ποιο βαθμό διαφέρει από άλλες πρωτοβουλίες παρόμοιου προσανατολισμού, όπως η Operation Anti-Sexual Harassment ή η Tahrir Bodyguard; Έχετε ποτέ συνεργαστεί ή το σκέφτεστε;


Συνιδρύσαμε το «Bassma» μετά από μια σεξουαλική επίθεση που υπέστη μια φίλη μου. Συνειδητοποίησα πόσο επικίνδυνη έχει γίνει η σεξουαλική παρενόχληση, η οποία είναι προϊόν της έλλειψης αποδοχής της διαφορετικότητας του καθενός και της κατηγοριοποίησής του ως «άλλου», γεγονός που οδηγεί ευθέως στην άσκηση βίας. Η απόρριψη της βίας, των στερεοτύπων και των διακρίσεων βάσει φυλής, εθνότητας, χρώματος ή φύλου είναι από τις καταστατικές αρχές του «Bassma». Διαδίδουμε την επίγνωση της σπουδαιότητας της απόρριψης της βίας και της αλληλοαποδοχής, στα πλαίσια του αγώνα μας εναντίον της σεξουαλικής παρενόχλησης. Διαφέρουμε από τις άλλες ομάδες, γιατί δουλεύουμε εκτός πλατείας Ταχρίρ, εστιάζοντας τώρα στο Κάιρο, ενώ η «OpAntiSH» και η «Tahrir Bodyguard» δίνουν έμφαση στην πλατεία Ταχρίρ και μόνο κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων. Εμείς, από την άλλη πλευρά, κάνουμε σχέδια και δουλεύουμε σε ετήσια βάση. Η συνεργασία μας, επομένως, με τις άλλες ομάδες είναι ελάχιστη.



Αποφεύγοντας να πάρετε το νόμο στα χέρια σας και, αντίθετα, βοηθώντας στη δίκαιη εφαρμογή του από τις Αρχές θα πρέπει να είναι απαιτητικό. Πώς καταφέρνετε να μην ξεπερνάτε τα όρια;



Με τη βοήθεια πολλής εκπαίδευσης πάνω στο διάλογο, τον αυτοέλεγχο και την επιλογή ενός ηγέτη εμπιστοσύνης για κάθε επιμέρους ομάδα. Η βία αναδύεται, όταν οι άνθρωποι τριγύρω σου συμφωνούν με αυτή. Τα μέλη μας υποβάλλονται σε πολλή εκπαίδευση και συμμετέχουν σε focus groups, για να συνειδητοποιήσουν πόσο βλαπτική είναι η βία. Όποιο μέλος ξεπεράσει τα όρια, απομακρύνεται αυτομάτως από το κίνημα.



Πώς αντιλαμβάνεσαι τον φεμινισμό, ως Μουσουλμάνα ακτιβίστρια;



Τον αντιλαμβάνομαι ως ελευθερία επιλογής. Είμαι υπέρ της επιλογής. Πιστεύω ότι ο Αλλάχ (Θεός) μας έδωσε ένα σπουδαίο δώρο, την ελευθερία επιλογής, και δεν πρέπει να επιτρέψουμε σε κανέναν να μας το πάρει.



Η Αίγυπτος κλυδωνίζεται και βρίσκεται στο χείλος ενός εμφυλίου, μετά την ανατροπή του Προέδρου Μόρσι . Τι εκτιμάς ότι θα συμβεί στο κοντινό μέλλον, όσο αβέβαιη μια τέτοια εκτίμηση μπορεί να είναι;



Ο στρατός δε θα μας αφήσει να οδηγηθούμε σε έναν εμφύλιο. Πιθανότατα θα εξαλείψει Μουσουλμανική Αδελφότητα, πριν αυτό συμβεί. Στην πραγματικότητα προβλέπω ασφάλεια, γιατί ο στρατός θα υποσχεθεί ασφάλεια και σταθερότητα, με αντάλλαγμα τη σιωπή και τη συναίνεση των πολιτών. Έτσι θα επιστρέψουμε στην καταπίεση, αλλά όσοι υπακούν θα είναι ασφαλείς. Επιστρέφουμε σε μια εποχή πιο σκοτεινή από εκείνη του καθεστώτος Μουμπάρακ…



Περισσότερες πληροφορίες για το κίνημα Bassma μπορείτε να αναζητήσετε στο site



Η διεύθυνση του μπλογκ της Νιχάλ Σαάντ Ζαγκλούλ είναι: http://zaghaleel.wordpress.com